bd-sprite
Φώτο: Shutterstock

Φορείς ΑΠΕ: Μειωμένη η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά

Οι φορείς ΑΠΕ «απαντούν» σε αναφορές ότι το ύψος των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα είναι γενικώς το υψηλότερο σε σχέση με τις τιμές του ρεύματος στις χώρες-μέλη της ΕΕ.

Κοινή ανακοίνωση σχετικά με το κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εξέδωσαν έξι φορείς της αγοράς που εκπροσωπούν αιολική, ηλιακή ενέργεια, βιομάζα και υδροηλεκτρικά, με αφορμή αναφορές και απόψεις που υποστηρίζουν ότι το ύψος των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα είναι γενικώς το υψηλότερο σε σχέση με τις τιμές του ρεύματος στις χώρες-μέλη της ΕΕ.

«Συνάγουν αβίαστα το συμπέρασμα ότι οι Έλληνες τελικοί καταναλωτές - πρωτίστως τα νοικοκυριά και η βιομηχανία, άλλα και ο πρωτογενής τομέας όπως και αυτός των υπηρεσιών - υφίστανται ένα δυσβάστακτο κόστος, που προέρχεται από την παραγωγή ενέργειας και ιδιαίτερα από τις  ΑΠΕ και υποσκάπτει τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας», αναφέρεται στην κοινή ανακοίνωση. 

Οι φορείς ΑΠΕ αποτελούνται από τις ΕΛΕΑΒΙΟΜ – Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας, ΕΛΕΤΑΕΝ – Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας, ΕΣΗΑΠΕ - Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών από ΑΠΕ, ΕΣΜΥΕ – Ελληνικός Σύνδεσμος Μικρών Υδροηλεκτρικών, ΣΕΦ – Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών και ΣΠΕΦ – Σύνδεσμος Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά

Αναλυτικά, οι φορείς διευκρινίζουν: 

1. Με βάση επίσημα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας απολαμβάνει από αρκετά έως σημαντικά χαμηλότερες τιμές ρεύματος σε σχέση με τις αντίστοιχες κατηγορίες άλλων κρατών – μελών της ΕΕ και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Στα Νοικοκυριά, που αντιπροσωπεύουν αριθμητικά τη σχετική πλειοψηφία των καταναλώσεων στη χώρα μας και απορροφούν το 33% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται ετησίως, οι τιμές του ρεύματος είναι ξεκάθαρα χαμηλότερες του Ευρωπαϊκού μέσου όρου και αρκετά πιο κάτω από το τιμολογούμενο κόστος  στη Γερμανία, την Ιταλία, την Γαλλία, αλλά και τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και την Αυστρία.

Αλλά και στους Μη Οικιακούς καταναλωτές, κατηγορία στην οποία ανήκει η μεγάλη πλειονότητα της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας, οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις, οι επαγγελματίες, κλπ στην Ελλάδα και  αντιπροσωπεύει το 46% της ετήσιας κατανάλωσης στη χώρα, η εικόνα παραμένει ίδια. Και σ’ αυτή την κατηγορία οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα είναι χαμηλότερες σε σχέση με το μέσο όρο των Κρατών-Μελών της ΕΕ και σίγουρα αρκετά πιο κάτω σε σχέση με ανταγωνιστικές χώρες.

https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php/Electricity_price_statistics#Electricity_prices_for_household_consumers

https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php/Electricity_price_statistics#Electricity_prices_for_non-household_consumers

2. Οι  ΑΠΕ μειώνουν σημαντικά την Οριακή Τιμή Συστήματος, δηλαδή την τιμή της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, προς όφελος των Ελληνικών νοικοκυριών και επιχειρήσεων

Όπως είναι ευρέως γνωστό και έχει τεκμηριωθεί από πλήθος έγκυρων και εξειδικευμένων μελετών τα τελευταία χρόνια (ΕΜΠ, ΑΠΘ, ΙΟΒΕ, κ.ά.) η συμμετοχή έργων ΑΠΕ στην αγορά μειώνει την Οριακή Τιμή Συστήματος, δηλαδή το χονδρεμπορικό κόστος του ρεύματος.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι κατά την περίοδο 2016-2018 η μεσοσταθμική μείωση της ΟΤΣ χάρη στις ΑΠΕ, υπολογισμένη με πραγματικά δεδομένα από την λειτουργία του μηχανισμού χρέωσης προμηθευτών ήταν 13 €/MWh και περιορίστηκε  για ρυθμιστικούς λόγους στα 7,5 €/MWh με την εφαρμογή  ωριαίου πλαφόν που επέβαλε η ΡΑΕ.

Αποτέλεσμα της μείωσης της ΟΤΣ είναι να απολαμβάνουν οι Προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλότερες τιμές αγοράς και να τους δίνεται η δυνατότητα να μετακυλίσουν (λόγω ανταγωνισμού) τις τιμές αυτές στα τιμολόγια των πελατών τους, δηλαδή των ελληνικών νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Το γεγονός ότι οι τιμές της ελληνικής χονδρεμπορικής αγοράς, οι οποίες είναι πράγματι από τις υψηλότερες στην ΕΕ, δεν συνδέονται αναλογικά με τις χαμηλότερες τιμές της λιανικής οφείλεται σε παράγοντες που δεν σχετίζονται με τις ΑΠΕ ή με τον τρόπο αποζημίωσής τους.

Ενδεικτικά αναφέρονται το μίγμα και η ποιότητα της ελληνικής θερμικής παραγωγής, οι συντελεστές κόστους της παραγωγής αυτής (καύσιμο, παλαιότητα μονάδων, κόστος δικαιωμάτων εκπομπών αερίων ρύπων), η ισχνή παρουσία καθετοποιημένων παικτών (πλην ΔΕΗ) που δύνανται να ανακτούν τα κόστη παραγωγής από διαφορετικές αγορές, οι περιορισμένες έως σήμερα διεθνείς διασυνδέσεις και η αρχιτεκτονική και ρύθμιση της σημερινής χονδρικής αγοράς ηλεκτρισμού.

Υπενθυμίζεται τέλος ότι οι ΑΠΕ, πέραν της μείωσης του κόστους παραγωγής ενέργειας, δημιουργούν σημαντική προστιθέμενη αξία, διατηρούν υφιστάμενες και δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, τονώνουν την περιφερειακή ανάπτυξη και προσφέρουν ανταποδοτικά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες, απεξαρτούν τη χώρα από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, βελτιώνουν το εμπορικό ισοζύγιο, μειώνουν τους αέριους ρύπους και προστατεύουν το περιβάλλον.

Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Κομβικά τα υπεράκτια αιολικά για την πράσινη μετάβαση της Ελλάδας

Σύμφωνα με τον διευθύνων σύμβουλο της Hexicon Power Μικέλη Χατζηγάκη, η Ελλάδα μπορεί να μετατραπεί σε κέντρο υπεράκτιας αιολικής ενέργειας που θα δημιουργήσει χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Κέρδη, αύξηση επενδύσεων, μείωση χρέους και εκπομπών CO2 πέτυχε η ΔΕΗ

Σε επιχειρησιακό επίπεδο τα τελευταία χρόνια, ο όμιλος ανέπτυξε νέες δραστηριότητες (τηλεπικοινωνίες, ηλεκτροκίνηση, λιανική μέσω της εξαγοράς της Κωτσόβολος) και ξεκίνησε τη διείσδυση σε τρίτες χώρες αρχής γενομένης από την εξαγορά της ENEL Ρουμανίας.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Βρεττού (Attica Bank): Σχέση πίστης η τραπεζική σχέση με τους πελάτες

Εστιάζοντας στους κλάδους της ελληνικής οικονομίας που παρουσιάζουν αυξημένο ενδιαφέρον και ανάγκες χρηματοδότησης και στήριξης, η κυρία Βρεττού έκανε ξεχωριστή αναφορά στον τουρισμό και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Δαγούμας (ΡΑΑΕΥ): Η Ελλάδα μπορεί να καταστεί πάροχος ενεργειακής ασφάλειας

O Πρόεδρος της ΡΑΑΕΥ τόνισε πως μέσα στο επόμενο διάστημα αναμένεται το εθνικό νομοθετικό πλαίσιο για το υδρογόνο ενώ υπενθύμισε πως την περασμένη χρονιά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποσαφήνισε το πλαίσιο.