Σε ποινή κάθειρξης 30 ετών καταδικάστηκε η Μεϊλίς Ντομπόν στη νοτιοδυτική Γαλλία, μετά από κατηγορίες για δηλητηρίαση των δύο θυγατέρων της με υψηλές δόσεις φαρμάκων και απόπειρα δολοφονίας του πρώην συζύγου της.
Η πρόεδρος του δικαστηρίου του Μον-ντε-Μαρσάν, Εμανουέλ Αντούλ, ανακοίνωσε πως η Ντομπόν θα μπορεί να αιτηθεί αποφυλάκιση μετά την έκτιση 20 ετών, σημαντικά περισσότερων από τα 5 που είχε ζητήσει η εισαγγελία. Η απόφαση αυτή βασίστηκε στη σοβαρότητα των αδικημάτων.
Η 53χρονη κρίθηκε ένοχη για τον θάνατο της 18χρονης κόρης της, Ενεά, η οποία κατέληξε λόγω λήψης μεγάλης ποσότητας φαρμάκων. Εξετάσεις έδειξαν ότι και η μικρότερη κόρη, Λουάν, είχε λάβει υψηλή δόση υπνωτικού για ενήλικες, ωστόσο η ίδια υπερασπίστηκε τη μητέρα της στο δικαστήριο.
Η Ντομπόν άκουσε την απόφαση με σκυμμένο το κεφάλι, χωρίς να κοιτάξει τους δικαστές. Διαθέτει δέκα ημέρες για να ασκήσει έφεση.
Η Ενεά, η οποία είχε εγκαταλείψει το σχολείο έναν χρόνο πριν τον θάνατό της και αντιμετώπιζε ψυχολογικά ζητήματα, υπέστη σπασμούς τον Νοέμβριο του 2019 στο σπίτι της οικογένειας. Η έρευνα κατέληξε ότι ο θάνατός της προκλήθηκε από Propranolol, βήτα-αναστολέα που επιβραδύνει τους καρδιακούς παλμούς, σε ποσότητα «δεκαπλάσια της θεραπευτικής δόσης».
Η εισαγγελία υποστήριξε πως «τίποτα δεν αποδείκνυε ότι επρόκειτο για αυτοκτονία», σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της μητέρας. Σύμφωνα με τον γενικό εισαγγελέα, Μαρκ Μπουραγκέ, η Ντομπόν είχε δύο κίνητρα: το σύνδρομο Μινχάουζεν δια αντιπροσώπου και έντονο μίσος προς τον πατέρα.
Ο Γιανίκ Ρεβερντί, πρώην διεθνής παίκτης χάντμπολ και πρώην σύζυγος της Ντομπόν, είχε χωρίσει μαζί της το 2009, ενώ οι σχέσεις του με τις κόρες του είχαν διακοπεί. Ο ίδιος, όπως και η σύντροφός του και οι γονείς του, παρακολούθησαν συγκινημένοι την ετυμηγορία του δικαστηρίου.
Ο γενικός εισαγγελέας χαρακτήρισε την Ενεά ως «παιδί αποδυναμωμένο από υπερφαρμακολογία», που είχε υποστεί «χημική υποταγή». Η λήψη Propranolol έγινε το πρωί της μοιραίας ημέρας, υπό συνθήκες επιβολής.
Η υπεράσπιση της Ντομπόν, μέσω της συνηγόρου Καρίν Μονζά, τόνισε πως οι αρχές δεν απέδειξαν την ενοχή της κατηγορούμενης, επισημαίνοντας τα σοβαρά και χρόνια ψυχιατρικά προβλήματα της κόρης. Η Λουάν, η μικρότερη κόρη, επίσης υπερασπίστηκε τη μητέρα της, αναφερόμενη σε μια «ευτυχισμένη» παιδική ηλικία που επηρεάστηκε από το διαζύγιο και τις βίαιες συμπεριφορές του πατέρα.
Ο πρώην σύζυγος κατηγόρησε τη Ντομπόν ότι χρησιμοποίησε τις κόρες ως «εργαλείο εκδίκησης» εναντίον του.
Η Ντομπόν φέρεται να σχεδίαζε τη δολοφονία του πρώην συζύγου της, επιχειρώντας να δωροδοκήσει συγκρατούμενες στη φυλακή του Πο, κάτι που η ίδια αρνήθηκε ως «κουτσομπολιά της φυλακής». Παρ’ όλα αυτά, το δικαστήριο την έκρινε ένοχη και γι’ αυτή την κατηγορία.