Με την τελευταία συνάντηση στο Προεδρικό Μέγαρο της Κατερίνας Σακελλαροπούλου και του Κυριάκου Μητσοτάκη κλείνει ουσιαστικά και ο κύκλος της πενταετούς θητείας της πρώτης γυναίκας στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα και ανοίγει η χρονοβόρα διαδικασία με τις πολλαπλές ψηφοφορίες στη Βουλή, για την ανάδειξη στην Προεδρία της Δημοκρατίας του Κωνσταντίνου Τασούλα.
Η διαδικασία ξεκινάει το προσεχές Σάββατο και ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναμένεται να εκλεγεί από την Ολομέλεια της Βουλής μετά την τέταρτη ψηφοφορία, στις 12 Φεβρουαρίου, όπου η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι θα συγκεντρώσει έναν αριθμό θετικών ψήφων, πέριξ των 165.
Με την ολοκλήρωση της προβλεπόμενης διαδικασίας ξεκαθαρίζει συνολικά και το πολιτικό σκηνικό, με το Μέγαρο Μαξίμου να βάζει σε εφαρμογή τη στρατηγική του μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές.
Τα διλήμματα που είχε ο πρωθυπουργός όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα για την επιλογή ενός πολιτικού ή μη πρόσωπου, ως νέου ενοίκου του Προεδρικού Μεγάρου, μέχρι και το ιδεολογικό πρόσημο που αυτός θα εκπροσωπεί, έγειραν τελικώς την πλάστιγγα προς μια παραταξιακή επιλογή.
Άλλωστε, με δεδομένη και την βούληση του Κυριάκου Μητσοτάκη να διεκδικήσει μια τρίτη συνεχόμενη κυβερνητική θητεία, αυτό που τελικώς βάρυνε στη στάθμιση των δεδομένων της συγκυρίας, είναι ότι ο στόχος μιας νέας εκλογικής νίκης περνάει μέσα από το μικροσκόπιο των συντηρητικών ψηφοφόρων που βρίσκονται εκ δεξιών της ΝΔ.
Γίνεται πλέον εμφανές ότι η επόμενη εκλογική μάχη θα δοθεί στο χαρακώματα των στενών κομματικών ορίων, με πολλούς να εκτιμούν ότι ο πρωθυπουργός δεν θα περιμένει το πλήρωμα του χρόνου, δηλαδή το 2027, αλλά οι κάλπες είναι πολύ πιθανό να στηθούν νωρίτερα μέσα στο 2026.
Η επιζητούμενη ευρεία αποδοχή και συναίνεση του παρελθόντος έδωσε τη θέση της στην ανάγκη της συσπείρωσης της κομματικής βάσης και της ανάταξης της λεγόμενης παραταξιακής συνείδησης.
«Οι παραινέσεις των βουλευτών έπιασαν τόπο», έλεγε με νόημα γαλάζιο στέλεχος, για να εξηγήσει ότι ο πρωθυπουργός μέτρησε το πιθανό πολιτικό κόστος μιας κεντροαριστερής επιλογής και τις επιφυλάξεις στο εσωτερικό της ΝΔ από τα κεντρώα ανοίγματα, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τον επικήδειο που εκφώνησε ο κ.Μητσοτάκης στην κηδεία του Κώστα Σημίτη, οδηγώντας πολλούς να θεωρήσουν ότι η τελική του επιλογή θα προέρχεται από τον χώρο της Κεντροαριστεράς.
Για κάποιους άλλους πάντως, η επιλογή του Κωνσταντίνου Τασούλα θα δοκιμάσει τη σχέση του πρωθυπουργού με το μετριοπαθές ακροατήριο πολιτών, που αποτέλεσε και την κρίσιμη δεξαμενή των ψηφοφόρων που τον προτίμησε έναντι άλλων επιλογών πάνω από την κάλπη.
Σε αυτό τον προβληματισμό απαντούν οι επιτελείς του Μεγάρου Μαξίμου, τονίζοντας ότι «η δεξαμενή των κεντρώων ψηφοφόρων είναι πλέον για τον Κυριάκο Μητσοτάκη πεπερασμένη και ότι είχε να κερδίσει έχει αγγίξει τα όρια των όποιων μελλοντικών πολιτικών ωφελημάτων».
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πλέον η προσοχή του κυβερνητικού επιτελείου στρέφεται στο να θωρακίσει τα νώτα του και να ανακόψει διαρροές προς την Ελληνική Λύση, τη Νίκη και τη Φωνή Λογικής, με το βάρος να πέφτει σε συγκεκριμένες εκλογικές περιφέρειες, όπως η Μακεδονία, η Ήπειρος και η Θράκη.
Κεντρική στόχευση για τον πρωθυπουργό και τους συνεργάτες του αποτελεί η επιστροφή στις γαλάζιες κάλπες των δεξιών ψηφοφόρων, οι οποίοι είτε γύρισαν την πλάτη στις πρόσφατες ευρωεκλογές, είτε επέλεξαν άλλο κόμμα, δεξιότερα της ΝΔ.
Κρας τεστ – σε κοινοβουλευτικό τουλάχιστον επίπεδο – αναμένεται να αποτελέσει για την κυβερνητική πλειοψηφία και η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για εξαετή θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Η συζήτηση αναμένεται να ξεκινήσει μέχρι το τέλος του έτους, στο πλαίσιο της επικείμενης Συνταγματικής Αναθεώρησης, για αλλαγή του άρθρου 30 του Συντάγματος - που παραμένει σε ισχύ από το 1975 - με άγνωστες ακόμα τις προθέσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης που απέφυγαν να ανοίξουν εκ προοιμίου τα χαρτιά τους, αν και στις κατ' ιδίαν συζητήσεις, εκφράζουν ισχυρούς ενδοιασμούς, θεωρώντας την όποια συζήτηση ως αποπροσανατολιστική και άκαιρη, από τη στιγμή όπου δεν υπάρχει διαπιστωμένο πρόβλημα στη λειτουργία του πολιτεύματος που να απαιτείται αναθεώρηση της συγκεκριμένης διάταξης.