bd-sprite
Φωτο: Shutterstock

ΗΠΑ: Στη «μαύρη λίστα» ακόμη τέσσερις κινεζικές εταιρείες

Μεταξύ των εταιρειών συμπεριλαμβάνονται ο όμιλος παραγωγής ημιαγωγών SMIC, καθώς και ο κρατικός πετρελαϊκός όμιλος CNOOC, με τις ΗΠΑ να θεωρούν ότι «ελέγχονται από τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις».

Η κυβέρνηση Τραμπ πρόσθεσε χθες, Πέμπτη, την κορυφαία κινεζική εταιρία παραγωγής ημιαγωγών Semiconductor Manufacturing International Corp (SMIC) και τον κινεζικό πετρελαϊκό κολοσσό China National Offshore Oil Corp (CNOOC) στη μαύρη λίστα των κινεζικών εταιριών για τις οποίες, η Ουάσινγκτον πιστεύει ότι ελέγχονται από τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις.

Η κίνηση αυτή είναι πιθανό να κλιμακώσει την ένταση στις σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, ενώ ο εκλεγμένος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αναλαμβάνει τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου 2020.

Το υπουργείο Άμυνας συμπεριέλαβε συνολικά τέσσερις εταιρίες στον αναφερόμενο κατάλογο, υποδεικνύοντας ότι αυτές ανήκουν στις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις ή ελέγχονται απ' αυτές. Μεταξύ αυτών, η China Construction Technology Co Ltd και η China International Engineering Consulting Corp.

Στην εξέλιξη αυτή είχε αναφερθεί πρώτο το Reuters την Κυριακή, ενώ ο αριθμός των εταιριών που έχουν συμπεριληφθεί στην αναφερόμενη μαύρη λίστα έχει αυξηθεί στις 35.

Παρά το γεγονός ότι η κατάρτιση της λίστας σε αρχικό στάδιο δεν προκαλεί την επιβολή κυρώσεων στις εταιρίες, ένα πρόσφατο προεδρικό διάταγμα, που υπέγραψε ο Ντόναλντ Τραμπ, θα εμποδίζει από τα τέλη του επόμενου χρόνου τους Αμερικανούς επενδυτές να αγοράζουν μετοχές των εταιριών που έχουν συμπεριληφθεί στη μαύρη λίστα.

Η πρεσβεία της Κίνας στην Ουάσινγκτον, η SMIC και η CNOOC δεν ανταποκρίθηκαν άμεσα σε αιτήματα σχολιασμού των εξελίξεων.

Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΙΕΘΝΗ

Tο 42% των Αμερικανών θεωρούν την Κίνα ως εχθρό της χώρας τους

Η έρευνα σε περισσότερους από 3.600 ενήλικες των ΗΠΑ, η οποία διεξήχθη στις αρχές Απριλίου, διαπίστωσε επίσης ότι το 81% είχε δυσμενή άποψη για την Κίνα - μειωμένη κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα.