Η εκρηκτική άνοδος του τουρισμού στην Ισπανία έχει οδηγήσει στην σταδιακή «εκτόπιση» των ντόπιων από τους αγαπημένους τους παραθαλάσσιους προορισμούς, καθώς οι συνεχώς αυξανόμενες τιμές τόσο στα ξενοδοχεία όσο και στα ενοικιαζόμενα καταλύματα τους καθιστούν απρόσιτους για το μέσο Ισπανό.
Σύμφωνα με νέα ανάλυση της εταιρείας inAtlas, οι 25 κορυφαίοι τουριστικοί προορισμοί στις ακτές της Μεσογείου και του Ατλαντικού κατέγραψαν το 2023 απώλεια περίπου 800.000 Ισπανών επισκεπτών, την ίδια στιγμή που οι ξένοι τουρίστες αυξήθηκαν κατά 1,94 εκατομμύριο. Παράλληλα, η χώρα αναμένεται να «σπάσει» το ρεκόρ ξένων αφίξεων φτάνοντας τα 100 εκατομμύρια επισκέπτες το 2024, γεγονός που ενισχύει περαιτέρω τη δυναμική του φαινομένου.
Όπως παραδέχεται η 26χρονη Γουέντι Νταβίλα, «Οι τιμές έχουν αυξηθεί εξωφρενικά. Ολόκληρη η ισπανική ακτή είναι πολύ ακριβή». Η ίδια αναγκάστηκε να ακυρώσει τις διακοπές της στη νότια Καντίζ και να στραφεί σε μια σαφώς πιο οικονομική ενδοχώρα, επιλέγοντας τη Μπούργος.
Όλο και περισσότεροι Ισπανοί νοσταλγούν ένα παρελθόν όπου οικογενειακές διακοπές στις παραλίες της Μεσογείου ήταν εφικτές. Ωστόσο, τα δεδομένα δείχνουν ότι οι ξενοδοχειακές τιμές αυξήθηκαν κατά 23% την τελευταία τριετία, αγγίζοντας τα 136 ευρώ τη βραδιά κατά μέσο όρο (Mabrian). Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τη Tecnitasa, οι ενοικιάσεις σε δημοφιλείς παραλιακές περιοχές σημείωσαν αύξηση 20,3% από τα μέσα του 2023, με τα περισσότερα καταλύματα να έχουν ήδη κρατηθεί από το πρώτο τρίμηνο για το καλοκαίρι.
Όπως υπογραμμίζει ο Χοσέ Μαρία Μπασάνες, πρόεδρος του ομίλου Tecnitasa, «Γίνεται όλο και δυσκολότερο για τους Ισπανούς να κάνουν κράτηση σε παραλιακό θέρετρο».
Απέναντι στις οικονομικές πιέσεις και την αίσθηση «εκτοπισμού», η ισπανική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει εκστρατεία για την προώθηση λιγότερο γνωστών προορισμών μακριά από τις παραλίες. «Αν θέλουμε να συνεχίσουμε να ηγούμαστε του διεθνούς τουρισμού, πρέπει να αποκεντρώσουμε τους προορισμούς μας», δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Τουρισμού Τζόρντι Χερέου.
Σαν αποτέλεσμα, παρατηρείται σημαντική αύξηση στην εσωτερική μετακίνηση προς περιοχές της ενδοχώρας, όπως η Καστίλλη και Λεόν ή η Ανδαλουσία, όπου οι τιμές είναι αισθητά χαμηλότερες και ο υπερτουρισμός δεν έχει μετατραπεί ακόμη σε φλέγον πρόβλημα. Μόνο το τελευταίο έτος, 1,7 εκατομμύρια περισσότεροι Ισπανοί επέλεξαν τέτοιους πιο οικονομικούς προορισμούς, ενώ σε ορεινές περιοχές όπως το Ελ Μπόσκε, η αύξηση των Ισπανών τουριστών ξεπέρασε το 22% σε σχέση με πέρυσι (στοιχεία inAtlas).
Σημαντικές αλλαγές καταγράφονται και στις ήδη κορεσμένες πόλεις. Το 2024, οι Ισπανοί πραγματοποίησαν σχεδόν 400.000 λιγότερα ταξίδια στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ οι επισκέψεις των αλλοδαπών αυξήθηκαν κατά περίπου τρία εκατομμύρια.
Η εξάρτηση της ισπανικής οικονομίας από τον εισερχόμενο τουρισμό, που αντιστοιχεί σε πάνω από 13% του ΑΕΠ, δημιουργεί αναπόφευκτες εντάσεις. Πέρα από τις πιέσεις στις κατοικίες για τους μόνιμους κατοίκους, ιδιαίτερη διάσταση λαμβάνει το αίσθημα αδικίας και η αδυναμία των Ισπανών να χαρούν τις δικές τους παραλίες. Όπως επισημαίνει ο Χουάν Πέδρο Αθνάρ, καθηγητής στο Esade business school, «Υπάρχει ενδεχομένως ένα στοιχείο εκτοπισμού, με τους Ισπανούς να διαθέτουν σαφώς χαμηλότερη αγοραστική δύναμη σε σχέση με τους Βρετανούς ή τους Γερμανούς τουρίστες».
Για ορισμένους, η λύση είναι η αποφυγή των καλοκαιρινών εξορμήσεων. Η νοσηλεύτρια Μαρία ντε λα Θάρα δηλώνει ότι το φετινό καλοκαίρι θα μείνει στη Μαδρίτη και θα επισκεφθεί συγγενείς στον Νότο μετά το πέρας της περιόδου αιχμής, σημειώνοντας πως όταν φθάνει κρουαζιερόπλοιο στην Καντίθ, η πόλη «διπλασιάζει τον πληθυσμό της».