Η Fitch Ratings προχώρησε σε αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας στην κατηγορία ‘BBB’ από ‘BBB-’, διατηρώντας σταθερές προοπτικές. Η κίνηση αυτή, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αντανακλά τη σημαντική βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών της χώρας και την ενίσχυση της αξιοπιστίας της οικονομικής πολιτικής.
Η απόφαση της Fitch βασίζεται στη συνεχή αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους, στις υψηλές δημοσιονομικές επιδόσεις, στην ανθεκτικότητα της ανάπτυξης και στη βελτίωση του τραπεζικού τομέα. Όπως επισημαίνεται, η Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη μείωση χρέους μεταξύ των χωρών με επενδυτική βαθμίδα, με πτώση άνω των 60 ποσοστιαίων μονάδων από το 2020. Το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει στο 145% του ΑΕΠ το 2025, με προοπτική περαιτέρω μείωσης στο 120% έως το 2030.
Το προφίλ του ελληνικού χρέους παραμένει ιδιαίτερα ευνοϊκό, με μέση διάρκεια 19 έτη, μέσο επιτόκιο 1,5% και ταμειακό απόθεμα που φθάνει περίπου το 18% του ΑΕΠ. Τα στοιχεία αυτά περιορίζουν τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους και ενισχύουν τη θωράκιση της χώρας έναντι διεθνών αναταραχών.
Η δημοσιονομική επίδοση της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από ισχυρό πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ και πλεόνασμα Γενικής Κυβέρνησης περίπου 1%, ξεπερνώντας τον μέσο όρο της βαθμίδας “BBB”. Η Fitch αποδίδει τις επιδόσεις αυτές στη βελτίωση της φορολογικής διοίκησης και στη συνεπή δημοσιονομική πειθαρχία, ενώ σημειώνει ότι οι στοχευμένες ελαφρύνσεις του 2026 δεν διαταράσσουν τη δημοσιονομική σταθερότητα, η οποία πλέον στηρίζεται σε ένα αξιόπιστο και προβλέψιμο πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένου του νέου εθνικού δημοσιονομικού κανόνα.
Η ελληνική οικονομία διατηρεί ρυθμό ανάπτυξης περίπου 2%, υπερβαίνοντας τον μέσο όρο της ευρωζώνης, χάρη στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης, τις επενδύσεις, τη βελτίωση της απασχόλησης και των ισολογισμών των νοικοκυριών. Η Fitch εκτιμά ότι η σύγκλιση με το μέσο εισόδημα της ευρωζώνης θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια.
Στον τραπεζικό τομέα, καταγράφεται ισχυρή κεφαλαιακή θέση, θετική οργανική κερδοφορία και ουσιαστική εξυγίανση των ισολογισμών των συστημικών τραπεζών, ιδιαίτερα ως προς τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Η Fitch υπογραμμίζει ότι ο κλάδος έχει σταθεροποιηθεί, επιτρέποντας πλέον ισχυρή πιστοληπτική αξιολόγηση.
Παράλληλα, η Fitch σημειώνει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών παραμένει υψηλό, στο 6% του ΑΕΠ. Ωστόσο, δεν το θεωρεί παράγοντα άμεσου κινδύνου, λόγω της συμμετοχής της Ελλάδας στην ευρωζώνη και της σταθερότητας των εξωτερικών κεφαλαιακών ροών, σύμφωνα με το υπουργείο.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, δήλωσε πως η αναβάθμιση της Fitch επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα αλλάζει επίπεδο. Όπως ανέφερε, «την ώρα που προχωρούμε στη μεγαλύτερη μείωση φόρων της Μεταπολίτευσης, δίνοντας πραγματική ανάσα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ένας κορυφαίος διεθνής οίκος αξιολόγησης αναγνωρίζει τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας».
Ο κ. Πιερρακάκης τόνισε ότι η αναβάθμιση αφορά κάθε πολίτη, καθώς συνεπάγεται χαμηλότερο κόστος για το κράτος, αυξημένη ρευστότητα για τις επιχειρήσεις, ευκολότερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση και μεγαλύτερη ασφάλεια για τις επενδύσεις που δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας. Επιπλέον, ενισχύεται η εμπιστοσύνη των θεσμικών επενδυτών και διευρύνεται η δεξαμενή κεφαλαίων που μπορούν να τοποθετηθούν σε ελληνικά ομόλογα και assets, βελτιώνοντας συνολικά τους όρους χρηματοδότησης της οικονομίας.
Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι η απόφαση της Fitch αποδεικνύει πως η Ελλάδα οικοδομεί μια νέα θέση στο επενδυτικό και οικονομικό περιβάλλον της Ευρώπης, συνεχίζοντας την προσπάθεια για μια πιο δυνατή, σύγχρονη και δίκαιη χώρα.