Την πρόοδο που έχει σημειωθεί στο Εθνικό Σύστημα Υγείας τα τελευταία χρόνια, με έμφαση στις υποδομές, τη διαχείριση των ραντεβού, την αξιολόγηση των υπηρεσιών και την ενίσχυση του προσωπικού, παρουσίασε ο υφυπουργός Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους, σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ.
Ο κ. Θεμιστοκλέους τόνισε ότι η εικόνα του ΕΣΥ αλλάζει ουσιαστικά μετά από χρόνια στασιμότητας. Όπως ανέφερε, το σχέδιο αναβάθμισης ξεκίνησε από την πρώτη διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και αποδίδει ήδη αποτελέσματα.
Για πρώτη φορά, οι πολίτες διαπιστώνουν ανακαινισμένες υποδομές στα νοσοκομεία, ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται έργα ανακαίνισης σε 156 Κέντρα Υγείας σε όλη τη χώρα. Παράλληλα, αναβαθμίζονται Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών και προχωρά η ψηφιακή αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη βελτίωση των χρόνων αναμονής για ραντεβού με ειδικούς γιατρούς, παρουσιάζοντας συγκριτικά στοιχεία με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Όπως σημείωσε, πλέον στην πλειονότητα των περιοχών, και ειδικά στην Αττική, οι πολίτες μπορούν να εξασφαλίσουν ραντεβού με ειδικό γιατρό εντός μίας ή δύο ημερών, κάτι που δεν ίσχυε μέχρι πρόσφατα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στην Ιταλία ο χρόνος αναμονής για τακτικό ραντεβού μπορεί να φτάσει έως και 7,5 μήνες, ενώ στη Γαλλία και τη Γερμανία κυμαίνεται μεταξύ 4 και 6 μηνών.
Παρά το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο στη Γερμανία, οι καθυστερήσεις παραμένουν, ενώ στη Μεγάλη Βρετανία πολλοί ασθενείς ξεπερνούν τον στόχο των 18 εβδομάδων αναμονής. Η Ελλάδα έχει καταφέρει να διαφοροποιηθεί σημαντικά ως προς αυτό το ζήτημα.
Ο υφυπουργός αναφέρθηκε επίσης στην αυξημένη ζήτηση για ραντεβού, σημειώνοντας ότι τον Οκτώβριο πραγματοποιήθηκαν 370.000 ραντεβού, αριθμός που τον Νοέμβριο αυξήθηκε στις 430.000, καταγράφοντας άνοδο 28%. Οι πολίτες, διαπιστώνοντας τη βελτίωση, ανταποκρίνονται μαζικά στη νέα διαδικασία.
Αναφερόμενος στην αξιολόγηση των υπηρεσιών υγείας από τους ασθενείς, ο κ. Θεμιστοκλέους επεσήμανε ότι το 75% όσων νοσηλεύτηκαν αξιολογεί τη νοσηλεία ως καλή ή πολύ καλή, σύμφωνα με δείγμα που ξεπερνά τους 26.000 ασθενείς.
Όπως σημείωσε, αυτή η εικόνα διαφέρει σημαντικά από την αρνητική δημόσια συζήτηση περί κατάρρευσης του ΕΣΥ.
Παράλληλα, επισήμανε την πρόκληση που αποτελεί η επάρκεια νοσηλευτικού προσωπικού, ένα ζήτημα που απασχολεί όλα τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας. Σύμφωνα με τον υφυπουργό, στην Ευρώπη καταγράφεται έλλειμμα άνω του 1 εκατομμυρίου νοσηλευτών.
Αυτή τη στιγμή, στο ελληνικό σύστημα υπάρχουν διαθέσιμες 1.000 θέσεις νοσηλευτών, ωστόσο οι αιτήσεις ανέρχονται μόλις στις 400. Στόχος του υπουργείου είναι η παροχή κινήτρων, μεταξύ των οποίων και η αύξηση των μισθών, για την ενίσχυση του κύρους και της ελκυστικότητας του επαγγέλματος.
Ο Μάριος Θεμιστοκλέους αναφέρθηκε επίσης στην επικαιροποίηση του υγειονομικού χάρτη της χώρας, επισημαίνοντας την ανάγκη για ορθολογική αναδιάρθρωση των νοσοκομείων.
Τόνισε ότι δεν είναι εφικτό όλα τα νοσοκομεία να παρέχουν το σύνολο των υπηρεσιών και πως απαιτείται κοινωνική συνεννόηση για τη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού συστήματος.
Σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία, υπογράμμισε ότι για πρώτη φορά τα νοσοκομεία διαθέτουν ολοκληρωμένους προϋπολογισμούς και απολογισμούς. Για τα έτη 2024 και 2025, δεν χρειάστηκε να ζητηθεί πρόσθετη χρηματοδότηση από το υπουργείο Οικονομικών, γεγονός που αποτυπώνει τη βελτίωση στη διαχείριση των οικονομικών πόρων.
Τέλος, ο υφυπουργός Υγείας τόνισε πως η μεταρρύθμιση στην Υγεία αποτελεί μια συνεχή και εθνική προσπάθεια, με στόχο ένα σύγχρονο, λειτουργικό και, κυρίως, πιο φιλικό προς τον ασθενή ΕΣΥ.