Τρεις θέσεις χαμηλότερα κατρακύλησε η Ελλάδα στη διεθνή κατάταξη ανταγωνιστικότητας, στην ετήσια «Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας» (World Competitiveness Yearbook - WCY) του International Institute for Management Development (IMD) της Ελβετίας.
Για το 2025, η έκθεση, η οποία δημοσιεύεται στην Ελλάδα από τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), δείχνει υποχώρηση στην 50ή θέση μεταξύ 69 χωρών, από την 47η θέση που κατείχε το 2024.
Αυτή η πτώση εντάσσεται σε μια ευρύτερη τάση, καθώς την τελευταία πενταετία (2021-2025), η Ελλάδα έχει υποχωρήσει συνολικά τέσσερις θέσεις, παραμένοντας σταθερά στην τελευταία «εικοσάδα» των χωρών με τη χαμηλότερη ανταγωνιστικότητα παγκοσμίως. Τα αποτελέσματα αυτά αφορούν τις επιδόσεις του έτους 2024.
Οι θέσεις της Ελλάδας την περίοδο 2021 - 2025

Η συνολική κατάταξη ανταγωνιστικότητας του IMD βασίζεται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες δεικτών: την «Οικονομική Αποδοτικότητα», την «Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα», την «Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα» και τις «Υποδομές». Η υποχώρηση της Ελλάδας το 2025 οφείλεται σε πτώση σε τρεις από αυτές τις κατηγορίες, καθώς και σε στασιμότητα στην τέταρτη.
Ειδικότερα, η Ελλάδα παρουσιάζει:
Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα: Σημαντική υποχώρηση κατά εννέα θέσεις, πέφτοντας από την 44η θέση το 2024 στην 53η θέση το 2025. Αυτή είναι η πιο δραματική πτώση μεταξύ των κατηγοριών και υποδηλώνει σοβαρές αδυναμίες στο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Οικονομική Αποδοτικότητα: Υποχώρηση κατά μία θέση, από την 52η θέση το 2024 στην 53η θέση το 2025.
Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα: Υποχώρηση κατά μία θέση, από την 52η θέση το 2024 στην 53η θέση το 2025.
Υποδομές: Παραμένει στάσιμη στην 40ή θέση της παγκόσμιας κατάταξης, χωρίς καμία βελτίωση σε σχέση με το 2024.
Παράγοντες που οδήγησαν στην πτώση
Η Πρόεδρος του ΣΒΕ, Λουκία Σαράντη, υπογραμμίζει ότι η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας παραμένει ένα διαχρονικό εμπόδιο για τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.
Οι παράγοντες που οδήγησαν στην υποχώρηση της χώρας στην κατάταξη του IMD είναι πολλοί και αλληλένδετοι:
Γραφειοκρατία και αργή απονομή δικαιοσύνης: Παρά τις προσπάθειες μεταρρυθμίσεων, αυτά τα προβλήματα εξακολουθούν να περιορίζουν την παραγωγικότητα και την προσέλκυση επενδύσεων. Η πολυπλοκότητα των διαδικασιών και η καθυστέρηση στην επίλυση νομικών ζητημάτων αποθαρρύνουν τόσο τις εγχώριες όσο και τις ξένες επενδύσεις.
Υψηλό κόστος λειτουργίας επιχειρήσεων: Αυτό επηρεάζει αρνητικά την επιχειρηματική αποτελεσματικότητα και μειώνει την κερδοφορία, καθιστώντας τις ελληνικές επιχειρήσεις λιγότερο ανταγωνιστικές.
Έλλειψη στρατηγικής για τον μεταποιητικό τομέα: Η βιομηχανία δεν κατέχει τον εξέχοντα ρόλο που θα έπρεπε στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Η απουσία μιας σαφούς εθνικής στρατηγικής για την αναζωογόνηση της μεταποίησης, σε συνδυασμό με περιορισμένες επενδύσεις σε καινοτομία και τεχνολογία, στερεί από την Ελλάδα μια ισχυρή βάση για εξαγωγές, βιώσιμη ανάπτυξη και δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας.
Διαρθρωτικά εμπόδια: Το υψηλό δημόσιο χρέος και το κόστος κεφαλαίου αποτελούν σημαντικά εμπόδια για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Οι τραπεζικές και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες δεν υποστηρίζουν αποτελεσματικά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, όπως υποδεικνύεται από τη χαμηλή κατάταξη.
Ενεργειακό κόστος: Το υπέρογκο κόστος ενέργειας και οι ανεξέλεγκτες διακυμάνσεις της τιμής του ρεύματος αποτελούν ένα σοβαρό πρόβλημα, ιδίως για τις επιχειρήσεις στην περιφέρεια που λειτουργούν με παλιό δίκτυο.
Έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού: Υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα στην εξεύρεση προσωπικού με τις κατάλληλες δεξιότητες. Η ουσιαστική διασύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, η συμμετοχή της επιχειρηματικής κοινότητας σε εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα, και η επαναξιολόγηση του Εθνικού Συστήματος Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης είναι απαραίτητα.
Περιφερειακές ανισότητες και ανεπαρκείς υποδομές: Η αναπτυξιακή μονομέρεια και οι περιφερειακές ανισότητες, σε συνδυασμό με την επιτακτική ανάγκη για εκσυγχρονισμό των υποδομών (λιμάνια, σιδηροδρομικό δίκτυο, ταχύτητα internet), εμποδίζουν την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία: Η επένδυση στην καινοτομία, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πράσινη μετάβαση, αν και μονόδρομος , δυσχεραίνεται από την περιορισμένη πρόσβαση των επιχειρήσεων στα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Παραγωγικότητα εργατικού δυναμικού: Η χαμηλή κατάταξη στην παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού δείχνει ότι, παρά τις προσπάθειες, υπάρχουν ακόμη σημαντικά περιθώρια βελτίωσης στην αποδοτικότητα της εργασίας.
Προοπτικές και συστάσεις
Για την επαύξηση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, ο ΣΒΕ τονίζει την ανάγκη για εντατικοποίηση του μεταρρυθμιστικού έργου, με στόχο τη δημιουργία ενός φιλικότερου περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις και τη στρατηγική μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, στο οποίο η βιομηχανία θα κατέχει εξέχοντα ρόλο.
Απαιτείται εθνική στρατηγική και υπερκομματική δέσμευση, καθώς και άμεση επανενεργοποίηση της Κυβερνητικής Επιτροπής Βιομηχανίας και των Ομάδων Εργασίας.
Συγκεκριμένες ενέργειες περιλαμβάνουν:
Αντιμετώπιση του κόστους ενέργειας.
Ουσιαστική διασύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας.
Μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων.
Εκσυγχρονισμό των υποδομών, ιδίως στην περιφέρεια.
Ενίσχυση της εξωστρέφειας μέσω επενδύσεων σε καινοτομία, ψηφιακό μετασχηματισμό και πράσινη μετάβαση, με παράλληλη διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοδοτικά εργαλεία.
Δημιουργία ενός φιλικότερου ρυθμιστικού περιβάλλοντος, με μείωση της γραφειοκρατίας, αναμόρφωση της δικαιοσύνης και μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.