Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει στη φετινή ετήσια έκθεσή της για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ τη «σοβαρή» και «ανησυχητική οπισθοδρόμηση» της χώρας στον τομέα του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Αυτοί οι τομείς αποτελούν, σύμφωνα με την Επιτροπή, «αναπόσπαστο κομμάτι για την πρόοδο των ευρωτουρκικών σχέσεων».
Η έκθεση τονίζει ότι, παρότι η Τουρκία παραμένει υποψήφια χώρα και βασικός εταίρος για την ΕΕ, οι ενταξιακές της διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε στασιμότητα από το 2018. Παράλληλα, επισημαίνεται το στρατηγικό ενδιαφέρον της ΕΕ για ένα σταθερό και ασφαλές περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο και για την ανάπτυξη μιας συνεργατικής σχέσης με την Τουρκία, με σταδιακό και αναστρέψιμο τρόπο.
Σε οικονομικό επίπεδο, η Τουρκία παραμένει πέμπτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ για το 2024, με το διμερές εμπόριο να αγγίζει ιστορικά υψηλά άνω των 210 δισ. ευρώ.
Η Επιτροπή εκφράζει έντονες ανησυχίες για την απομάκρυνση της Τουρκίας από τις δημοκρατικές αξίες, αναφερόμενη σε συλλήψεις αιρετών αξιωματούχων, πολιτικών ακτιβιστών, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών. Ειδική μνεία γίνεται στη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, τον Μάρτιο του 2025, καθώς και στην ακύρωση του διπλώματός του, γεγονός που τον εμποδίζει να είναι υποψήφιος για τη θέση του Προέδρου.
Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καταγράφεται η διατήρηση θετικού κλίματος και επανασύνδεσης σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Μετά τη Διακήρυξη των Αθηνών του Δεκεμβρίου 2023, οι δύο πλευρές πραγματοποίησαν επανειλημμένες συναντήσεις για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Ωστόσο, η έκθεση σημειώνει ότι οι διαφορές για την υφαλοκρηπίδα και τις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες παραμένουν άλυτες και επιβαρύνουν τις διμερείς σχέσεις.
Ελληνοτουρκικά και Κυπριακό
Η Επιτροπή αναφέρεται σε εντάσεις που προκλήθηκαν το 2025, όπως η απόρριψη από την Τουρκία του Ελληνικού Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδίου και η παρουσίαση του τουρκικού σχεδίου, που αμφισβητεί ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Επίσης, τονίζεται η ίδρυση θαλάσσιων πάρκων από την Τουρκία σε περιοχές υπό ελληνική δικαιοδοσία, ενώ η Άγκυρα αντιτάχθηκε στην ίδρυση αντίστοιχων πάρκων εντός ελληνικών υδάτων.
Η έκθεση καταγράφει αύξηση παραβιάσεων των ελληνικών χωρικών υδάτων και εναέριου χώρου, καθώς και ενέργειες που σχετίζονται με το υποθαλάσσιο καλώδιο «Great Sea Interconnector». Επιπλέον, επισημαίνονται οι ανησυχίες για τη συμπερίληψη του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας» στα τουρκικά σχολικά εγχειρίδια και η συνεχιζόμενη ισχύς της διακήρυξης του 1995 περί casus belli.
Στην περίπτωση της Κύπρου, η ΕΕ επισημαίνει τη σημασία της επανέναρξης των συνομιλιών για το Κυπριακό και καλεί την Τουρκία να συμβάλει ενεργά σε μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών. Υπενθυμίζεται ότι η Τουρκία συνεχίζει να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία και στηρίζει λύση δύο κρατών, αντίθετα με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Επίσης, η Τουρκία καλείται να εφαρμόσει το Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Συμφωνία Σύνδεσης ΕΕ-Τουρκίας και να ανακαλέσει ενέργειες στα Βαρώσια.
Η έκθεση σημειώνει ότι δεν υπήρξαν μη εξουσιοδοτημένες γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο κατά την περίοδο αναφοράς, ωστόσο οι τουρκικές στρατιωτικές ασκήσεις και οι πτήσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών συνεχίστηκαν στις ζώνες της Κύπρου.
Εξωτερική πολιτική και μετανάστευση
Η Τουρκία, σύμφωνα με την έκθεση, δεν ευθυγραμμίζεται με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας της ΕΕ, γεγονός που αντιβαίνει στον στρατηγικό της στόχο για ένταξη. Η χώρα ακολουθεί πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική, διαδραματίζοντας ρόλο σε εξελίξεις στη Συρία, την Ουκρανία, τη Γάζα και τον Νότιο Καύκασο.
Σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Τουρκία διατηρεί ρόλο διαμεσολαβητή, αλλά δεν ευθυγραμμίζεται πλήρως με τα περιοριστικά μέτρα της ΕΕ κατά της Ρωσίας. Παράλληλα, λαμβάνει μέτρα για να αποτρέψει την παράκαμψη των κυρώσεων μέσω τουρκικού εδάφους.
Στο μεταναστευτικό, η Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του 2016 συνεχίζει να αποδίδει αποτελέσματα, με την Τουρκία να φιλοξενεί 2,7 εκατομμύρια πρόσφυγες. Η ΕΕ έχει διαθέσει 12,5 δισεκατομμύρια ευρώ για τη στήριξη προσφύγων και κοινοτήτων υποδοχής, παρέχοντας βοήθεια σε τομείς όπως η διαχείριση συνόρων, η εκπαίδευση, η υγεία και η κοινωνική στήριξη.