Τα Ηνωμένα Έθνη εκφράζουν την ελπίδα ότι η πρόσφατη συμφωνία για άμεση κατάπαυση του πυρός μεταξύ Ταϊλάνδης και Καμπότζης θα ενισχύσει το κλίμα εμπιστοσύνης και θα συμβάλει στην προώθηση της ειρήνης στην περιοχή. Η σχετική δήλωση προέρχεται από το γραφείο του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Ο Ύπατος Αρμοστής, Φόλκερ Τουρκ, ανέφερε ότι «χαιρετίζει την επανέναρξη της κατάπαυσης του πυρός μεταξύ Ταϊλάνδης και Καμπότζης και ελπίζει ότι αυτό θα ανοίξει το δρόμο για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και την ειρήνη». Επεσήμανε επίσης την ανάγκη να παρασχεθεί κάθε δυνατή βοήθεια στις πληγείσες κοινότητες και στους μετανάστες, ώστε να επιστρέψουν με ασφάλεια στα σπίτια τους.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι συγκρούσεις στα σύνορα των δύο χωρών είχαν ως αποτέλεσμα τουλάχιστον 47 νεκρούς και περισσότερους από 1 εκατομμύριο εκτοπισμένους μέσα σε τρεις εβδομάδες. Στις επιχειρήσεις χρησιμοποιήθηκαν πυροβολικό, άρματα μάχης, μη επανδρωμένα και μαχητικά αεροσκάφη.
Η συμφωνία εκεχειρίας, που υπεγράφη από τους υπουργούς Άμυνας της Ταϊλάνδης και της Καμπότζης, περιλαμβάνει πάγωμα στρατιωτικών θέσεων, αποναρκοθέτηση μεθοριακών ζωνών και συνεργασία στην καταπολέμηση της κυβερνοεγκληματικότητας. Επιπλέον, προβλέπεται η απελευθέρωση 18 Καμποτζιανών στρατιωτών από την Μπανγκόκ μετά από 72 ώρες επιτυχούς κατάπαυσης του πυρός.
Η διαφωνία για τη χάραξη των συνόρων, μήκους 800 χιλιομέτρων, που καθορίστηκαν την περίοδο της γαλλικής αποικιοκρατίας, παραμένει σημείο έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Οι κυβερνήσεις αλληλοκατηγορούνται για την πρόσφατη κλιμάκωση των συγκρούσεων.
Το πρώτο κύμα συγκρούσεων σημειώθηκε τον Ιούλιο, με 43 θύματα σε πέντε ημέρες, μέχρι να επιτευχθεί προσωρινή εκεχειρία με διεθνή παρέμβαση.
Νέα συμφωνία κατάπαυσης του πυρός υπογράφηκε στις 26 Οκτωβρίου στην Κουάλα Λουμπούρ, παρουσία του προέδρου των ΗΠΑ. Ωστόσο, η Ταϊλάνδη ανέστειλε τη συμφωνία μετά τον τραυματισμό στρατιωτών της από νάρκη στα σύνορα.
Μετέπειτα, ο Ντόναλντ Τραμπ επιχείρησε να μεσολαβήσει ανακοινώνοντας εκεχειρία στις 12 Δεκεμβρίου, έπειτα από επικοινωνία με τους ηγέτες των δύο πλευρών. Παρά τις προσπάθειες, η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης διέψευσε τη συμφωνία και οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν.
Με τη συμπληρωματική πίεση της Κίνας για τερματισμό των συγκρούσεων, οι δύο χώρες συμφώνησαν να ξεκινήσουν απευθείας διαπραγματεύσεις, μετά από συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της ASEAN.
Παρά την επίτευξη της συμφωνίας, το ζήτημα της οριοθέτησης των συνόρων και η κυριαρχία σε ιστορικούς ναούς, όπως ο Πρέα Βιέ που ανήκει στην πολιτιστική κληρονομιά της Unesco, εξακολουθούν να αποτελούν πηγές έντασης. Η βιωσιμότητα της κατάπαυσης του πυρός παραμένει αβέβαιη.