Σύμφωνα με έκθεση που δημοσιοποίησε σήμερα η Διεθνής Αμνηστία, η Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές ένοπλες οργανώσεις κατηγορούνται για «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», συμπεριλαμβανομένης της «εξόντωσης», κατά τη διάρκεια και μετά την επίθεσή τους στο νότιο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023.
Η έκθεση, που ξεπερνά τις 170 σελίδες, αναφέρει ότι οι εν λόγω οργανώσεις διέπραξαν παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Μεταξύ αυτών καταγράφονται ομηρείες, φυλακίσεις, βασανισμοί, εξαναγκαστικές εξαφανίσεις, βιασμοί και «άλλες μορφές σεξουαλικής βίας».
Η Διεθνής Αμνηστία επισημαίνει ότι οι σφαγές αμάχων την 7η Οκτωβρίου συνιστούν το «έγκλημα της εξόντωσης». Παράλληλα, οι οργανώσεις, κυρίως η Χαμάς, συνέχισαν να διαπράττουν εγκλήματα κατά του διεθνούς δικαίου και μετά την ημερομηνία αυτή, κρατώντας ομήρους και υποβάλλοντάς τους σε «κακομεταχείριση», ενώ διατηρούσαν και «πτώματα».
Σύμφωνα με την έκθεση, η απαγωγή και κράτηση ομήρων ήταν μέρος σχεδίου που καταρτίστηκε από τη «ηγεσία της Χαμάς και άλλων παλαιστινιακών ένοπλων οργανώσεων». Η διεθνής οργάνωση είχε ήδη επισημάνει πως η Χαμάς και άλλες οργανώσεις διέπραξαν εγκλήματα πολέμου κατά την έναρξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας.
Κατά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, σκοτώθηκαν 1.221 άνθρωποι στην ισραηλινή πλευρά, κυρίως άμαχοι, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία. Την ίδια ημέρα 251 όμηροι απήχθησαν και μεταφέρθηκαν στη Λωρίδα της Γάζας, μεταξύ των οποίων 44 ήταν ήδη νεκροί. Από τους 207 ομήρους που μεταφέρθηκαν, 41 πέθαναν ή σκοτώθηκαν στην αιχμαλωσία. Σήμερα, όλοι οι όμηροι έχουν επαναπατριστεί, εκτός από έναν Ισραηλινό, το πτώμα του οποίου παραμένει στη Γάζα.
Η ΜΚΟ σημειώνει ότι για τις υποθέσεις σεξουαλικής βίας κατά την επίθεση, δεν κατάφερε να λάβει παρά μία μαρτυρία επιζήσασας, χωρίς να μπορεί να προσδιορίσει το εύρος των περιστατικών.
Η έκθεση αποδίδει την «κύρια ευθύνη» για τα εγκλήματα στον στρατιωτικό βραχίονα της Χαμάς, τις Ταξιαρχίες Ιζεντίν αλ Κάσαμ, ενώ μικρότερη ευθύνη αποδίδεται στον Παλαιστινιακό Ισλαμικό Τζιχάντ, τις Ταξιαρχίες των Μαρτύρων του Αλ Ακσά και σε «παλαιστίνιους πολίτες» μη ενταγμένους σε οργανώσεις.
Παράλληλα, η Διεθνής Αμνηστία κατηγορεί το Ισραήλ για διάπραξη γενοκτονίας στη Γάζα, σημειώνοντας ότι αυτή «συνεχίζεται χωρίς διακοπή» παρά την κατάπαυση του πυρός από τις 10 Οκτωβρίου.
Το Ισραήλ απορρίπτει τις κατηγορίες περί γενοκτονίας, χαρακτηρίζοντάς τες «ψευδείς» και «αντισημιτικές».
Σύμφωνα με το Καταστατικό της Ρώμης, «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας» ορίζεται ως «ευρεία και συστηματική επίθεση εναντίον άμαχου πληθυσμού» με γνώση του στόχου.
Τον Μάιο του 2024, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) εξέδωσε εντάλματα σύλληψης κατά του Ισμαήλ Χανίγια, τότε ηγέτη της Χαμάς, του Μοχάμεντ Ντέιφ, ηγέτη των Ταξιαρχιών αλ Κάσαμ, και του Γιαχία Σινουάρ, εγκεφάλου της επίθεσης, τα οποία ακυρώθηκαν μετά το θάνατό τους σε ισραηλινές επιχειρήσεις.
Εντάλματα σύλληψης παραμένουν σε ισχύ κατά του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου και του πρώην υπουργού Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ, για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στη Γάζα.
Περισσότεροι από 70.369 Παλαιστίνιοι έχασαν τη ζωή τους στη Λωρίδα της Γάζας κατά τη διάρκεια της ευρείας στρατιωτικής εκστρατείας του Ισραήλ, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της κυβέρνησης Χαμάς. Τα στοιχεία, τα οποία θεωρούνται αξιόπιστα από τον ΟΗΕ, δεν διαχωρίζουν μεταξύ μαχητών και αμάχων, ωστόσο η πλειονότητα των θυμάτων ήταν γυναίκες και παιδιά.