Τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛΤΑ) προχωρούν σε αναδιοργάνωση του δικτύου τους, περιορίζοντας τον αριθμό των φυσικών καταστημάτων και ενισχύοντας τον ρόλο του ταχυδρόμου με σύγχρονα ψηφιακά μέσα, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της εταιρείας.
Η απόφαση για αναστολή λειτουργίας 204 καταστημάτων εντάσσεται σε μια στοχευμένη αναδιάρθρωση με έμφαση στην αποτελεσματικότητα και τη βιωσιμότητα της εταιρείας. Παράλληλα, έχει προβλεφθεί ειδική μέριμνα για ηλικιωμένους, κατοίκους απομακρυσμένων περιοχών και τοπικές επιχειρήσεις, προσφέροντας δυνατότητα κατ' οίκον ραντεβού.
Η διοίκηση των ΕΛΤΑ επισημαίνει ότι η αναστολή αφορά καταστήματα με ελάχιστη εμπορική δραστηριότητα, ενώ η συναλλακτική δραστηριότητα στα φυσικά σημεία συνεισφέρει πλέον λιγότερο από το 10% των εσόδων, αλλά απορροφά πάνω από το 50% των εξόδων της εταιρείας. Αυτό, σύμφωνα με την ανακοίνωση, περιορίζει τις δυνατότητες για επένδυση και ανάπτυξη σε τομείς όπως τα courier, το ηλεκτρονικό εμπόριο και η υποστήριξη επιχειρήσεων.
Οι ταχυδρομικές υπηρεσίες θα συνεχίσουν να παρέχονται αδιάλειπτα σε όλη τη χώρα μέσω ενός διευρυμένου δικτύου που περιλαμβάνει 1.400 ταχυδρόμους, 500 συνεργάτες, 400 πράκτορες courier και αγροτικούς διανομείς, αξιοποιώντας σύγχρονα ψηφιακά εργαλεία. Έτσι διασφαλίζεται η εξυπηρέτηση της περιφέρειας με μεγαλύτερη ευελιξία και αποτελεσματικότητα.
Τα ΕΛΤΑ, που ανήκουν στο Υπερταμείο από το 2017, παραμένουν δεσμευμένα στην καθολική παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές. Ο ταχυδρόμος διατηρεί κεντρικό ρόλο, εξοπλισμένος πλέον με σύγχρονα μέσα και τεχνολογίες που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες των πολιτών.
Οι διανομείς και οι συνεργάτες των ΕΛΤΑ διαθέτουν ψηφιακά μέσα, όπως POS και φορητές συσκευές PDA, επιτρέποντας την παροχή πλήθους υπηρεσιών κατ’ οίκον χωρίς να απαιτείται επίσκεψη σε κατάστημα. Αυτό ενισχύει την κάλυψη ακόμη και στις πιο δυσπρόσιτες περιοχές και διασφαλίζει την προσωπική εξυπηρέτηση, ιδιαίτερα για όσους έχουν περιορισμένες δυνατότητες μετακίνησης.
Μετά την αναπροσαρμογή του δικτύου, το προσωπικό των ΕΛΤΑ μεταφέρεται σε παραγωγικές λειτουργίες, ενισχύοντας την παρουσία ταχυδρόμων και την επιχειρησιακή δυναμική στην περιφέρεια. Στις περιοχές όπου δεν θα λειτουργεί φυσικό κατάστημα, οι υπηρεσίες θα παρέχονται μέσω του διευρυμένου δικτύου διανομής, κινητών μονάδων και συνεργαζόμενων σημείων.
Για τους ηλικιωμένους και τους κατοίκους απομακρυσμένων περιοχών, η εξυπηρέτηση θα γίνεται με φυσική παρουσία ταχυδρόμου, ενώ οι πολίτες μπορούν να ενημερώνονται για τα στοιχεία του ταχυδρόμου της περιοχής τους και να προγραμματίζουν ραντεβού για κατ’ οίκον εξυπηρέτηση.
Παράλληλα, τοπικές επιχειρήσεις και φορείς εξυπηρετούνται μέσω κινητών κέντρων περισυλλογής αλληλογραφίας, ενώ εξετάζονται συνεργασίες με ιδιώτες επαγγελματίες για τη λειτουργία σημείων εξυπηρέτησης υπό το εμπορικό σήμα των ΕΛΤΑ ή της ΕΛΤΑ Courier.
Η ταχυδρομική αγορά έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές τα τελευταία χρόνια λόγω της ψηφιοποίησης και της μείωσης της επιστολικής αλληλογραφίας – μόνο την τελευταία δεκαετία, το 90% του επιστολικού προϊόντος έχει χαθεί. Πλέον, λιγότερο από το 10% των εσόδων των ΕΛΤΑ προέρχεται από τα φυσικά καταστήματα, τα οποία όμως αντιστοιχούν στο 45% του συνολικού κόστους λειτουργίας.
Ο μετασχηματισμός των ΕΛΤΑ κρίνεται αναγκαίος για τη διασφάλιση του μέλλοντος και του κοινωνικού τους ρόλου, σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η στρατηγική εστιάζει στη βέλτιστη κάλυψη, με τα ΕΛΤΑ να έχουν ανέβει στη δεύτερη θέση της αγοράς δεμάτων και να επενδύουν σε σύγχρονες υποδομές logistics και ηλεκτροκίνησης, διαθέτοντας 250 υβριδικά οχήματα και 250 ηλεκτρικά δίκυκλα.
Στόχος είναι η εξυγίανση και ο εκσυγχρονισμός της εταιρείας, ώστε να λειτουργεί με βιωσιμότητα, διαφάνεια και αποτελεσματικότητα, παρέχοντας υψηλού επιπέδου υπηρεσίες σε όλη την Ελλάδα. Το ενιαίο δίκτυο ΕΛΤΑ και ΕΛΤΑ Courier θα διαθέτει πάνω από 800 σημεία εξυπηρέτησης πανελλαδικά, διασφαλίζοντας την αδιάλειπτη παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών.
Τα Ελληνικά Ταχυδρομεία συνεχίζουν να εξελίσσουν το ιστορικό τους έργο, επενδύοντας σε ανθρώπινο δυναμικό και τεχνολογία, με στόχο τη βελτίωση της καθημερινής εξυπηρέτησης και την αξιόπιστη διασύνδεση της χώρας στη νέα ψηφιακή εποχή.