Χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις φαίνεται ότι κυλούν οι πρώτες ημέρες του Ιουλίου- μήνα που παραδοσιακά καταγράφει αυξημένη ζήτηση λόγω των μετακινήσεων των θερινών διακοπών- με τις τιμές των καυσίμων να παραμένουν σταθερές.
Παρά τη μείωση της παραγωγής πετρελαίου από τον ΟΠΕΚ κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως, η τιμή του μπρεντ υποχωρεί ελαφρώς, καθώς η ζήτηση διεθνώς παραμένει υποτονική. Ενδεικτικά, σήμερα η τιμή του σημείωσε πτώση 0,6% και διαμορφώθηκε στα 69 δολάρια ανά βαρέλι.
Την εικόνα σταθερότητας επιβεβαιώνει στο BD και ο Θέμης Κιουρτζής, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ), επισημαίνοντας ότι η τιμή της αμόλυβδης κινείται γύρω στα 1,74 ευρώ το λίτρο και δεν αναμένονται σημαντικές ανατιμήσεις το προσεχές διάστημα.
Ωστόσο, παρά τη σχετική σταθερότητα, η Ελλάδα εξακολουθεί να κατατάσσεται στις χώρες με τις υψηλότερες τιμές βενζίνης στην Ευρώπη. Σύμφωνα με το τελευταίο δελτίο καυσίμων της Κομισιόν, η χώρα μας βρίσκεται στην τρίτη θέση στην Ε.Ε. και στη δεύτερη μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, μετά την Ολλανδία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο ζήτημα των καυσίμων αναφέρθηκε πρόσφατα και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΕΛΙΝΟΙΛ, Γιάννης Αληγιζάκης, κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης της εταιρείας. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι τιμές στην ελληνική αγορά παραμένουν υψηλές λόγω της βαριάς φορολογίας.
Όπως εξήγησε, ακόμη και αν μηδενίζονταν το κόστος αγοράς, τα μεταφορικά και όλα τα περιθώρια κέρδους, οι καταναλωτές θα πλήρωναν πάνω από 1 ευρώ ανά λίτρο, εξαιτίας της φορολογίας που αγγίζει το 60% της τελικής τιμής.
Πιέσεις στις τιμές των καυσίμων αναμένεται να ασκήσει και η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ, μέσω του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ II) από την 1η Ιανουαρίου 2027. Το νέο σύστημα θα επιβαρύνει με κόστος περίπου 45 ευρώ ανά τόνο CO₂ όλα τα ορυκτά καύσιμα που χρησιμοποιούνται στις οδικές μεταφορές, τη θέρμανση και τις μικρές και μεσαίες βιομηχανίες, κάτι που αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω αυξήσεις.