Περίπου 610.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους το 2024 από ελονοσία, με τα περισσότερα θύματα να είναι μικρά παιδιά στην υποσαχάρια Αφρική, σύμφωνα με ανακοίνωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Ο οργανισμός προειδοποιεί για τους αυξανόμενους κινδύνους που προκαλούν η ανθεκτικότητα στα φάρμακα, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και οι περικοπές στη χρηματοδότηση.
Ο αριθμός των θανάτων παρουσιάζει μικρή αύξηση σε σχέση με το 2023, ενώ τα κρούσματα ελονοσίας ανήλθαν από 273 σε περίπου 282 εκατομμύρια, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΠΟΥ.
Παρά τη σημαντική πρόοδο στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η αντιμετώπιση της νόσου έχει επιβραδυνθεί τα τελευταία χρόνια.
Ενώ 47 χώρες έχουν πιστοποιηθεί ως απαλλαγμένες από κρούσματα ελονοσίας, άλλες, όπως η Αιθιοπία, η Μαδαγασκάρη και η Υεμένη, κατέγραψαν αύξηση το 2024.
Ο διευθυντής του παγκόσμιου προγράμματος για την ελονοσία του ΠΟΥ, Ντάνιελ Νγκαμίτζε Μανταντί, επισήμανε ότι "υπερβολικά πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να πεθαίνουν από μια αποτρέψιμη και ιάσιμη ασθένεια".
Η ανθεκτικότητα στα φάρμακα και στα εντομοκτόνα, η κλιματική αλλαγή και οι συγκρούσεις αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για την αντιμετώπιση της ασθένειας, η οποία μεταδίδεται μέσω των κουνουπιών.
Η αύξηση των κρουσμάτων και των θανάτων σχετίζεται εν μέρει με τη δημογραφική άνοδο, ωστόσο και η συχνότητα εμφάνισης της νόσου αυξήθηκε την περίοδο 2015-2016, φτάνοντας από 59 σε 64 κρούσματα ανά 100.000 άτομα σε κίνδυνο.
Τα ποσοστά θνησιμότητας μειώθηκαν ελαφρώς, από 14,9 σε 13,8 ανά 100.000 ανθρώπους σε κίνδυνο. Ωστόσο, η χρηματοδότηση παραμένει σημαντικά χαμηλότερη από τις πραγματικές ανάγκες. Το 2024, η συνολική επένδυση για τον έλεγχο της ελονοσίας ανήλθε σε 3,9 δισ. δολάρια, ποσό που υπολείπεται κατά πολύ του στόχου των 9 δισ. δολαρίων.
Σημειώνεται ότι τα στοιχεία αυτά δεν περιλαμβάνουν τις πρόσφατες μειώσεις στη διεθνή βοήθεια, οι οποίες ξεκίνησαν τον Ιανουάριο στις ΗΠΑ και επηρεάζουν τη φετινή προσπάθεια καταπολέμησης της ελονοσίας.
"Η υποχρηματοδότηση της αντιμετώπισης της ελονοσίας...ενέχει προφανή κίνδυνο, μια μαζική και ανεξέλεγκτη αναζωπύρωση της νόσου", τόνισε ο Νγκαμίτζε.
Όπως επισημαίνεται, η ανάπτυξη νέων και βελτιωμένων εργαλείων –θεραπειών, διαγνωστικών εξετάσεων και εμβολίων– έχει συμβάλει στη διάσωση εκατομμυρίων ζωών.
Ωστόσο, η αποτελεσματικότητά τους εξαρτάται από την πρόσβαση όσων διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο, ευθύνη που βαραίνει τόσο τις κυβερνήσεις των πληγεισών χωρών όσο και τους διεθνείς δωρητές.