Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ εξέφρασε την πρόθεσή του να επανεκκινήσει τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας, μετά την αποτυχία προηγούμενης προσπάθειας το περασμένο καλοκαίρι, η οποία συνάντησε ισχυρές αντιδράσεις ακόμη και εντός της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Σύμφωνα με τον νέο προϋπολογισμό της κυβέρνησης των Εργατικών, προβλέπονται αυξήσεις φόρων για τη χρηματοδότηση μέτρων ενίσχυσης της αγοραστικής δύναμης, συμπεριλαμβανομένης της κατάργησης του ορίου των δύο παιδιών για τη χορήγηση οικογενειακών επιδομάτων.
Ο προϋπολογισμός αυτός έγινε δεκτός με θετικό τρόπο από τις αγορές, αλλά δέχεται έντονη κριτική από την αντιπολίτευση των Τόρις. Η αντιπολίτευση κατηγορεί την υπουργό Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς ότι παρουσίασε εσκεμμένα αρνητική δημοσιονομική εικόνα, προκειμένου να δικαιολογήσει τις αυξήσεις φόρων, κάτι που η ίδια διαψεύδει.
Παράλληλα, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει επικρίσεις ότι δεν λαμβάνει επαρκή μέτρα για την τόνωση της ανάπτυξης, ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν να βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
Ο Κιρ Στάρμερ χαρακτήρισε τον προϋπολογισμό «στιγμή υπερηφάνειας», υπογραμμίζοντας ότι στοχεύει στην καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας, διατηρώντας παράλληλα την εμπιστοσύνη των αγορών. Τόνισε πως πρόκειται για «δίκαιες επιλογές» και απέρριψε τις κατηγορίες περί δραματοποίησης της δημοσιονομικής κατάστασης.
Ωστόσο, ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε πως το σύστημα κοινωνικής προστασίας «εγκλωβίζει ανθρώπους όχι μόνο στη φτώχεια, αλλά και στην ανεργία», με ιδιαίτερη αναφορά στους νέους. Επεσήμανε την ανάγκη μεταρρύθμισης του κράτους πρόνοιας για να τερματιστεί το «ελλιπές status quo».
Το περασμένο καλοκαίρι, η κυβέρνηση των Εργατικών αναγκάστηκε να υποχωρήσει σε προτεινόμενη μεταρρύθμιση, έπειτα από ανταρσία περισσότερων από 120 βουλευτών του κόμματος.
Η βρετανική αγορά εργασίας αντιμετωπίζει ρεκόρ ατόμων, κυρίως νέων, με μακροχρόνιες ασθένειες που αποχωρούν από την απασχόληση.
Ο Κιρ Στάρμερ έκανε λόγο για «έναν κύκλο ανεργίας και εξάρτησης» που μπορεί να διαρκέσει «δεκαετίες», κοστίζοντας στη χώρα και πλήττοντας την παραγωγικότητα και το δυναμικό της.
Επανέλαβε επίσης ότι «η συμφωνία για το Brexit έχει βλάψει σημαντικά την οικονομία μας» και τόνισε την ανάγκη ενίσχυσης των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας ότι αυτό θα απαιτήσει συμβιβασμούς.
Παράλληλα, Ηνωμένο Βασίλειο και Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσαν την αποτυχία των διαπραγματεύσεων για ενισχυμένη βρετανική συμμετοχή στο πρόγραμμα Safe, ύψους 150 δισ. ευρώ, για την αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης.
Στην ομιλία του, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε επίσης προθέσεις για μείωση των κανονιστικών περιορισμών στις επιχειρήσεις. Ωστόσο, ο επιχειρηματικός κόσμος έχει εκφράσει έντονη δυσαρέσκεια για τις αυξήσεις των εργοδοτικών εισφορών που αποφασίστηκαν το προηγούμενο έτος.