Ιστορική χαρακτηρίζουν την συμφωνία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου οι οικονομολόγοι, τονίζοντας ότι πρόκειται για σημαντικό βήμα προς την δημοσιονομική ενοποίηση της Ευρώπης, ωστόσο, κάνουν λόγο, επίσης, και για σκληρές διαπραγματεύσεις που ενδεχομένως να έχουν πολιτικό κόστος στο μέλλον.
Μετά από ένα τετραήμερο μαραθώνιων διαπραγματεύσεων, βρέθηκε ένα συμβιβασμός στις Βρυξέλλες και ως είθισται στα συνέδρια κορυφής της Ευρώπης, όλοι υποστηρίζουν ότι βγήκαν κερδισμένοι. Αλλά χαρακτηριστικά ενότητας δεν υπήρξαν στις σκληρές διαπραγματεύσεις, παρόλο που είχε επείγοντα χαρακτήρα όλο το θέμα και πρόκειται για μια διαδικασία που την παρακολουθούν στενά οι αγορές, τονίζει η ING.
Η επίτευξη της συμφωνίας είναι αυτό που στο ποδόσφαιρο ονομάζεται «βρώμικη νίκη», υποστηρίζει η ING.
«Δεν είναι το αποτέλεσμα της ενότητας και της αλληλεγγύης, αλλά μάλλον ενός σκληρού συμβιβασμού, και μόνο ο χρόνος θα δείξει πόσο μεγάλο μέρος του δράματος ήταν για τους ψηφοφόρους στο σπίτι και πόση πολιτική πορσελάνη έχει σπάσει», προσθέτει η ίδια.
Το σχέδιο της Ευρώπης προβλέπει ένα πακέτο 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις αγορές. Το πακέτο αποτελείται, επίσης, από 390 δισεκατομμύρια ευρώ επιχορηγήσεων, οι οποίες θα χορηγηθούν στα περισσότερο πληγέντα από την πανδημία κράτη, και από 360 δισεκατομμύρια ευρώ που θα είναι διαθέσιμα για δανεισμό.
Προκειμένου να καμφθεί η σθεναρή αντίσταση τεσσάρων χωρών, της Ολλανδίας, της Αυστρίας, της Δανίας και της Σουηδίας, στις οποίες προστέθηκε στη συνέχεια η Φινλανδία, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, χρειάσθηκε να αναθεωρήσει προς τα κάτω το πακέτο των 500 δισεκατομμυρίων σε επιχορηγήσεις στα 390 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό έγινε εις βάρους των κονδυλίων για το περιβάλλον, την καινοτομία και την υγεία, επιβαρύνοντας νευραλγικά σημεία της οικονομίας του μέλλοντος.
Ανάμεσα στα άλλα σημεία που προβληματίζουν τους οικονομολόγους είναι το ότι τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θα εκταμιευθούν για αρκετό καιρό ακόμα.
«Σε μια ιδανική νομισματική ένωση, οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να δανείζονται φέτος για τη χρηματοδότηση εθνικών προγραμμάτων δημοσιονομικής τόνωσης. Ωστόσο, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου, περίπου το 70% του Ταμείου Ανάκτησης θα δεσμευτεί για το 2021 και το 2022 και το 30% για το 2023. Μπορεί να χρειασθεί πολύς περισσότερος χρόνος μέχρι να γίνει η εκταμίευση των χρημάτων», επισημαίνει η Capital Economics.
Παρά τα προβλήματα, προσθέτει η Capital Economics, είναι η πρώτη φορά που παρέχεται επιπλέον διαβεβαίωση στους επενδυτές σε κρατικά ομόλογα της ζώνης του ευρώ ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα υποστηρίξουν ολόκληρη τη νομισματική ένωση ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος κατακερματισμού.
«Σηματοδοτεί ένα ιστορικό βήμα προς μια περιορισμένη μορφή δημοσιονομικής ένωσης και, ως εκ τούτου, μειώνει περαιτέρω τον ήδη χαμηλό κίνδυνο κατακερματισμού», καταλήγει η ίδια.