Μπορεί το πρόγραμμα Μπαταρίες στις επιχειρήσεις να φιλοδοξούσε να ενισχύσει την ενεργειακή αυτονομία και να μειώσει το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, ωστόσο η επιλογή να συνδεθεί υποχρεωτικά με τα φωτοβολταϊκά, οι καθυστερήσεις στις εγκρίσεις και ο περιορισμός στο χρόνο υλοποίησης έχουν φέρει αντίθετα αποτελέσματα.
Το πρόγραμμα, συνολικού προϋπολογισμού 153,7 εκατ. ευρώ, δίνει τη δυνατότητα σε εταιρείες να εγκαταστήσουν μονάδες αποθήκευσης ενέργειας σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκά. Η επιδότηση της μπαταρίας κυμαίνεται μεταξύ 30% και 50%, ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης.
Αγώνας δρόμου για τις επιχειρήσεις
Οι καθυστερήσεις στο πρόγραμμα είναι μεγάλες, καθώς η ανακοίνωση της λίστας όλων των επιλέξιμων έργων μεταφέρθηκε από τα τέλη Φεβρουαρίου, που ήταν η αρχική προθεσμία υποβολής, για μετά τις 30 Σεπτεμβρίου. Επομένως, μία επιχείρηση που υπέβαλε αίτηση τον Ιανουάριο και η οποία έχει αξιολογηθεί θετικά, θα ενημερωθεί για αυτό επτά και πλέον μήνες αργότερα.
Αμέσως μετά την επίσημη έγκριση, όλες οι επιχειρήσεις θα έχουν κοινό χρονικό περιθώριο- έως τον Ιούνιο του 2026 -για να ολοκληρώσουν τα έργα τους, καθώς το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Αυτό μεταφράζεται σε έναν εντατικό εννεάμηνο κύκλο υλοποίησης, ο οποίος δυσκολεύει ιδιαίτερα τις μεγάλες εγκαταστάσεις όπου ο χρόνος παράδοσης μπαταριών μπορεί να φτάσει και τους πέντε μήνες.
Πάντως, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, εάν το πρόγραμμα είχε χωριστεί σε «κύκλους» ένταξης, οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν να ενημερώνονται πιο έγκαιρα και να ξεκινούν νωρίτερα την επένδυση.
Υπενθυμίζεται ότι στο πρόγραμμα προβλέπεται η μέθοδος της άμεσης αξιολόγησης FIFO (First In - First Out). Έτσι, όσα από αυτά πληρούν τα κριτήρια, «κλειδώνουν» το ποσό της χρηματοδότησης, αν στο μεταξύ δεν έχει εξαντληθεί ο διαθέσιμος προϋπολογισμός.
«Πεσμένο» ενδιαφέρον λόγω οικονομικού ρίσκου
Η χαμηλή ζήτηση, που ήταν και ο βασικός λόγος που δόθηκε παράταση, αποδεικνύει την αναποτελεσματικότητα του όλου σχεδιασμού του προγράμματος. Μάλιστα, επιχειρήσεις που έχουν ήδη καταθέσει αιτήσεις βρίσκονται σε αναμονή, έχοντας δεσμεύσει πόρους χωρίς να γνωρίζουν πότε θα εκταμιευθεί η επιδότηση, όταν η απόσβεση τέτοιων συστημάτων υπολογίζεται σε 2 με 3 χρόνια.
Ο Ιωάννης Κυανίδης, Γενικός Γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Ηλεκτρικής Ενέργειας από Φωτοβολταϊκά (ΠΟΣΠΗΕΦ), αναφέρει στο BD: «Οι παρατάσεις που έχουν δοθεί αποδεικνύουν την έλλειψη ενδιαφέροντος. Αυτό σημαίνει ότι οι αιτήσεις δεν αξιολογούνται, με αποτέλεσμα όσοι έχουν ήδη καταθέσει αίτηση - και πιθανόν εξασφαλίσει άδεια – να μην ξέρουν πότε θα πάρουν την επιδότηση για τη μπαταρία. Στο μεταξύ μπαίνουν σε έξοδα, χωρίς σαφή χρονικό ορίζοντα. Για να λάβουν την επιδότηση πρέπει πρώτα να κλείσει το πρόγραμμα, να ξεκινήσει η αξιολόγηση και, κάποια στιγμή, να εκταμιευτούν τα χρήματα - γεγονός αβέβαιο όσο δίνονται συνεχώς παρατάσεις.
Μετά την έγκριση, όλοι θα έχουν περιθώριο υλοποίησης έως τον Ιούνιο του 2026, όταν και λήγει το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Αυτό σημαίνει ότι όσοι υπέβαλαν αίτηση τον Ιανουάριο του 2025 θα περιμένουν τουλάχιστον 1,5 χρόνο για να δουν αν τελικά το πρόγραμμα θα λειτουργήσει, έχοντας ήδη επωμιστεί δαπάνες».
Βέβαια, να σημειώσουμε ότι ένας ακόμη λόγος για τις σημαντικές κωλυσιεργίες, ήταν η καθυστέρηση στην τροποποίηση της υπουργικής απόφασης για το net billing, που καθορίζει τον συμψηφισμό παραγόμενης και καταναλισκόμενης ενέργειας.
Ανώφελος και ζημιογόνος ο συνδυασμός μπαταριών με φωτοβολταϊκά
Ο κ. Κυανίδης επισημαίνει ότι η απαίτηση του προγράμματος να συνδυάζονται οι μπαταρίες με φωτοβολταϊκά περιορίζει το πραγματικό του όφελος. Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι κάτι τέτοιο αυξάνει το αρχικό κόστος, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις δεν υπάρχει διαθέσιμος χώρος για εγκατάσταση.
«Το πρόγραμμα αυτό απευθύνεται σε επιχειρήσεις που δεν έχουν ως κύρια δραστηριότητα την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά. Βασική προϋπόθεση είναι είτε να διαθέτεις ήδη ένα φωτοβολταϊκό είτε να έχεις καταθέσει αίτηση για εγκατάσταση, ώστε οι μπαταρίες να τροφοδοτούνται κυρίως από αυτό. Κατά την άποψή μου, αυτή η προσέγγιση δεν είναι ιδιαίτερα δόκιμη, καθώς το ζητούμενο σήμερα είναι να αποκτήσουμε μπαταρίες - όπως αναφέρει και το ίδιο το πρόγραμμα - ακόμα και χωρίς την ύπαρξη φωτοβολταϊκού.
Δηλαδή, τι προβλέπει τώρα το πρόγραμμα; Για να λάβεις επιδότηση για μπαταρία, πρέπει να έχεις ή να εγκαταστήσεις φωτοβολταϊκό. Όμως είναι δύσκολο να τοποθετηθεί, καθώς συχνά δεν υπάρχει διαθέσιμος χώρος. Πόσες επιχειρήσεις μπορούν να βάλουν φωτοβολταϊκά στη στέγη και αν βρίσκονται σ’ ένα business center με ποιον θα συνεννοηθούν;
Δεν ωφελεί το σύστημα, όπως είναι σήμερα, η περαιτέρω εγκατάσταση φωτοβολταϊκών, διότι επιτείνεται το πρόβλημα του υπερκορεσμού», συνεχίζει.
Πώς θα ωφελούσε η ύπαρξη μόνο μπαταρίας;
Ωστόσο, σύμφωνα με τον ΓΓ του ΠΟΣΠΗΕΦ, «το ιδανικό θα ήταν να επιδοτούνται οι μπαταρίες μόνες τους».
«Αφού επιδοτούμε ούτως ή άλλως τη μπαταρία, γιατί να υποχρεώνουμε τον κόσμο να εγκαθιστά και φωτοβολταϊκό; Η μπαταρία θα μπορούσε να φορτίζει από το δίκτυο τις μεσημεριανές ώρες όταν οι χρεώσεις είναι μηδενικές και να χρησιμοποιείται τις υπόλοιπες. Αυτό είναι που χρειάζεται η χώρα σήμερα».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «μια σκέτη μπαταρία λύνει δύο προβλήματα. Πρώτον αυξάνει τεχνητά τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας τις ώρες που υπάρχει υπερπαραγωγή και μηδενικές τιμές και δεύτερον μεγιστοποιεί το όφελος για την επιχείρηση, αφού δεν την επιβαρύνει με το κόστος ενός φωτοβολταϊκού που δεν επιδοτείται και αυξάνει σημαντικά το αρχικό κόστος εγκατάστασης».
«Επαναλαμβάνω ότι θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό εάν δεν υπήρχε η υποχρέωση εγκατάστασης φωτοβολταϊκού. Σε αυτήν την κατεύθυνση επιθυμούσε να κινηθεί η προηγούμενη ηγεσία του ΥΠΕΝ», καταλήγει ο κ. Κυανίδης.