Η πειρατική τηλεόραση έχει εξελιχθεί σε μια από τις μεγαλύτερες πληγές της ελληνικής οικονομίας, στερώντας εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ από το ΑΕΠ και φρενάροντας την ανάπτυξη της συνδρομητικής αγοράς. Με περίπου 800.000 παράνομους συνδρομητές, η χώρα μας βρίσκεται στις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη στη θέαση πειρατικού περιεχομένου, και το οικονομικό κόστος να ξεπερνά τα 400 εκατ. ευρώ ετησίως.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση επιχειρεί να θωρακίσει θεσμικά την αγορά με αυστηρότερα πρόστιμα και δυναμικό αποκλεισμό πειρατικού περιεχομένου, ενώ από την πλευρά τους οι πάροχοι υπογραμμίζουν ότι χωρίς μείωση των φόρων και πιο προσιτές συνδρομές, η μάχη δύσκολα θα κερδηθεί.
Η πειρατική τηλεόραση αποτελεί μια σημαντική πληγή τόσο για τους παρόχους όσο και την ελληνική οικονομία, με τους παράνομους συνδρομητές στην Ελλάδα να υπολογίζονται μεταξύ 650.000 και 800.000. Την ίδια στιγμή η διείσδυση της συνδρομητικής τηλεόρασης στη χώρα είναι στο 25% σύμφωνα με τα στοιχεία της Omdia, και τη χώρα μας να βρίσκεται στους ουραγούς ξεπερνώντας μόνο την Ιταλία, και πολύ μακριά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι στο 67%.
Όπως αναφέρει πρόσφατη μελέτη του ΚΕΠΕ για τις επιπτώσεις της πειρατείας στη χώρα, η ζημιά στο ΑΕΠ της χώρας ξεπερνάει τα 400 εκατ. ευρώ και χάνοντας 5.000 θέσεις εργασίας. Οι απώλειες φόρων από τη συνδρομητική τηλεόραση (ΦΠΑ, ειδικό τέλος 10%) υπολογίζονται σε έως και €59 εκατ. ετησίως, ενώ οι απώλειες για την εγχώρια νόμιμη αγορά ανέρχονται σε έως και €162 εκατ. ετησίως.
Η πειρατεία στην Ελλάδα δεν είναι απλώς ένα νομικό ή ηθικό ζήτημα, αλλά ένα σοβαρό οικονομικό πρόβλημα με κόστος εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ και σοβαρές επιπτώσεις στην απασχόληση, την καινοτομία και την ανάπτυξη. Η καταπολέμησή της απαιτεί συλλογική δράση: το κράτος να θωρακίσει θεσμικά την αγορά, οι επιχειρήσεις να επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες και οι πολίτες να υιοθετήσουν μια πιο υπεύθυνη στάση απέναντι στην κατανάλωση ψηφιακού και φυσικού περιεχομένου. Μόνο έτσι μπορεί να κλείσει η «τρύπα» των 400 εκατ. ευρώ στο ΑΕΠ και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια υγιή και ανταγωνιστική ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, η Ελλάδα βρίσκεται διαχρονικά σε υψηλές θέσεις σε σχέση με τα ποσοστά χρήσης πειρατικού λογισμικού στην Ευρώπη. Σε αυτό συμβάλλουν παράγοντες όπως το χαμηλό διαθέσιμο εισόδημα, η υψηλή φορολογία που καθιστά ακριβότερες τις νόμιμες επιλογές και η εύκολη πρόσβαση σε πειρατικό περιεχόμενο μέσω διαδικτύου.
«Τρύπα» στην οικονομία από την πειρατεία
Η μελέτη σημειώνει ότι τα έσοδα της πειρατείας στη χώρα μας εκτιμώνται στα 192 εκατ. ευρώ τον χρόνο, με την υπόθεση ότι μια «αξιόπιστη» πειρατική συνδρομή φτάνει τα 20 ευρώ τον μήνα. Οι περίπου 800.000 πειρατικοί συνδρομητές φέρνουν επίσης τη χώρα μας ανάμεσα στις «πρωταθλήτριες» καθώς βρισκόμαστε στη δεύτερη θέση πίσω από τη Βουλγαρία στη θέαση πειρατικού περιεχομένου.
Ειδικότερα, η Ελλάδα καταγράφει ποσοστό 20% με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να είναι στο 12%, και τους νέους να αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό φτάνοντας το 60% και τη χώρα μας βρίσκεται ανάμεσα σε επτά χώρες (Μάλτα, Ιταλία, Ρουμανία, Γαλλία, Ουγγαρία, Πολωνία και Ιρλανδία) όπου πάνω από το 40% του πληθυσμού που παρακολουθεί πειρατικό οπτικοακουστικό περιεχόμενο είναι νέοι.
Το ζήτημα του κόστους μιας συνδρομής έχει αποτελέσει το βασικό θέμα συζήτησης, με στελέχη της αγοράς να επισημαίνουν ότι τα περιθώρια ελιγμών είναι ελάχιστα από τη στιγμή που επιβάλλονται επιπλέον φόροι στα τιμολόγια. Είναι χαρακτηριστικό πως σύμφωνα με το ΚΕΠΕ το φθηνότερο συνδρομητικό πακέτο βρίσκεται στα 13,29 ευρώ τον μήνα και το πιο ακριβό στα 36,69 ευρώ με τη χώρα μας να έχει τιμές χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι στα 18,92 ευρώ και 41,27 ευρώ αντίστοιχα.
Χρησιμοποιώντας πέντε πιθανά σενάρια με διαφορετικά κόστη συνδρομητικών πακέτων, το ΚΕΠΕ επισημαίνει ότι οι απώλειες για τους παρόχους κυμαίνονται από 127,58 εκατ. ευρώ έως και 352,22 εκατ. ευρώ, με τις επιπτώσεις στην οικονομία να είναι ακόμα μεγαλύτερες. Ειδικότερα, αναφέρει ότι οι απώλειες για το ελληνικό ΑΕΠ μπορούν να φτάσουν έως και τα 415,82 εκατ. ευρώ και να χαθούν 5.170 θέσεις εργασίας, ενώ στο πιο αισιόδοξο σενάριο οι απώλειες αυτές περιορίζονται στα 150,37 εκατ. ευρώ και 1.873 θέσεις εργασίας. Για το Δημόσιο οι απώλειες από την πειρατεία ανέρχονται έως και τα 164 εκατ. ευρώ.
Κατά μέσο όρο σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, οι ετήσιες απώλειες των συνολικών εισπράξεων κυμαίνονται στα 221 εκατ. ευρώ. Τα ετήσια διαφυγόντα έσοδα των παρόχων εκτιμώνται έως 162 εκατ. ευρώ, ενώ λόγω του ειδικού τέλους 10% και του ΦΠΑ 24% τα ετήσια διαφυγόντα έσοδα είναι έως 59 εκατ. ευρώ.
Ανάγκη να μειωθεί το κόστος για τους συνδρομητές
Το κόστος που απαιτείται για πρόσβαση σε τηλεοπτικό περιεχόμενο αποτελεί και τον κύριο λόγο που οι χρήστες στρέφονται στις παράνομες συνδέσεις. Σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Γραφείου για τη Διανοητική Ιδιοκτησία (EQUIPO), η χαμηλότερη τιμή στο περιεχόμενο από νόμιμες πηγές είναι ο συνηθέστερος λόγος που θα απέτρεπε τους χρήστες από τις παράνομες πηγές περιεχομένου, με 43%. Για όσους δεν έχουν χρησιμοποιήσει παράνομες πηγές, ο κύριος λόγος είναι ότι το περιεχόμενο που τους ενδιαφέρει είναι διαθέσιμο μέσω νόμιμων πηγών (44%).
Αυτός είναι και ένας από τους λόγους όπου η Κομισιόν έχει ζητήσει από τους παρόχους, «να αυξήσουν τη διαθεσιμότητα, την οικονομική προσιτότητα και την ελκυστικότητα των εμπορικών τους προσφορών προς τους τελικούς χρήστες σε ολόκληρη την Ένωση», προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πειρατεία.
Όπως επισημαίνει το ΚΕΠΕ, η συμφωνία των COSMOTE και NOVA για την ανταλλαγή των αθλητικών τους καναλιών φαίνεται να αποτελεί μια σημαντική κίνηση των παρόχων συνδρομητικής τηλεόρασης να καταστεί από οικονομικής απόψεως το νόμιμο αθλητικό περιεχόμενο πιο ελκυστικό σε σχέση με το παράνομο (πειρατικό).
Η φορολόγηση επίσης της συνδρομητικής τηλεόρασης είναι εξαιρετικά επιβαρυντική για την ανάπτυξη της αγοράς, με το ΚΕΠΕ να επισημαίνει ότι μείωση της φορολογίας θα επέτρεπε δυνητικά στους παρόχους να βελτιώσουν την ποιότητα των υπηρεσιών τους και να ενισχύσουν τον ανταγωνισμό στην αγορά.
Ο κλάδος της συνδρομητικής τηλεόρασης επιβαρύνεται υπέρμετρα με φόρους και τέλη σύμφωνα με το ΚΕΠΕ που επισημαίνει ότι η μείωση της φορολογίας θα μπορούσε να οδηγήσει τους παρόχους να μειώσουν τις τιμές των υπηρεσιών τους. Θα μπορούσαν επίσης να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις στον κλάδο ώστε να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και η ποιότητα των υπηρεσιών.
Σημειώνει επίσης ότι η επιβολή τέλους 10% στις υπηρεσίες συνδρομητικής τηλεόρασης στην Ελλάδα αποτελεί ένα βαρύ αποτύπωμα της περιόδου αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής, με το πρόσθετο αυτό κόστος να μετακυλίεται τους καταναλωτές, μειώνοντας τη διαθέσιμη αγοραστική τους δύναμη.
Επηρεάζει επίσης αρνητικά και τους εγχώριους παρόχους, που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση έναντι των ξένων ανταγωνιστών όπως το Netflix και το Disney+, που δεν είναι υποχρεωμένες να πληρώσουν το συγκεκριμένο τέλος και δεν συνεισφέρουν ουσιαστικά στην ελληνική οικονομία.
Όπως τονίζει το ΚΕΠΕ, «η επιβολή του τέλους 10% συμβάλλει στη δημιουργία ενός άνισου ανταγωνιστικού περιβάλλοντος» με τους ελληνικούς παρόχους να βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, καθώς πρέπει να απορροφήσουν το πρόσθετο κόστος, ενώ οι ξένες εταιρείες απολαμβάνουν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα, χωρίς να υποχρεούνται σε αντίστοιχες επιβαρύνσεις».
Αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο έχει κάνει σημαντικά βήματα για την προστασία του περιεχομένου από την πειρατεία, αλλά απαιτείται ακόμα περισσότερη προσπάθεια, όπως η κατάργηση του τραπεζικού και τηλεπικοινωνιακού απορρήτου, που θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των αρχών.
Το νέο νομοθετικό πλαίσιο προβλέπει σκληρές ποινές για τους χρήστες με το ύψος του προστίμου να είναι κλιμακωτό και να αυξάνεται σε περίπτωση υποτροπής. Ειδικότερα, οι χρήστες αντιμετωπίζουν πρόστιμο 750 ευρώ, ενώ αν χρησιμοποιείται η πειρατική σύνδεση για δημόσια προβολή όπως σε bar ή cafe, το πρόστιμο ανεβαίνει στα 1.500 ευρώ. Επίσης, όποιος τελεί τις παραπάνω πράξεις με σκοπό άμεσο ή έμμεσο εμπορικό οικονομικό όφελος υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο 5.000 ευρώ για κάθε παράβαση. Σε περίπτωση υποτροπής, τα διοικητικά πρόστιμα διπλασιάζονται, με την αγορά να εκτιμά πως το μεγάλο οικονομικό βάρος που μπορεί να υπάρξει για τους χρήστες θα λειτουργήσει αποτρεπτικά.
Επιπλέον, με τον νέο νόμο επεκτείνεται η δυνατότητα δυναμικού αποκλεισμού (dynamic blocking) σε κάθε είδους οπτικοακουστικό περιεχόμενο, που διαμοιράζεται από πειρατές μέσω ιστοσελίδων και αφορά κυρίως αγώνες αθλητικών διοργανώσεων αλλά και τηλεοπτικό περιεχόμενο.