ΓΔ: 1774.96 1.40% Τζίρος: 229.79 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 17:25:01
Φωτο: Shutterstock

Κλείνει το χάσμα στις επενδύσεις, «βαρίδι» οι μικρές επιχειρήσεις

Στο επίπεδο όπου βρισκόταν το 2010 θα μειωθεί το 2025 το επενδυτικό κενό σε σχέση με την ευρωζώνη. Δυσκολεύει τις επενδύσεις η κυριαρχία μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.

Μια πολύ δύσκολη μάχη θα συνεχίσει να δίνει τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα για να επουλώσει τις πληγές της κρίσης στον τομέα των επενδύσεων. Το επενδυτικό κενό, δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στις επενδύσεις στην ευρωζώνη και στην Ελλάδα, μόλις το 2025 προβλέπεται ότι θα μειωθεί στα επίπεδα που βρισκόταν το 2010, πριν σαρώσει τα πάντα η θύελλα της κρίσης. Ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι οι ιδιαιτερότητες του ελληνικού επιχειρηματικού τομέα με την κυριαρχία μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων αποτελούν «βαρίδι» για την επενδυτική δραστηριότητα.

Η ελληνική οικονομία είχε καταφέρει σχεδόν να μηδενίσει τη διαφορά στο δείκτη επενδύσεων/ΑΕΠ από την ευρωζώνη, με το επενδυτικό κενό να διαμορφώνεται σε 0,2% του ΑΕΠ το 2009. Όμως, αυτή η επιτυχία ήταν παραπλανητική. Η επενδυτική δραστηριότητα είχε επικεντρωθεί στον τομέα της κατοικίας, που δεν συμβάλλει στην αύξηση της παραγωγικότητας. Η οικονομία παρουσίαζε μη διατηρήσιμο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που έφθασε και το 15% του ΑΕΠ και ήταν ο κύριος παράγοντας, μαζί με τα δημοσιονομικά ελλείμματα, που έφερε σε αδιέξοδο την οικονομία από το 2010 και μετά.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) συγκέντρωσε στην τελευταία, τριμηνιαία έκθεσή του τα στοιχεία και τις προβλέψεις για τις επενδύσεις και δίνει μια πολύ καθαρή εικόνα για την εξέλιξη του επενδυτικού κενού στα χρόνια της κρίσης, αλλά και στην περίοδο της ανάκαμψης των επενδύσεων, χάρη και στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, που εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν σε ταχύτερη μείωση του επενδυτικού κενού.

Όπως φαίνεται στο γράφημα, το 2019 η ελληνική οικονομία είχε μεταβληθεί σε… κρανίου τόπο, με το επενδυτικό κενό να ξεπερνά και τις 10 μονάδες του ΑΕΠ. Σύμφωνα με παλαιότερη έκθεση οικονομολόγων του ΔΝΤ, «στο τέλος του 2019 το ποσοστό επενδύσεων της Ελλάδας ήταν ένα από τα χαμηλότερα στον κόσμο. Ο λόγος επενδύσεων προς το ΑΕΠ της Ελλάδας κατατάχθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο στην ΕΕ και μεταξύ των χαμηλότερων στον κόσμο, στο 10% του ΑΕΠ».

Στη συνέχεια, η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται, για να φθάσουμε στις 5,4 μονάδες το 2023, ενώ προβλέπεται ότι το επενδυτικό κενό θα μειωθεί στο 4% φέτος, στο 3% το 2025 και στο 2,3% το 2026.

ependytiko_keno

Το πόσο δύσκολη παραμένει για την ελληνική οικονομία η ανάταξη της επενδυτικής δραστηριότητας φαίνεται από το γεγονός ότι ακόμη και το 2026 θα υπάρχει ένα όχι αμελητέο επενδυτικό κενό, παρότι η οικονομία θα «βομβαρδίζεται», καλώς εχόντων των πραγμάτων, από τα επενδυτικά κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο είναι ιδιαίτερα γενναιόδωρο για την Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες οικονομίες της ευρωζώνης.

Θετικές προβλέψεις για τις επενδύσεις

Το ΓΠΚΒ σημειώνει ότι οι προβλέψεις για τη μεγέθυνση των συνολικών επενδύσεων (δημοσίων και ιδιωτικών) στην Ελλάδα -τόσο των διεθνών όσο και εγχώριων οργανισμών- είναι θετικές.

  • Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά μεγέθυνση των συνολικών επενδύσεων της τάξεως του 7,4% για το 2024, του 8,9% για το 2025 και του 7,1% για το 2026, προβλέψεις αρκετά υψηλότερες από τις αντίστοιχες για την Ευρωζώνη (-1,9% για το 2024, 1,8% για το 2025 και 2,5% για το 2026).
  • Παρόμοιες είναι και οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ στην Οικονομική Επισκόπηση για το 2024 (Δεκέμβριος 2024), με τον οργανισμό να προβλέπει για την Ελλάδα ρυθμό μεγέθυνσης των συνολικών επενδύσεων κατά 7,5% το 2024, 8,8% για το 2025 και 9,5% το 2026, προβλέψεις αρκετά υψηλότερες από αυτές για την Ευρωζώνη (-1,8% για το 2024, 0,8% για το 2025 και 2,0% για το 2026).
  • Το υπουργείο Οικονομικών στην Εισηγητική Έκθεση Προϋπολογισμού για το 2025 εκτιμά μεγέθυνση των συνολικών επενδύσεων κατά 6,7% για το 2024 και 8,4% για το 2025.
  • Η βασική εκτίμηση του Γραφείου για τον ρυθμό μεγέθυνσης των συνολικών επενδύσεων διαμορφώνεται σε ένα εύρος πρόβλεψης μεταξύ 7,1% και 9,5% με πιθανότερη εκτίμηση το 7,9% για το 2025.

Το εύρος των προβλέψεων του Γραφείου, σημειώνεται στην έκθεση, συναρτάται άμεσα με την διάθεση των πόρων του ΤΑΑ στην πραγματική οικονομία.

Η αβεβαιότητα, εχθρός των επενδύσεων

Ο κυριότερος παράγοντας ανάσχεσης της επενδυτικής δραστηριότητας είναι η αβεβαιότητα για την οικονομική πολιτική. «Υπάρχει μια θετική σχέση μεταξύ του επενδυτικού κενού της Ελλάδας και της αβεβαιότητας της οικονομικής πολιτικής», τονίζει το ΓΠΚΒ, «ιδιαιτέρως κατά τη διάρκεια και μετά την οικονομική κρίση του 2009». Δηλαδή, όσο αυξάνεται η αβεβαιότητα, τόσο διευρύνεται και το επενδυτικό κενό.

«Η αυξημένη αβεβαιότητα οικονομικής πολιτικής», τονίζει το ΓΠΚΒ, «ενισχύει την επιφυλακτικότητα των επιχειρήσεων να δεσμεύσουν νέους πόρους, λόγω της μη αναστρεψιμότητας των επενδυτικών αποφάσεων. Στην ελληνική περίπτωση, αυτό το φαινόμενο φαίνεται να επιδεινώθηκε από τη μακροχρόνια κρίση, καθώς η αβεβαιότητα για την οικονομική ανάκαμψη και τη σταθερότητα της πολιτικής αποθάρρυνε επενδύσεις κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα, διευρύνοντας το επενδυτικό κενό.

Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι μετά το 2019 παρατηρείται μια σταδιακή μείωση του επενδυτικού κενού, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη βελτίωση των οικονομικών προσδοκιών και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης, δημιουργώντας ευνοϊκότερες συνθήκες για επενδύσεις».

Η… κατάρα των μικρών επιχειρήσεων

Πέραν της αβεβαιότητας, όμως, στην περίπτωση της Ελλάδας υπάρχουν και σοβαρά προβλήματα στον επιχειρηματικό τομέα, που αναδεικνύει στην τελευταία έκθεσή του ο ΟΟΣΑ, τα οποία δεν επιτρέπουν στις ελληνικές επιχειρήσεις να επενδύουν, να καινοτομούν και να αναπτύσσονται, παρά τις μεταρρυθμίσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον.

Ο ΟΟΣΑ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ελληνική ιδιαιτερότητα της μικρής επιχειρηματικότητας, που εμποδίζει την ουσιαστική ενίσχυση των επενδύσεων για να αυξηθεί η παραγωγικότητα με την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών. Όπως τονίζει,

  • Το επίμονο χάσμα παραγωγικότητας της Ελλάδας συμβαδίζει με αδύναμες επενδύσεις. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις κατέρρευσαν με την οικονομική κρίση μετά το 2007. Ενώ οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ άρχισαν να ανακάμπτουν τα τελευταία χρόνια, το επενδυτικό χάσμα με άλλες χώρες της ΕΕ εξακολουθεί να είναι μεγάλο.
investment_OECD
  • Ομοίως, οι δαπάνες των επιχειρήσεων για έρευνα και ανάπτυξη ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνονται, αλλά παρέμειναν πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ το 2022.
  • Τα μεγάλα επενδυτικά κενά συνοδεύονται από αργή διάδοση της ψηφιακής τεχνολογίας, ιδίως μεταξύ των μικρότερων επιχειρήσεων. Περισσότερες από τις μισές ΜμΕ (μη συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων με λιγότερους από 10 υπαλλήλους) έχουν πολύ χαμηλή ψηφιακή ένταση, το μεγαλύτερο ποσοστό μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα έχουν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις στη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών. Όμως, το ποσοστό των επιχειρήσεων με τουλάχιστον 250 εργαζόμενους που υστερούν και έχουν πολύ χαμηλή ψηφιακή ένταση είναι 13% και εξακολουθεί να είναι το δεύτερο μεγαλύτερο μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
  • Η υστέρηση στην υιοθέτηση τεχνολογιών και στην καινοτομία στις ψηφιακές τεχνολογίες αντικατοπτρίζεται, για παράδειγμα, στο γεγονός ότι λιγότερες επιχειρήσεις διαθέτουν ιστότοπο, χρησιμοποιούν υπολογιστικό νέφος ή τεχνητή νοημοσύνη.

Δυσανάλογος αριθμός μικρών επιχειρήσεων

  • Η Ελλάδα διαθέτει δυσανάλογο αριθμό μικρών επιχειρήσεων και η ικανότητά τους να υιοθετούν τεχνολογίες, να καινοτομούν και να αναπτύσσονται φαίνεται περιορισμένη. Σχεδόν το ήμισυ του εργατικού δυναμικού της Ελλάδας απασχολείται σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 υπαλλήλους, το μεγαλύτερο ποσοστό μεταξύ των οικονομιών της ΕΕ. Ο ισχυρός τουριστικός τομέας μπορεί να είναι ένας παράγοντας πίσω από αυτό, αλλά το βάρος των μικρών επιχειρήσεων δεν προκύπτει μόνο από την εστίαση της Ελλάδας στον τουρισμό. Οι μικρές επιχειρήσεις απασχολούν μεγαλύτερο μερίδιο εργαζομένων σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των καταλυμάτων και των τροφίμων, αλλά και των κατασκευών, του χονδρικού και λιανικού εμπορίου.
  • Τα χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας αντικατοπτρίζουν κυρίως αυτή τη μεγάλη βαρύτητα των μικρών επιχειρήσεων, καθώς οι διαφορές στις επιδόσεις – σε σύγκριση με τις ομότιμες επιχειρήσεις της ίδιας τάξης μεγέθους στην ΕΕ – είναι ιδιαίτερα έντονες μεταξύ των μικρότερων επιχειρήσεων.
  • Ούτε η κυριαρχία των μικρών επιχειρήσεων ούτε η τομεακή σύνθεση της ελληνικής οικονομίας εμποδίζουν απαραίτητα την ισχυρότερη ανάπτυξη και την οικονομική κάλυψη, τουλάχιστον όταν εξετάζονται μεμονωμένα.
  • Ωστόσο, είναι ο συνδυασμός πολλών μικρών επιχειρήσεων με μεγάλες και επίμονες διαφορές απόδοσης, που επιδεινώνονται από τον αδύναμο επιχειρηματικό δυναμισμό, που δημιουργεί ένα περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης. Πολλές επιχειρήσεις παραμένουν μικρές και στάσιμες σε χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας επειδή δεν διαθέτουν τα μέσα ή τις ευκαιρίες να επενδύσουν και να υιοθετήσουν νέες τεχνολογίες.
  • Ως εκ τούτου, οι παράγοντες που καταπνίγουν την ανάπτυξη των μικρών επιχειρήσεων και τη διάδοση των ψηφιακών τεχνολογιών σε όλους τους τομείς αντικατοπτρίζουν ευρύτερες αδυναμίες στο επιχειρηματικό περιβάλλον, οι οποίες επιβαρύνουν επίσης τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, καθώς και τις επιχειρήσεις που καινοτομούν στα σύνορα της τεχνολογίας.
  • Ενώ το επιχειρηματικό περιβάλλον έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις. Τα εναπομένοντα εμπόδια για την καινοτομία και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων περιλαμβάνουν ιδίως τον ασθενή ανταγωνισμό, τον υψηλό κανονιστικό φόρτο, τις δυσκολίες εξασφάλισης εξωτερικής χρηματοδότησης και τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού και δεξιοτήτων.
  • Η Ελλάδα έχει λάβει μέτρα για την τόνωση της επιχειρηματικής ανάπτυξης των ΜΜΕ, μεταξύ άλλων μέσω φορολογικών κινήτρων για συγχωνεύσεις και της αυτόματης διατήρησης προηγούμενων επιχειρηματικών αδειών σε τέτοιες περιπτώσεις . Οι συγκεντρώσεις αυτές μπορούν να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν οικονομίες κλίμακας, για παράδειγμα με την ανταλλαγή τεχνολογιών. Ωστόσο, η υιοθέτηση αυτών των διατάξεων ήταν χαμηλή και θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα για την προώθηση ισχυρότερης ανάπτυξης.

Η ελπίδα των 70 δισ. ευρώ

Για την υλοποίηση των μεγάλων επενδύσεων που χρειάζεται η οικονομία, προκειμένου να εξαλειφθεί το επενδυτικό κενό και να ανεβεί σε πιο υψηλή «πίστα» ανάπτυξης, οι ελπίδες στρέφονται στα τεράστια κοινοτικά κονδύλια που έχει να λάβει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.

Όπως τονίζει η Τράπεζα της Ελλάδος,

  • Κατά την περίοδο 2021-2027, η Ελλάδα δικαιούται να λάβει περισσότερα από 70 δισ. ευρώ από κονδύλια της ΕΕ. Περίπου τα μισά από αυτά τα κονδύλια (36 δισ. ευρώ) σχετίζονται με το σχέδιο ανάκαμψης της ΕΕ (NGEU). Τα υπόλοιπα είναι διαρθρωτικά ταμεία από τον προϋπολογισμό της ΕΕ για την περίοδο 2021-2027.
  • Τα κονδύλια του NGEU στοχεύουν σε έργα υψηλής προστιθέμενης αξίας που ενισχύουν την ανάπτυξη στους τομείς της εξοικονόμησης ενέργειας, της μετάβασης στην πράσινη ενέργεια, του ψηφιακού μετασχηματισμού του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, της απασχόλησης, της κοινωνικής συνοχής και των ιδιωτικών επενδύσεων.
  • Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΤτΕ, η πλήρης εκτέλεση του σχεδίου ανάκαμψης της ΕΕ θα συμβάλει σε σημαντική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 7% έως το 2026, κυρίως λόγω της αύξησης των συνολικών επενδύσεων και της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής. Παράλληλα, θα συμβάλει στην αύξηση της απασχόλησης, των ιδιωτικών επενδύσεων, των εξαγωγών και των φορολογικών εσόδων.
  • Η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που συνδέονται με το NextGenerationEU προβλέπεται να επιφέρει μόνιμη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ και της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής (εντός δέκα ετών).
Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ελληνικά ευρώ και σημαία
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Νίκησε» την ευρωζώνη η ελληνική οικονομία με αιχμή την αύξηση επενδύσεων

Παρά τις δυσμενείς γεωπολιτικές εξελίξεις, η Ελλάδα διατήρησε ρυθμό ανάπτυξης υψηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, καθώς ενισχύθηκε το μερίδιο των επενδύσεων στην οικονομία. Ανάλυση από την Alpha Bank.
GDP
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ευχάριστη έκπληξη το ΑΕΠ της ευρωζώνης πριν επιβάλει δασμούς ο Τραμπ

Με ρυθμό 0,4% σε τριμηνιαία βάση «έτρεξε» η οικονομία της ευρωζώνης το α' τρίμηνο, διπλάσιο από τις προβλέψεις των αναλυτών. Έρχεται επιβράδυνση από το δεύτερο τρίμηνο λόγω των δασμών του Ντ. Τραμπ.