Σοβαρή ανθρωπιστική κρίση αντιμετωπίζει το ανατολικό τμήμα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, καθώς περίπου το 90% των κλινικών έχουν εξαντλήσει τα φάρμακά τους, σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής Ερυθρού Σταυρού (ICRC).
Οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις στην περιοχή, που διαρκούν εδώ και τριάντα χρόνια, έχουν επιδεινωθεί από τον Ιανουάριο. Η ένοπλη οργάνωση M23, με την υποστήριξη της Ρουάντας, έχει καταλάβει σημαντικές πόλεις όπως η Γκόμα και η Μπουκάβου.
Οι συγκρούσεις μεταξύ της M23 και του κονγκολέζικου στρατού, με τη συμμετοχή τοπικών πολιτοφυλακών, έχουν προκαλέσει χιλιάδες θανάτους και τον εκτοπισμό εκατομμυρίων πολιτών από τις αρχές του έτους.
Παρά τη συμφωνία ειρήνευσης μεταξύ ΛΔ Κονγκό και Ρουάντας τον Ιούνιο, με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ, οι εχθροπραξίες συνεχίζονται αμείωτες.
Σε έρευνα της ICRC στις επαρχίες Βόρειο και Νότιο Κίβου, διαπιστώθηκε ότι εννέα στις δέκα δομές υγείας έχουν εξαντλήσει τα αποθέματά τους σε φάρμακα, ενώ το 40% αντιμετωπίζει ελλείψεις σε προσωπικό. Το 13% των μονάδων υγείας παραμένει εντελώς μη λειτουργικό, με πολλές να αναφέρουν σταθερές ελλείψεις φαρμάκων από τον Ιανουάριο.
Η επιδείνωση της κατάστασης αποδίδεται στη συνεχιζόμενη ένοπλη βία και στη διακοπή δραστηριοτήτων πολλών ανθρωπιστικών οργανώσεων λόγω έλλειψης χρηματοδότησης. Τα νοσοκομεία συνεχίζουν να δέχονται μεγάλο αριθμό τραυματιών, μεταξύ των οποίων παιδιά και γυναίκες, που δυσκολεύονται να λάβουν την απαραίτητη ιατρική φροντίδα.
Περισσότερο από το 70% των δομών υγείας έχουν δεχθεί τραυματίες από όπλα από τον Ιανουάριο, ενώ η μεταφορά φαρμάκων καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων.
Η υγειονομική κρίση έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο, σύμφωνα με τον επικεφαλής της αποστολής του ICRC στη χώρα, Φρανσουά Μορεγιόν. Οι ζωές των κατοίκων βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο, καθώς δεν λαμβάνουν θεραπεία για ασθένειες όπως η ελονοσία, η φυματίωση και ο HIV.
Πάνω από το 80% των δομών υγείας στο Βόρειο και Νότιο Κίβου δεν λαμβάνει καμία υποστήριξη από ανθρωπιστικές οργανώσεις και λειτουργεί μόνο χάρη στην αφοσίωση του προσωπικού, επισημαίνει η ICRC.