Ομοσπονδιακός δικαστής στο Τέξας αποφάσισε τη διακοπή της ποινικής δίωξης κατά της αμερικανικής αεροναυπηγικής εταιρείας Boeing, σχετικά με τα αεροπορικά δυστυχήματα του 2018 και του 2019. Η απόφαση αυτή ελήφθη μετά από αίτημα του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ.
Η εξέλιξη προκύπτει ως αποτέλεσμα της συμφωνίας που επιτεύχθηκε τον Μάιο μεταξύ της Boeing και της αμερικανικής κυβέρνησης, ώστε να τερματιστούν οι διώξεις για τα δυστυχήματα των αεροσκαφών 737 MAX 8, τα οποία κόστισαν τη ζωή σε 346 ανθρώπους. Η σχετική ανακοίνωση έγινε ενώ είχε προγραμματιστεί η δίκη για τις 23 Ιουνίου στο Φορτ Γουόρθ, ενώπιον του δικαστή Ριντ Ο’Κόνορ.
Τυχόν καταδίκη της Boeing θα μπορούσε να απειλήσει τη δυνατότητά της να συνάπτει συμβάσεις με την αμερικανική κυβέρνηση, έναν βασικό πελάτη στον αεροδιαστημικό και αμυντικό τομέα.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η Boeing παραδέχθηκε ότι επιδίωξε να παρακωλύσει και να εμποδίσει το έργο της ομοσπονδιακής υπηρεσίας πολιτικής αεροπορίας (FAA). Η εταιρεία θα διαθέσει συνολικά 1,1 δισ. δολάρια, εκ των οποίων 444,5 εκατ. θα διατεθούν για αποζημιώσεις στις οικογένειες των θυμάτων. Επιπλέον, θα καταβάλει πρόστιμο 244 εκατ. δολαρίων και θα επενδύσει 455 εκατ. για την ενίσχυση των εσωτερικών προγραμμάτων ασφαλείας, ποιότητας και κανονιστικής συμμόρφωσης.
Η υπόθεση αφορά τα δυστυχήματα των εταιρειών Lion Air (Οκτώβριος 2018) και Ethiopian Airlines (Μάρτιος 2019). Η αμερικανική κυβέρνηση κατηγόρησε τη Boeing ότι δεν ενημέρωσε την FAA για κρίσιμες τεχνικές λεπτομέρειες του λογισμικού ελέγχου πτήσης MCAS. Η εταιρεία είχε ήδη αποδεχθεί την ευθύνη της.
Στις ΗΠΑ είχαν ασκηθεί δεκάδες αγωγές ιδιωτών, οι οποίες διαχειρίστηκαν δύο ομοσπονδιακοί δικαστές στο Σικάγο και το Άρλινγκτον. Σύμφωνα με τη Boeing, το 90% αυτών των αγωγών διευθετήθηκε εξωδικαστικά, με καταβολή "πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων".
Η πρώτη δίκη σε αστικό δικαστήριο, που αφορά θύμα της συντριβής της Ethiopian Airlines, ξεκίνησε αυτή την εβδομάδα.