Οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων οικονομιών, στέλνουν ολοένα και πιο καθαρά μηνύματα ότι ο κύκλος των μειώσεων επιτοκίων πλησιάζει στο τέλος του.
Μετά από μια περίοδο έντονης νομισματικής χαλάρωσης, οι αγορές και οι ίδιοι οι κεντρικοί τραπεζίτες εμφανίζονται πλέον πιο επιφυλακτικοί, καθώς ο πληθωρισμός παραμένει επίμονος σε ορισμένες χώρες και οι οικονομίες δείχνουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα απ’ ό,τι αναμενόταν.
Σύμφωνα με το Reuters, η στροφή αυτή έγινε ιδιαίτερα εμφανής μετά την απόφαση της Τράπεζας της Ιαπωνίας να αυξήσει τα επιτόκια στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών, σηματοδοτώντας ότι ο κύκλος στήριξης της οικονομίας πλησιάζει στο τέλος του.
Την ίδια στιγμή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ουσιαστικά επιβεβαίωσε ότι έχει ολοκληρώσει τις μειώσεις επιτοκίων, επιλέγοντας μια «αβέβαιη παύση» και αποφεύγοντας να δώσει σαφή καθοδήγηση για τα επόμενα βήματα, όπως μεταδίδει το ίδιο δημοσιογραφικό μέσο.
Στην ευρωζώνη, τα επιτόκια παραμένουν στο 2% από τον Ιούνιο, με την πρόεδρο της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ να επικαλείται αυξημένη αβεβαιότητα και να αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο μιας παρατεταμένης περιόδου σταθερότητας.
Οι αγορές χρήματος, σύμφωνα με το Bloomberg, εκτιμούν πλέον ότι η ΕΚΤ, όπως και οι κεντρικές τράπεζες της Σουηδίας και της Νορβηγίας, θα διατηρήσουν τα επιτόκια αμετάβλητα καθ’ όλη τη διάρκεια του 2026.
«Πολλές μειώσεις έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και τα επιτόκια δεν θεωρούνται πλέον περιοριστικά», δήλωσε στο Bloomberg ο Μάικ Ρίντελ, διαχειριστής κεφαλαίων στη Fidelity International.
Όπως ανέφερε, «η μεγάλη αλλαγή των τελευταίων εβδομάδων είναι ότι αρκετές από τις χώρες που μείωσαν πρώτες τα επιτόκια, θεωρείται πλέον πιθανότερο να προχωρήσουν σε αυξήσεις στο μέλλον, παρά σε νέες μειώσεις».
Η μεταστροφή αυτή αποτυπώνεται και στις αγορές ομολόγων. Το Bloomberg σημειώνει ότι οι αποδόσεις των γερμανικών διετών ομολόγων, που αποτελούν σημείο αναφοράς για την ευρωζώνη, έχουν αυξηθεί αισθητά τον τελευταίο μήνα, καθώς οι επενδυτές επανεκτιμούν το ενδεχόμενο νέας σύσφιγξης της πολιτικής της ΕΚΤ.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η εικόνα είναι ελαφρώς διαφορετική. Η Τράπεζα της Αγγλίας προχώρησε πρόσφατα σε μείωση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, στο 3,75%, έπειτα από οριακή ψηφοφορία.
Ωστόσο, σύμφωνα με το Bloomberg, οι αγορές προεξοφλούν πλέον μόνο μία ακόμη μείωση μέσα στο 2026, καθώς ο πληθωρισμός παραμένει ο υψηλότερος μεταξύ των χωρών της G7.
«Η μελλοντική χαλάρωση είναι οριακή», προειδοποίησε ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Άντριου Μπέιλι, όπως μεταδίδει το Reuters.
Ανάλογες ενδείξεις προκύπτουν και από άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες. Όπως αναφέρει το internationalinvestment.biz, οι αγορές θεωρούν ότι ο κύκλος μειώσεων επιτοκίων στην Ευρώπη έχει σε μεγάλο βαθμό ολοκληρωθεί, με τους επενδυτές να στρέφουν πλέον το βλέμμα τους στο πότε θα έρθει η επόμενη αύξηση και όχι η επόμενη μείωση. Η εξαίρεση παραμένει, προς το παρόν, το Ηνωμένο Βασίλειο.
Παράλληλα, ειδικοί εκτιμούν ότι η επόμενη κίνηση της ΕΚΤ θα μπορούσε να είναι ανοδική, αλλά όχι πριν από το 2027.
Όπως ανέφερε η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, σε συνέντευξή της στο Bloomberg, «η επόμενη αλλαγή πολιτικής θα μπορούσε να είναι αύξηση επιτοκίων, εφόσον ενισχυθούν οι πληθωριστικές πιέσεις».
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα μείωσε πρόσφατα τα επιτόκια, ωστόσο αξιωματούχοι της Fed αφήνουν να εννοηθεί ότι επίκειται παύση.
Σύμφωνα με το Reuters, οι προβλέψεις των μελών της Fed δείχνουν πλέον μόνο μία μείωση επιτοκίων το 2026, γεγονός που ενδέχεται να φέρει την κεντρική τράπεζα σε αντιπαράθεση με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει ζητήσει πιο επιθετική χαλάρωση.