ΓΔ: 1422.35 0.34% Τζίρος: 108.90 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 17:25:03 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΓΟΡΑΣ

«Καμπανάκι» από την Τρ. Ελλάδος για τα κεφάλαια των τραπεζών

Το πρόβλημα της χαμηλής ποιότητας των εποπτικών κεφαλαίων τονίζει η ΤτΕ, προβλέποντας ότι οι αναβαλλόμενοι φόροι θα φθάσουν στο 75% των συνολικών κεφαλαίων μέσα στο επόμενο 12μηνο.

Η χαμηλή ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών προβληματίζει έντονα την Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς οι τράπεζες διαθέτουν μεν υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, αλλά το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων τους είναι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (DTC) και το πρόβλημα εκτιμάται ότι θα επιδεινωθεί σοβαρά μέσα στο επόμενο 12μηνο, καθώς η συμμετοχή του DTC στα κεφάλαια προβλέπεται ότι θα αυξηθεί στο 75%.

Το ζήτημα της ποιότητας των κεφαλαίων δεν επισημαίνεται μόνο από την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά αποτελεί μόνιμη επωδό στις αναλύσεις επενδυτικών οίκων για τις τράπεζες. Για παράδειγμα, η HSBC στην τελευταία της σχετική ανάλυση,υπογράμμιζε το μείζον ζήτημα που δημιουργεί το DTC με την απορρόφηση ζημιών. Οι τράπεζες, όπως υπολογίζει η HSBC, έχουν αρκετά κεφάλαια για να αντιμετωπίσουν ακόμη και το πολύ κακό σενάριο του «κοκκινίσματος» ποσοστού 10 - 15% των «καλών» δανείων τους, λόγω της κρίσης του κορονοϊού. Όμως, δεν είναι σαφές αν τα «μαξιλάρια» κεφαλαίων που διαθέτουν μπορούν πράγματι να χρησιμοποιηθούν, αφού, σε περίπτωση που εμφανίσουν ζημιές σε μια χρήση, θα πρέπει να ενεργοποιηθεί ο νόμος για τον αναβαλλόμενο φόρο και να εκδώσουν μετοχές υπέρ του Δημοσίου.

Για να λυθεί αυτό το πρόβλημα, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει τονίσει από τότε που παρουσίασε για πρώτη φορά την πρότασή της για bad bank ότι αυτή η επιλογή είναι και η μοναδική λύση για τη γρήγορη μείωση του DTC ως ποσοστό των συνολικών κεφαλαίων των τραπεζών. Σύμφωνα με την πρόταση της ΤτΕ, οι τράπεζες θα εισφέρουν στην «κακή τράπεζα» από τη μια πλευρά προβληματικά δάνεια που έχουν καταγγελθεί και, από την άλλη, τις απαιτήσεις που έχουν έναντι του Δημοσίου για επιστροφές φόρων. Έτσι, το ενεργητικό θα «καθαρίσει» από προβληματικά δάνεια και το παθητικό από μη ποιοτικά κεφάλαια.

Από όσα αναφέρει η ΤτΕ στην τελευταία Έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, το πρόβλημα με το DTC όχι μόνο είναι ήδη πολύ σοβαρό, αλλά προβλέπεται να επιδεινωθεί σημαντικά το προσεχές διάστημα. Τα καλά νέα, όπως παρουσιάζονται από την ΤτΕ, είναι ότι «το Μάρτιο του 2020, ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (Capital Adequacy Ratio) διαμορφώθηκε σε 16,2%, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν ένα αξιόλογο μαξιλάρι ασφαλείας για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις αφενός από την πανδημία και αφετέρου από την ανάγκη ταχείας μείωσης του υφιστάμενου αποθέματος Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων».

Στο σημείο αυτό, όμως, τελειώνουν τα καλά νέα. «Είναι αναγκαίο να επισημανθεί», αναφέρει η ΤτΕ, «ότι οι οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (Deferred Tax Credits) το Μάρτιο του 2020 ανέρχονταν σε €15,5 δισεκ. ευρώ αντιπροσωπεύοντας το 54% των συνολικών εποπτικών κεφαλαίων».

Το πρόβλημα, μάλιστα, θα γίνει πολύ χειρότερο το επόμενο δωδεκάμηνο: «Σύμφωνα με εκτιμήσεις των υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος στα επόμενα 4 τρίμηνα, χωρίς να ληφθούν υπόψη οποιεσδήποτε επιπτώσεις από την πανδημία, η συμμετοχή του DTC στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών θα προσεγγίσει το 75%». Όπως εξηγεί η ΤτΕ, αυτή η επιδείνωση θα είναι συνέπεια της μείωσης των κεφαλαίων των τραπεζών που θα προέλθει από τρεις πλευρές: «Οι εκτιμήσεις λαμβάνουν υπόψη την κεφαλαιακή επιβάρυνση της εφαρμογής των μεταβατικών διατάξεων του ΔΠΧΠ 9, το πραγματοποιηθέν ή εκτιμώμενο κόστος τιτλοποιήσεων, καθώς και τις τάσεις πιστωτικής επέκτασης και οργανικής κερδοφορίας όπως είχαν διαμορφωθεί έως και το α΄ τρίμηνο του 2020».

Με άλλα λόγια, επειδή οι τράπεζες θα χάνουν κεφάλαια από την εφαρμογή των νέων διεθνών λογιστικών προτύπων, την εγγραφή ζημιών από τιτλοποιήσεις δανείων και τη χαμηλή τους κερδοφορία, όλο και μεγαλύτερο ποσοστό των εποπτικών κεφαλαίων θα καλύπτεται από τις αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις, χαμηλώνοντας όλο και περισσότερο την ποιοτική στάθμη της κεφαλαιακής βάσης.

Με αυτές τις δυναμικές που αναπτύσσονται, οι παρενέργειες για τις τράπεζες θα είναι αρκετά σοβαρές. Όπως επισημαίνει η ΤτΕ, σχολιάζοντας την αναμενόμενη αύξηση της συμμετοχής του DTC στα κεφάλαια, «στην πράξη αυτό συνεπάγεται ότι μεγάλο μέρος των εποπτικών κεφαλαίων θα εμφανίζεται ως μη καταβληθέν (με άγνωστο το χρονοδιάγραμμα καταβολής), ενώ τα δικαιώματα ψήφου θα είναι στη διάθεση μετόχων, το κεφάλαιο των οποίων θα έχει ουσιαστικά εξαϋλωθεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αρχές εταιρικής διακυβέρνησης.

 

«Σύννεφα» για την κερδοφορία

Σε ό,τι αφορά την τραπεζική κερδοφορία, οι αναφορές της Έκθεσης για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα δεν αφήνουν πολλά περιθώρια εφησυχασμού. Το 2019, οι τράπεζες κατάφεραν, ύστερα από χρόνια, να περάσουν σε κέρδη μετά από φόρους (ανήλθαν σε 211 εκατ. ευρώ, έναντι ζημιών 85 εκατ. ευρώ το 2018), αλλά η πανδημία ανέτρεψε τη θετική αυτή πορεία και ήδη από το α' τρίμηνο του 2020 οι τράπεζες υποχρεώθηκαν να διπλασιάσουν τις προβλέψεις και τα κέρδη μειώθηκαν κατά 20%, ενώ θα εμφάνιζαν υψηλές ζημιές, αν δεν υπήρχαν τα μη επαναλαμβανόμενα κέρδη της Εθνικής από ομόλογα.

Ειδικότερα, όπως σημειώνει η ΤτΕ,

  • Οι τραπεζικοί όμιλοι κατέγραψαν κέρδη μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες έναντι ζημιών τα προηγούμενα έτη. Κατά συνέπεια, οι δείκτες αποδοτικότητας του ενεργητικού (RoA) και των ιδίων κεφαλαίων (RoE) των τραπεζικών ομίλων εμφάνισαν θετικό πρόσημο (0,08% και 0,7% αντίστοιχα). Εντούτοις, υπολείπονται σημαντικά των αντίστοιχων τραπεζών μεσαίου μεγέθους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (0,4% και 4,7% αντίστοιχα).
  • Το α΄ τρίμηνο του 2020 οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν κέρδη ύψους 93 εκατ. ευρώ μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες, μειωμένα κατά 20% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2018. Τα λειτουργικά έσοδα αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 34%, κυρίως λόγω του τετραπλασιασμού των μη επαναλαμβανόμενων κερδών από χρηματοοικονομικές πράξεις. Ειδικότερα, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος κατέγραψε υψηλά κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις ύψους 779 εκατ. ευρώ επωφελούμενη από την ανταλλαγή και πώληση ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου κατά την διάρκεια του α΄ τριμήνου του 2020. Παράλληλα, οι τράπεζες σχημάτισαν σχεδόν διπλάσιες προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο, γεγονός που αντανακλά την ενσωμάτωση δυσμενέστερων από το αναμενόμενο μακροοικονομικών προοπτικών για την επικαιροποίηση των μελλοντικών εκτιμήσεων στο πλαίσιο του ΔΠΧΠ 9.

Αποτελέσματα χρήσεως του ελληνικού τραπεζικού τομέα (εκατ. ευρώ)

banks_kerdi
Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τράπεζα της Ελλάδος
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Γιατί μειώθηκαν κατά 3,1 δισ. τα «καλά» δάνεια των ελληνικών τραπεζών

Οι τράπεζες προσπαθούν να ενισχύσουν τις εκταμιεύσεις, αλλά πολλές επιχειρήσεις προχωρούν σε πρόωρες αποπληρωμές. Μειωμένα κατά 501 εκατ. τα «κόκκινα» δάνεια, να συνεχισθούν οι προσπάθειες συνιστά η ΤτΕ.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ψηφιακή... ακτινογραφία σε δανειολήπτες που καθυστερούν δόσεις δανείων

Σε λειτουργία νέα πλατφόρμα: Όσοι έχουν καθυστερήσεις θα δηλώνουν τα πλήρη οικονομικά τους στοιχεία για να δίνουν προτάσεις διευθέτησης οι τράπεζες. Προβλέπεται άρση απορρήτου για τις καταθέσεις και φορολογικού απορρήτου.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Άλμα των καταθέσεων τον Ιούνιο, η αύξηση ξεπέρασε τα 3 δισ. ευρώ

Η επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας με την έντονη κινητικότητα στον τουρισμό επέτρεψε στις επιχειρήσεις να αυξήσουν κατά 1,6 δισ. τις καταθέσεις τους τον Ιούνιο και στα νοικοκυριά σχεδόν κατά 1 δισ.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Τα δάνεια των 90,5 δισ., οι servicers και γιατί ανησυχεί η Κομισιόν

Αργή η είσπραξη των «κόκκινων» δανείων από τους servicers λόγω συνεχών εμπλοκών στους πλειστηριασμούς. Τα κενά καλύπτονται με πωλήσεις χαρτοφυλακίων. Μόνο 900 εκατ. οι εισπράξεις το 2022 από πλειστηριασμούς.
Τράπεζα της Ελλάδος
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Τρ. Ελλάδος: Υψηλά κέρδη από τις τράπεζες, νέες προκλήσεις στον ορίζοντα

Σε κέρδη 3,6 δισ. από ζημιές 4,8 δισ. στην προηγούμενη χρήση πέρασαν οι τράπεζες το 2022, με πολύ υψηλό δείκτη αποδοτικότητας κεφαλαίου. Έρχονται πιέσεις από την αύξηση κόστους χρηματοδότησης, τονίζει η ΤτΕ.