ΓΔ: 1381.07 1.14% Τζίρος: 93.81 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 17:25:02 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΓΟΡΑΣ
Φώτο: ΑΠΕ

Στουρνάρας: Αναγκαία η ίδρυση bad bank, οφέλη για Δημόσιο - τράπεζες

Δεν θα επιβαρυνθούν οι φορολογούμενοι από τη λειτουργία της bad bank, το κόστος θα βαρύνει τις τράπεζες αλλά θα πληρωθεί σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα και θα βγουν κερδισμένες, τόνισε στη Βουλή ο διοικητής της ΤτΕ.

Την πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος για την ίδρυση bad bank παρουσίασε στη Βουλή ο διοικητής, Γιάννης Στουρνάρας, ενώ υπογράμμισε τον κίνδυνο να δημιουργηθούν νέα «κόκκινα» δάνεια 8 - 10 δισ. ευρώ από την πανδημία. Ο κ. Στουρνάρας σημείωσε, μάλιστα, ότι ήδη το μεγαλύτερο μέρος των αναστολών πληρωμής που δόθηκαν σε δάνεια λόγω της πανδημίας έχουν λήξει και μόνο δάνεια 4 δισ. ευρώ καλύπτονται από αυτό το προσωρινό μέτρο.

«Αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα του προβλήματος των ΜΕΔ αλλά και της υφιστάμενης διάρθρωσης των ιδίων κεφαλαίων λόγω της παρουσίας υψηλού ποσοστού αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης», τόνισε ο κ. Στουρνάρας, «η ΤτΕ είχε καθήκον ως ανεξάρτητος θεσμός να φέρει στο τραπέζι μία πρόταση η οποία θα είναι βέλτιστη για τον Έλληνα φορολογούμενο και την εθνική οικονομία. Και έτσι έπραξε».

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κ. Στουρνάρας εμφανίσθηκε επιφυλακτικός έναντι της απόφασης της κυβέρνησης να παρατείνει την εφαρμογή του σχεδίου Ηρακλής. Όπως σημείωσε, «μία ενδεχόμενη παράταση του προγράμματος Ηρακλής πέραν του πρώτου σταδίου, είναι κατά την άποψή μου, σκόπιμο να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των εκτιμώμενων δημοσιονομικών επιπτώσεων (λόγω της πρόσθετης παροχής κρατικών εγγυήσεων και της ενδεχόμενης ενεργοποίησης της νομοθεσίας για την αναβαλλόμενη φορολογία) καθώς και από τη δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να εγγράψουν εμπροσθοβαρώς ζημίες που θα περιορίσουν περαιτέρω τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας».

Σχετικά με το μείζον ζήτημα των δανείων που πέρασαν σε αναστολή λόγω της κρίσης και μπορεί να καταστούν μη εξυπηρετούμενα, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι «το μέγιστο ποσό των δανείων των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών που βρέθηκαν σε καθεστώς moratorium από την έναρξη της πανδημίας μέχρι το τέλος του 2020 ανήλθε σε ενοποιημένη βάση στα €27.6 δισ. Με βάση τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία, το υπόλοιπο των δανείων αυτών είναι περίπου 4 δισ. ευρώ, καθώς η περίοδος αναστολής είχε λήξει για τα περισσότερα δάνεια πριν το τέλος του έτους».

Όπως σημείωσε, «τα σημάδια από την κρίση που προκάλεσε η πανδημία δεν είναι ακόμα πλήρως εμφανή στην πραγματική οικονομία τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ευρωζώνη, και θα είναι πολύ πιο ορατά μετά την άρση των μέτρων στήριξης. Όσον αφορά το τραπεζικό σύστημα, η επίπτωση αφορά κυρίως σε νέα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια καθώς και στην αναμενόμενη επιδείνωση του λόγου των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTC) προς το σύνολο των εποπτικών κεφαλαίων».

Για τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που ενδέχεται να δημιουργήσει η πανδημία, ο κ.Στουρνάρας ανέφερε ότι «από τους πρώτους μήνες της πανδημίας, η Τράπεζα της Ελλάδος δημοσιοποίησε τις προβλέψεις της για 8-10 δισ. ευρώ νέα ΜΕΔ το 2021». Τόνισε, πάντως, ότι «κανένα μακροοικονομικό υπόδειγμα πρόβλεψης δεν μπορεί να ενσωματώσει την επίπτωση από παράγοντες όπως τα moratoria, τα ευεργετικά μέτρα στήριξης που έχει πάρει η κυβέρνηση και τα προϊόντα ρύθμισης που παρέχουν οι ίδιες οι τράπεζες».

Παρουσιάζοντας το πλαίσιο, εντός του οποίου η ΤτΕ διαμόρφωσε την πρότασή της για bad bank, ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ότι «έχει υπάρξει σημαντική πρόοδος στη μείωση των ΜΕΔ. Όμως, ο Δείκτης ΜΕΔ παραμένει  σε πολύ υψηλά επίπεδα, πολλαπλάσια αυτού του μέσου όρου της ΕΕ. Έχει μειωθεί μόλις 10 ποσοστιαίες μονάδες περίπου εντός της τελευταίας 5ετίας, ενώ ο δείκτης ΜΕΔ βρίσκεται στα επίπεδα του Ιουνίου του 2013. Δηλαδή σχεδόν για μία δεκαετία δεν έχει υπάρξει αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος, με σοβαρές επιπτώσεις στην ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία».

Μετά την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης του σχεδίου «Ηρακλής» τα ΜΕΔ θα παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα. «Με την ολοκλήρωση του εν λόγω προγράμματος εντός του 2021», τόνισε ο κ. Στουρνάρας, «εκτιμάται ότι ο λόγος των ΜΕΔ ως ποσοστό των συνολικών δανείων θα υποχωρήσει περίπου στο 25% και ο μέσος δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας χαμηλότερα από 14%. Σε αυτούς τους δείκτες δεν περιλαμβάνονται τα νέα ΜΕΔ».

Τι προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδος

Αναπτύσσοντας την πρόταση της ΤτΕ για την ίδρυση bad bank, ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι δεν θα υπάρξουν επιβαρύνσεις για το Δημόσιο, αφού το κόστος θα αναλάβουν οι ίδιες οι τράπεζες, αλλά το απορροφήσουν σε βάθος χρόνου. Ειδικότερα:

  • Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προτείνει στην Κυβέρνηση τη σύσταση Εταιρείας Διαχείρισης Ενεργητικού (AMC) στην οποία θα μεταβιβαστούν ΜΕΔ στην καθαρή λογιστική τους αξία, τα οποία στη συνέχεια θα τιτλοποιηθούν σε όρους αγοράς.
  • Το ελληνικό Δημόσιο θα προσφέρει την εγγύησή του ώστε να καλυφθεί η διαφορά μεταξύ της αξίας μεταβίβασης και της εκτιμώμενης αγοραίας αξίας.
  • Το κόστος της συναλλαγής θα το επωμιστούν σε βάθος χρόνου οι τράπεζες, όχι το Δημόσιο και ο Έλληνας φορολογούμενος. Για την παροχή της εγγύησης, το κράτος θα εισπράξει προμήθεια από τις τράπεζες, οι οποίες επιπρόσθετα θα καταβάλουν ειδικό φόρο (πλέον της φορολογίας εισοδήματος), ουσιαστικά μία αμοιβή εισόδου στο σχήμα (entry fee) σε βάθος πενταετίας. Η εν λόγω φορολογία, θα καταβάλλεται σε μετρητά και σε αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση. Το ελληνικό Δημόσιο θα διατηρήσει το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη από υψηλότερες του αναμενομένου ανακτήσεις δανείων, μέσω διακράτησης του μεγαλύτερου μέρους των τίτλων κατώτερης διαβάθμισης (super junior).
  • Η μεταβίβαση ΜΕΔ στην καθαρή λογιστική τους αξία στην εταιρεία διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού παρέχει κίνητρα στις τράπεζες που έχουν υψηλότερους δείκτες κάλυψης ΜΕΔ με προβλέψεις.
  • Παράλληλα η διενέργεια τιτλοποιήσεων, σε πραγματικούς όρους αγοράς, αναμένεται ότι θα αυξήσει τη ρευστότητα των τραπεζών, θα ενισχύσει σημαντικά την οργανική τους κερδοφορία και, κυρίως, θα βελτιώσει την ποιότητα των εποπτικών τους κεφαλαίων.
  • Η προτεινόμενη εταιρεία διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού δεν θα λειτουργεί ως εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (servicer), αλλά θα αξιοποιήσει τις ήδη υπάρχουσες εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (servicers) ώστε να προκύψει ένα σχήμα λιτό, απόλυτα λειτουργικό και χωρίς ιδιαίτερες πολυπλοκότητες ως προς τη σύσταση και λειτουργία του.
  • Ένα κεντρικό σύστημα διαχείρισης ΜΕΔ όπως αυτό προτείνεται από την ΤτΕ, επιτυγχάνει συντονισμό και διαφάνεια στο συνολικό πλαίσιο αξιοποίησης σημαντικού παραγωγικού δυναμικού. Στόχος δεν πρέπει να είναι μόνο η μείωση των δεικτών ΜΕΔ των τραπεζών, αλλά και η εξυγίανση του ιδιωτικού χρέους συνολικά.
  • Για την επεξεργασία της πρότασης, η ΤτΕ συνεργάστηκε με τρεις συμβουλευτικές εταιρείες διεθνούς εμβέλειας και έχει διασφαλίσει ότι η πρόταση είναι άρτια σε σχέση με ζητήματα λογιστικής και εποπτικής από-αναγνώρισης αλλά και θεμάτων κρατικής βοήθειας (State Aid).
  • Η πρόταση της ΤτΕ έχει παρουσιαστεί στους θεσμούς αλλά και σε σημαντικό αριθμό παραγόντων της αγοράς με ιδιαίτερα θετική ανταπόκριση.

Ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε ότι η σύσταση bad bank έχει αποδειχθεί αποτελεσματική σε άλλες χώρες και τη συνιστά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όπως είπε, οι λόγοι που υπαγορεύουν την υιοθέτηση της πρότασης της ΤτΕ είναι:

  1. Πρώτον, επειδή το πρόβλημα των ΜΕΔ πρέπει να λυθεί αμέσως.
  2. Δεύτερον, επειδή είναι απαραίτητη μια συστημική λύση η οποία θα λειτουργήσει συμπληρωματικά της υφιστάμενης, με δεδομένο ότι μετά την ολοκλήρωση των συναλλαγών που είναι προγραμματισμένες με τον Ηρακλή, το πρώτο ήμισυ του 2021, θα συνεχίσουν να υφίστανται ΜΕΔ ύψους περίπου 40 με 45 δις  αναλόγως των εκτιμήσεων για τα νέα ΜΕΔ λόγω της πανδημίας.
  3. Τρίτον, στην πρόταση της ΤτΕ, το κόστος εξυγίανσης των ισολογισμών των τραπεζών επωμίζονται σε βάθος χρόνου οι ίδιες οι τράπεζες και όχι ο φορολογούμενος. Οι τράπεζες θα επωμιστούν τελικά το κόστος της εφαρμογής μιας λύσης που βασίζεται στην αγορά.

Ο κ. Στουρνάρας εξήγησε ότι η λύση αυτή είναι ευνοϊκή και για τις τράπεζες, καθώς:

  • Μπορούν να επωφεληθούν από την εισαγωγή ενός μηχανισμού σταδιακής αναγνώρισης των ζημιών που καθιστά δυνατή την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας σε βάθος χρόνου.
  • Αποφεύγεται η απίσχναση των υφιστάμενων μετόχων λόγω της μετατροπής της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC) για την απορρόφηση ζημιών.
  • Ενισχύεται η ρευστότητα και κυρίως η αποδοτικότητα των τραπεζών σε διατηρήσιμη βάση.
  • Τέταρτον και σημαντικότερο, η πρόταση της ΤτΕ επιλύει πέραν των ΜΕΔ και το πρόβλημα του υψηλού ποσοστού της Αναβαλλόμενης Φορολογικής Απαίτησης στα κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Αυτό είναι πολύ σημαντικό διότι η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση (DTC) αποτελεί βάσει νόμου αμετάκλητη απαίτηση των τραπεζών έναντι του ελληνικού δημοσίου η οποία συμψηφίζεται είτε με κέρδη είτε με ζημίες.
  • Όταν οι τράπεζες εμφανίσουν κέρδη συμψηφίζουν DTC με φορολογία εισοδήματος. Όταν εμφανίζουν ζημίες, συμψηφίζουν DTC με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου υπέρ του ελληνικού Δημοσίου. Εδώ και έξι χρόνια οι τράπεζες έχουν άνω του 50% των εποπτικών τους κεφαλαίων σε αποθεματικά που ΔΕΝ έχουν καταβληθεί. Αυτός είναι επί της ουσίας και ο λόγος για τον οποίο η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών θεωρείται από τις αγορές κεφαλαίου ως χαμηλότερης ποιότητας σε σχέση με το κανονικό και αποτελεί αντικίνητρο για πολλούς επενδυτές προκειμένου να αξιολογήσουν θετικά τη συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών.
Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

businessdaily-Papaconstantinou-Christina-TtE
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Παπακωνσταντίνου: Πρόκληση για τράπεζες η διεύρυνση της πιστωτικής επέκτασης

Η υποδιοικήτρια της ΤτΕ επισήμανε τις βελτιώσεις που φέρνει το νέο νομοθετικό πλαίσιο για τους δανειολήπτες καθώς και στην προοπτική επιστροφής των εξυπηρετούμενων κόκκινων δανείων στο τραπεζικό σύστημα.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Χρ. Παπακωνσταντίνου: Πρόκληση η αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων

Η υποδιοικήτρια της ΤτΕ επισήμανε ότι εφόσον τα επιτόκια χρειασθεί να παραμείνουν υψηλά για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι τράπεζες θα έρθουν αντιμέτωπες με αυξημένο κόστος χρηματοδότησης.