Σε μία από τις πιο παρατεταμένες και σύνθετες επιζωοτίες που έχει αντιμετωπίσει ποτέ η ελληνική αιγοπροβατοτροφία, η ευλογιά των αιγοπροβάτων έχει οδηγήσει χιλιάδες κτηνοτρόφους σε οριακή κατάσταση σε όλη τη χώρα.
Σύμφωνα με την Αναπληρώτρια Γενική Διευθύντρια Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κατερίνα Μαρίνου, η ευλογιά δεν είναι άγνωστη νόσος για τους αιγοπροβατοτρόφους, ιδιαίτερα σε ακριτικές περιοχές όπως ο Έβρος και η Λέσβος.
Για δεκαετίες, η εμφάνιση της νόσου αντιμετωπιζόταν με άμεσα μέτρα: καθολική θανάτωση των κοπαδιών, υγειονομική ταφή, δημιουργία ζωνών προστασίας και επιτήρησης, καθώς και εντατικούς ελέγχους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η εξάπλωση περιοριζόταν γεωγραφικά και η επιζωοτία έληγε σχετικά γρήγορα.
Σημαντική διαφοροποίηση σημειώθηκε το 2014, όταν η νόσος εξαπλώθηκε σε ευρύτερες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, φτάνοντας μέχρι την Πιερία. Εκείνη η επιζωοτία διήρκεσε περίπου έξι μήνες, αναδεικνύοντας την ανθεκτικότητα του ιού και την ικανότητά του να επιβιώνει στο περιβάλλον για μεγάλο διάστημα. Ακολούθησαν ακόμη δύο επιζωοτίες, στη Λέσβο και, για πρώτη φορά, στη Φθιώτιδα, οι οποίες όμως περιορίστηκαν γρήγορα. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η κ. Μαρίνου, η τρέχουσα κατάσταση είναι διαφορετική.
Από τις 21 Αυγούστου 2024 έως σήμερα, η ελληνική αιγοπροβατοτροφία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια παρατεταμένη επιζωοτία με πρωτόγνωρα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και την Εθνική Επιστημονική Επιτροπή Διαχείρισης και Ελέγχου της Ευλογιάς, μέχρι και την περασμένη Δευτέρα είχαν καταγραφεί 1.911 κρούσματα σε 2.365 εκτροφές, οδηγώντας στη θανάτωση άνω των 441.000 αιγοπροβάτων. Σε πολλές περιοχές η συντριπτική πλειονότητα των κοπαδιών έχει χαθεί, με τους κτηνοτρόφους να εκφράζουν έντονη ανησυχία για τη βιωσιμότητα των εκμεταλλεύσεών τους.
Η έκταση και η διάρκεια της κρίσης, σε συνδυασμό με τα περιοριστικά μέτρα που έχουν επιβληθεί μέσω διαδοχικών αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έχουν φέρει τη διαχείριση της ευλογιάς στο επίκεντρο των αγροτικών κινητοποιήσεων. Όπως σημειώνει η κ. Μαρίνου, είναι η πρώτη φορά που μια νόσος των ζώων εντάσσεται τόσο έντονα στη διεκδικητική ατζέντα των παραγωγών.
Εμβολιασμός: Προκλήσεις και διλήμματα
Κύριο αίτημα των κτηνοτρόφων που συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις αποτελεί η άμεση εφαρμογή εμβολιασμών κατά της ευλογιάς, με στόχο τον τερματισμό των μαζικών θανατώσεων.
Ωστόσο, η κ. Μαρίνου διευκρινίζει πως ο εμβολιασμός δεν αποτελεί απλή ή αυτονόητη λύση. Υπάρχουν σημαντικά πρακτικά και επιστημονικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν, όπως η καταλληλότητα του εμβολίου για τις εγχώριες φυλές, η αποτελεσματικότητα και η διάρκεια της ανοσίας, οι απαιτούμενες δόσεις και οι ηλικίες εφαρμογής.
Επιπλέον, τίθεται το ζήτημα αν μπορεί να εντοπιστεί ο φυσικός ιός σε εμβολιασμένο πληθυσμό, καθώς αυτό επηρεάζει την ανάκτηση του καθεστώτος απαλλαγής από τη νόσο. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων, χωρίς εμβολιασμό αρκούν έξι μήνες από το τελευταίο κρούσμα για αίτηση απαλλαγής. Αντίθετα, μετά από εμβολιαστική εκστρατεία απαιτείται διάστημα τουλάχιστον τριών ετών, λόγω της αδυναμίας διάκρισης αντισωμάτων μεταξύ εμβολιασμένων και φυσικά μολυσμένων ζώων. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει εργαστηριακή μέθοδος που να επιτρέπει αυτόν τον διαχωρισμό, δυσχεραίνοντας σημαντικά τη λήψη απόφασης για εμβολιασμό.
Παράλληλα, διευκρινίζεται ότι ο εμβολιασμός, ακόμη και αν προχωρήσει, δεν υποκαθιστά τα μέτρα εκρίζωσης και τους περιορισμούς που προβλέπει το ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα νοσήματα κατηγορίας Α. Σε κάθε επιβεβαιωμένο κρούσμα θα συνεχίζουν να εφαρμόζονται τα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της θανάτωσης των ζώων και της επιβολής ζωνών προστασίας και επιτήρησης.
Ανασύσταση ζωικού κεφαλαίου και προοπτικές
Σχετικά με το αίτημα ανασύστασης των εκτροφών σε περιοχές όπου δεν έχουν εμφανιστεί κρούσματα για μεγάλο διάστημα, η κ. Μαρίνου ξεκαθαρίζει ότι αυτό δεν είναι ακόμη εφικτό. Η ισχύουσα απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απαγορεύει την ανασύσταση του ζωικού κεφαλαίου χωρίς να προσδιορίζει χρονικό ορίζοντα άρσης, καθώς δεν έχει επιτευχθεί δραστική μείωση ή μηδενισμός των ενεργών κρουσμάτων.
Η αυστηρή τήρηση των περιορισμών μετακίνησης, των μέτρων βιοασφάλειας από όλους τους εμπλεκόμενους, οι εντατικοί έλεγχοι των κτηνιατρικών υπηρεσιών και η επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για τον περιορισμό της διασποράς και την προστασία της ελληνικής κτηνοτροφίας από τη νόσο. Όπως επισημαίνεται, η ευλογιά αποτελεί ένα επίμονο νόσημα που "πρέπει να εκριζωθεί εδώ και τώρα".