Οι ισχυρές αποδόσεις της χώρας ως εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας ενισχύουν το ενεργειακό προφίλ της Ελλάδας, αλλά κοστίζουν στον Έλληνα καταναλωτή.
Αναλυτές και παράγοντες της αγοράς αναφέρουν στο Business Daily ότι οι αυξημένες εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας τους τελευταίους μήνες δημιουργούν νέα ανοδική πίεση στη χονδρική τιμή του ρεύματος που αποτελεί βάση για τα τιμολόγια που πληρώνουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις κάθε μήνα.
Επισημαίνουν, επίσης, ότι η τιμή στην αγορά DAM θα μπορούσε να είναι λιγότερο έντονη, αν δεν παρήγαγε η χώρα με αέριο τόσο ρεύμα που προορίζεται για αγορές του εξωτερικού.
Η συμμετοχή του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα της χώρας όλο και αυξάνεται. Χαρακτηριστικά είναι και τα στοιχεία από το Χρηματιστήριο Ενέργειας για τη σημερινή ημέρα που δείχνουν ότι η συμμετοχή του φυσικού αερίου ξεπερνάει κατά πολύ τις ΑΠΕ (42,2% φυσικό αέριο, 35,1% ΑΠΕ) στο ενεργειακό μείγμα.
Σημειώνεται, επίσης, ότι συχνά τον τελευταίο καιρό πάνω από το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται προέρχεται από το φυσικό αέριο. Ένας βασικός λόγος είναι ότι πρόκειται για ημέρες όπου οι ΑΠΕ δεν αποδίδουν λόγω ακατάλληλων καιρικών συνθηκών.
Και ένας άλλος είναι το ότι χρησιμοποιείται περισσότερο φυσικό αέριο για την παραγωγή ρεύματος με στόχο την κάλυψη της ζήτησης από γειτονικές χώρες και όχι για εσωτερική κατανάλωση. Αυτό αποδίδει ισχυρά κέρδη στον παραγωγό, όμως την ίδια στιγμή ανεβάζει τον μέσο όρο της τιμής χονδρικής που επιβαρύνει τον Έλληνα καταναλωτή.
«Από την στιγμή που υπάρχουν διαθέσιμες μονάδες ορυκτού αερίου στην Ελλάδα και -κυρίως- αγοραστές από γειτονικές χώρες διατεθειμένοι να αγοράσουν ρεύμα σε οποιαδήποτε τιμή, δεν τίθεται κανένα εμπόδιο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτό αέριο προς εξαγωγή», τονίζει o Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής του Green Tank σε δηλώσεις του στο Businessdaily.
«Ωστόσο αυτή η ηλεκτρική ενέργεια που εξάγεται επιβαρύνει την τιμή στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού της Ελλάδας. Οπότε τώρα που γίναμε καθαροί εξαγωγείς ηλεκτρικής ενέργειας, ναι μεν γλιτώνουμε τα έξοδα που κάναμε τα προηγούμενα χρόνια όταν ήμασταν καθαροί εισαγωγείς, αλλά από την άλλη μεριά αυτό το πληρώνουμε στην εγχώρια χονδρεμπορική αγορά, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει και τις τιμές στη λιανική αγορά που πληρώνει ο τελικός καταναλωτής», υπογραμμίζει ο ίδιος.
Αύξηση εξαγωγών 400%
Οι εξαγωγές ρεύματος της χώρας τους τελευταίους μήνες παρουσιάζουν εντυπωσιακή ανάπτυξη. Στοιχεία που δημοσιεύθηκαν πριν από λίγες ημέρες από τον ΑΔΜΗΕ δείχνουν ότι τον Νοέμβριο οι εξαγωγές αυξήθηκαν σχεδόν 400% σε ετήσια βάση φτάνοντας τις 852 GWh, με το περισσότερο ρεύμα να διοχετεύεται στην Ιταλία, την Βουλγαρία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις στρεβλώσεις η κυβέρνηση έστειλε επιστολή στις Βρυξέλλες το καλοκαίρι όπου ζητούσε πολιτική παρέμβαση και καλύτερη εποπτεία της ευρωπαϊκής αγοράς.
Η απάντηση ήταν αρνητική και από τότε οι εξαγωγές πήραν την ανηφόρα, ενώ η τιμή του φυσικού αερίου αυξήθηκε σχεδόν κατά 25% (αργά χθες η τιμή TTF του φυσικού αερίου κυμαινόταν περίπου στα 48 ευρώ/MWh).
Η μακροχρόνια βιώσιμη λύση, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ο περιορισμός της χρήσης ορυκτού αερίου για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και η περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ, σε συνδυασμό με υποδομές αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.
«Κάτι τέτοιο θα επιτρέψει όχι μόνο να καλύπτουμε τις εγχώριες ανάγκες φθηνότερα αλλά και να εξάγουμε το πλεόνασμα ΑΠΕ στις γειτονικές χώρες σε χαμηλότερες τιμές, αποδίδοντας εύλογα κέρδη -αντί ουρανοκατέβατων- και στους παρόχους», σημειώνει ο κ. Μάντζαρης.