Ανησυχία προκαλεί στους Δημοκρατικούς Γερουσιαστές η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να ανακαλέσει περίπου 30 διπλωμάτες καριέρας, σύμφωνα με επιστολή τους προς τον Πρόεδρο των ΗΠΑ. Όπως επισημαίνουν, η κίνηση αυτή δημιουργεί κενό ηγεσίας στις αμερικανικές διπλωματικές αποστολές, γεγονός που ενδέχεται να ενισχύσει τη θέση ανταγωνιστών όπως η Ρωσία και η Κίνα.
Η εντολή της αμερικανικής κυβέρνησης αφορά περισσότερους από είκοσι διπλωμάτες που υπηρετούν σε στρατηγικές περιοχές της Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής και Λατινικής Αμερικής. Στόχος, σύμφωνα με την επίσημη γραμμή, είναι οι αποστολές να ευθυγραμμιστούν με το δόγμα «Πρώτα η Αμερική».
Οι Δημοκρατικοί χαρακτηρίζουν τις ανακλήσεις ως «άνευ προηγουμένου κίνηση» και επισημαίνουν ότι δεν υπάρχει σχέδιο αντικατάστασης με κατάλληλους υποψηφίους. Όπως αναφέρουν στην επιστολή τους, που περιήλθε στη διάθεση του Reuters, οι απομακρύνσεις θα αφήσουν περισσότερες από 100 κενές θέσεις πρεσβευτών, δηλαδή περίπου το ήμισυ των συνολικών θέσεων παγκοσμίως.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και ο Λευκός Οίκος δεν απάντησαν άμεσα σε αιτήματα για σχόλιο. Ανώτερος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ χαρακτήρισε πάντως τις ανακλήσεις «τυπική διαδικασία σε κάθε κυβέρνηση».
Στην επιστολή τους, οι γερουσιαστές τονίζουν ότι η απουσία ανώτερης ηγεσίας σε αμερικανικές πρεσβείες προσφέρει πεδίο δράσης σε χώρες όπως η Κίνα και η Ρωσία, οι οποίες διατηρούν στενή επικοινωνία με ξένους ηγέτες και ενισχύουν την επιρροή τους.
Μεταξύ των γερουσιαστών που υπογράφουν την επιστολή συγκαταλέγονται η Τζιν Σαχίν και ο Κρις Μέρφι. Προειδοποιούν ότι η Ουάσινγκτον κινδυνεύει να χάσει την παρουσία της σε κρίσιμες περιοχές, ενώ το Πεκίνο και η Μόσχα αυξάνουν την επιρροή τους.
Σε περιοχές όπως ο Ινδο-Ειρηνικός, η Αφρική, τα Βαλκάνια και η Λατινική Αμερική, η αμερικανική διπλωματία ενδέχεται να μείνει πίσω έναντι της οικονομικής διείσδυσης της Κίνας.
Οι γερουσιαστές σημειώνουν ότι οι διπλωμάτες καριέρας έχουν υπηρετήσει πιστά κυβερνήσεις και των δύο κομμάτων για δεκαετίες και καλούν τον πρόεδρο να ανακαλέσει την απόφαση ώστε να αποφευχθεί περαιτέρω ζημιά στην εικόνα των ΗΠΑ διεθνώς.
Παραδοσιακά, οι πολιτικά διορισμένοι πρεσβευτές αποχωρούν με την αλλαγή κυβέρνησης, ωστόσο οι διπλωμάτες καριέρας θεωρούνται διακομματικοί και συχνά διατηρούν τις θέσεις τους για τρία έως τέσσερα χρόνια, ανεξαρτήτως πολιτικής ηγεσίας.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει εκφράσει επανειλημμένα τη δυσπιστία του απέναντι στη γραφειοκρατία, δηλώνοντας την πρόθεσή του να «καθαρίσει το βαθύ κράτος» και να τοποθετήσει πρόσωπα της εμπιστοσύνης του σε ανώτερες θέσεις.
Τον Φεβρουάριο, ο Τραμπ ζήτησε από τον Υπουργό Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, να προχωρήσει σε αναδιοργάνωση της υπηρεσίας εξωτερικών, διασφαλίζοντας ότι η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης εφαρμόζεται «πιστά».
Τον Ιούλιο, η κυβέρνηση Τραμπ προχώρησε σε απολύσεις άνω των 1.300 διπλωματών και υπαλλήλων του Υπουργείου Εξωτερικών, ενώ η Ουάσινγκτον αντιμετώπιζε διεθνείς κρίσεις, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ένταση στη Μέση Ανατολή.
Η συνολική μείωση του προσωπικού του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ έφτασε τα 3.000 άτομα, αριθμός που αντιστοιχεί σε περισσότερο από το 11% των συνολικών υπαλλήλων του υπουργείου.