Δρακόντεια και στοχευμένα μέτρα για την καταπολέμηση του μαύρου χρήματος δρομολογεί η κυβέρνηση, με τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της σχετικής κοινοτικής οδηγίας και των Κανονισμών της ΕΕ.
Οι παρεμβάσεις θα στοχεύσουν συγκεκριμένους κλάδους και συναλλαγές όπως είναι οι ποδοσφαιρικές ομάδες, παράγοντες και ατζέντηδες, οι ανταλλαγές κρυπτονομισμάτων, οι αγοραστές ακριβών κοσμημάτων, αυτοκινήτων σκαφών αναψυχής και αεροσκαφών, οι συναλλασσόμενοι με εικονικούς IBAN, οι εταιρείες real estate, οι χρήστες των προγραμμάτων «Χρυσή Βίζα», ενώ μεταξύ των δράσεων που προωθούνται είναι η καταγραφή και η παρακολούθηση όλων των τραπεζικών λογαριασμών, η αυτόματη ανταλλαγή τραπεζικών στοιχείων μεταξύ των χωρών και ο αυστηρός έλεγχος ύποπτων ατόμων και επαγγελματικών ομάδων.
Ήδη με απόφαση του γ.γ. Οικονομικής Πολιτικής και Στρατηγικής, Γιώργου –Θεόδωρου Χριστόπουλου συστάθηκε Ομάδα Εργασίας, αποτελούμενη από 27 μέλη, με στόχο τη μελέτη και τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1640, του Κανονισμού (ΕΕ) 2024/1624 και του Κανονισμού (ΕΕ) 2024/1620 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τους μηχανισμούς που πρέπει να συγκροτήσουν τα κράτη μέλη για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
Δίκτυο κατά του ξεπλύματος
Η κεντρική οδηγία που δίδεται μέσω των Κανονισμών είναι η πάταξη του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, μέσω της διασύνδεσης των κεντρικών αυτοματοποιημένων μηχανισμών των κρατών μελών, ώστε οι διωκτικές Αρχές, κάθε κράτους, να λαμβάνουν ταχύτατα διασυνοριακές πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών, λογαριασμών αξιογράφων, λογαριασμών κρυπτοστοιχείων και θυρίδων ασφαλείας σε άλλα κράτη μέλη.
Η άμεση διασυνοριακή πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τραπεζικούς λογαριασμούς και λογαριασμούς πληρωμών, λογαριασμούς αξιογράφων, λογαριασμούς κρυπτοστοιχείων και θυρίδες ασφαλείας θα επέτρεπε στις διωκτικές και εποπτικές Αρχές να εκπονούν οικονομικές αναλύσεις εντός επαρκώς σύντομης προθεσμίας, ώστε να εντοπίζουν τα κεφάλαια που διακινούνται μέσω διαφόρων λογαριασμών, μεταξύ άλλων με τη χρήση εικονικών IBAN, να εντοπίζουν πιθανές περιπτώσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και να εγγυώνται ταχεία δράση επιβολής του νόμου.
Επίσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι παρέχεται άμεση πρόσβαση στους διασυνδεδεμένους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς, ώστε να επιτρέπεται η ταυτοποίηση φυσικών ή νομικών προσώπων που κατέχουν ή ελέγχουν τραπεζικούς λογαριασμούς ή λογαριασμούς πληρωμών, λογαριασμούς αξιογράφων, λογαριασμούς κρυπτοστοιχείων και θυρίδες ασφαλείας.
Καθυστερημένη αντίδραση
Διαπιστώνεται ότι σήμερα, η καθυστερημένη πρόσβαση των διωκτικών και εποπτικών Αρχών σε πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών, λογαριασμών πληρωμών, λογαριασμών αξιογράφων, λογαριασμών κρυπτοστοιχείων και θυρίδων ασφαλείας δυσχεραίνει την ανίχνευση των μεταφορών χρηματικών ποσών που αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να δημιουργηθούν κεντρικοί αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί, όπως ένα μητρώο ή ένα σύστημα ανάκτησης δεδομένων, σε όλα τα κράτη μέλη ως αποτελεσματικό μέσο για την απόκτηση έγκαιρης πρόσβασης στις πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών, λογαριασμών αξιογράφων, καθώς και λογαριασμών κρυπτοστοιχείων και θυρίδων ασφαλείας, των πληρεξουσίων και των πραγματικών δικαιούχων τους.
Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα στοιχεία του ιστορικού που αφορούν τους κατόχους κλειστού λογαριασμού πελάτη, τους τραπεζικούς λογαριασμούς και τους λογαριασμούς πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων εικονικών IBAN, τους λογαριασμούς αξιογράφων, τους λογαριασμούς κρυπτοστοιχείων και τις θυρίδες ασφαλείας.
Οι ύποπτοι
Από τη σχετική οδηγία και του Κανονισμούς προκύπτει πως τα μέτρα των Κρατών μελών θα πρέπει να αφορούν στους ακόλουθους υπόπτους:
Τους συναλλασσόμενους με εικονικούς IBAN. Οι εικονικοί IBAN είναι εικονικοί αριθμοί που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και επιτρέπουν τη πραγματοποίηση πληρωμών σε φυσικούς τραπεζικούς λογαριασμούς ή λογαριασμούς πληρωμών.
Παρότι οι εικονικοί IBAN μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τις επιχειρήσεις για νόμιμους σκοπούς, όπως, για παράδειγμα, για τον εξορθολογισμό της διαδικασίας είσπραξης και αποστολής πληρωμών σε διασυνοριακό επίπεδο, συναρτώνται επίσης με αυξημένους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων της ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη συγκάλυψη της ταυτότητας του κατόχου του λογαριασμού, καθιστώντας δυσχερή για τις ΜΧΠ την ανίχνευση της ροής κεφαλαίων, τον εντοπισμό της τοποθεσίας του λογαριασμού και την επιβολή των αναγκαίων μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής ή της παρακολούθησης του λογαριασμού. Προκειμένου να μετριαστούν οι εν λόγω κίνδυνοι και να διευκολυνθούν η ανίχνευση και ο εντοπισμός παράνομων ροών από τις ΜΧΠ, οι κεντρικοί αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί θα πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με εικονικούς IBAN που συνδέονται με τραπεζικό λογαριασμό ή λογαριασμό πληρωμών.
Η ακίνητη περιουσία. Η ακίνητη περιουσία είναι ένα ελκυστικό εμπόρευμα για τους εγκληματίες για να νομιμοποιούν τα έσοδα των παράνομων δραστηριοτήτων τους, καθώς επιτρέπει τη συγκάλυψη της πραγματικής πηγής των κεφαλαίων και της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου.
Ως λύση υποδεικνύεται η ορθή και έγκαιρη ταυτοποίηση από τις διωκτικές και εποπτικές Αρχές της ακίνητης περιουσίας καθώς και των φυσικών προσώπων, των νομικών οντοτήτων και των νομικών μορφωμάτων που κατέχουν ακίνητα είναι σημαντική τόσο για τον εντοπισμό συστημάτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσο και για τη δέσμευση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων, καθώς και για διοικητικά μέτρα δέσμευσης που υλοποιούν στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις.
Οι πληροφορίες, θα είναι άμεσα διαθέσιμες σε όλα τα κράτη-μέλη και θα πρέπει να περιλαμβάνουν στοιχεία του ιστορικού, συμπεριλαμβανομένου του ιστορικού της κυριότητας ακίνητης περιουσίας, των τιμών στις οποίες αποκτήθηκε ακίνητη περιουσία στο παρελθόν και των σχετικών βαρών κατά τη διάρκεια καθορισμένης περιόδου στο παρελθόν.
Δημόσιες συμβάσεις. Δεδομένου ότι οι διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων είναι ευάλωτες στη διαφθορά, την απάτη και άλλα βασικά αδικήματα, οι εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για τις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στα κεντρικά μητρώα, ώστε να εξακριβώνουν την ταυτότητα των φυσικών προσώπων που τελικά κατέχουν ή ελέγχουν τους προσφέροντες, και να εντοπίζουν περιπτώσεις στις οποίες ελλοχεύει ο κίνδυνος συμμετοχής εγκληματιών στη διαδικασία σύναψης συμβάσεων.
Ποδοσφαιρικές ομάδες. Οι δραστηριότητες των επαγγελματικών ποδοσφαιρικών συλλόγων και των πρακτόρων (ατζέντηδων) ποδοσφαίρου εκτίθενται σε κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και στα βασικά αδικήματά της που οφείλονται σε διάφορους παράγοντες εγγενείς στον τομέα του ποδοσφαίρου, όπως η παγκόσμια δημοφιλία του ποδοσφαίρου, τα σημαντικά ποσά, οι ταμειακές ροές και τα οικονομικά συμφέροντα που εμπλέκονται, η συχνότητα των διασυνοριακών συναλλαγών και οι ενίοτε αδιαφανείς ιδιοκτησιακές δομές.
Όλοι οι εν λόγω παράγοντες εκθέτουν το ποδόσφαιρο σε δυνητικές καταχρήσεις από εγκληματίες που επιδιώκουν τη νομιμοποίηση παράνομων κεφαλαίων και, ως εκ τούτου, καθιστούν το άθλημα επιρρεπές στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και στα βασικά αδικήματά της.
Στους βασικούς τομείς που διατρέχουν κίνδυνο συγκαταλέγονται για παράδειγμα, οι συναλλαγές με επενδυτές και χορηγούς, συμπεριλαμβανομένων διαφημιστών, και η μεταγραφή παικτών.
Ως εκ τούτου, οι επαγγελματικοί ποδοσφαιρικοί σύλλογοι και οι πράκτορες ποδοσφαίρου θα πρέπει να θεσπίσουν ισχυρά μέτρα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων η άσκηση δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη όσον αφορά επενδυτές, χορηγούς, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστών, και άλλους εταίρους και αντισυμβαλλομένους με τους οποίους συναλλάσσονται.
Προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε δυσανάλογη επιβάρυνση για μικρότερους συλλόγους που είναι λιγότερο εκτεθειμένοι σε κινδύνους εγκληματικής κατάχρησης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, να εξαιρούν ορισμένους επαγγελματικούς ποδοσφαιρικούς συλλόγους με ετήσιο τζίρο έως 5 εκατ. ευρώ.
Αγαθά υψηλής αξίας. Ορισμένες κατηγορίες εμπόρων αγαθών είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες σε κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λόγω της υψηλής αξίας των συχνά μικρών σε μέγεθος, φορητών αγαθών τα οποία εμπορεύονται. Γι’ αυτόν τον λόγο, τα πρόσωπα που εμπορεύονται πολύτιμα μέταλλα και πολύτιμους λίθους και άλλα αγαθά υψηλής αξίας θα πρέπει να υπόκεινται σε προληπτικούς και κατασταλτικούς ελέγχους όταν το εν λόγω εμπόριο είναι είτε τακτική είτε κύρια επαγγελματική δραστηριότητα.
Οχήματα. Τα μηχανοκίνητα οχήματα, τα σκάφη και τα αεροσκάφη στα υψηλότερα τμήματα της αγοράς είναι εκτεθειμένα σε κινδύνους κατάχρησης για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, δεδομένης της υψηλής αξίας και της δυνατότητας μεταφοράς τους.
Ως εκ τούτου, οι έμποροι των εν λόγω αγαθών θα πρέπει να υπόκεινται σε προληπτικούς και κατασταλτικούς ελέγχους, καθώς η δυνατότητα μεταφοράς των εν λόγω αγαθών τα καθιστά ιδιαίτερα ελκυστικά για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, δεδομένης της ευκολίας με την οποία τα εν λόγω αγαθά μπορούν να διακινούνται διαμέσου ή εκτός των συνόρων της Ένωσης.
Χρυσή Βίζα. Τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές παρουσιάζουν κινδύνους και τρωτά σημεία, ιδίως όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, την αποφυγή περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή, που θα μπορούσαν τελικά να προκαλέσουν ορισμένους κινδύνους για την ασφάλεια της Ένωσης.
Στο πλαίσιο αυτό τα κράτη μέλη των οποίων το εθνικό δίκαιο επιτρέπει τη χορήγηση δικαιωμάτων διαμονής έναντι οποιουδήποτε είδους επένδυσης θα πρέπει να θεσπίσουν μέτρα. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν μια προσήκουσα διαδικασία διαχείρισης κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής παρακολούθησης της εφαρμογής της, ελέγχους του προφίλ των αιτούντων, συμπεριλαμβανομένης της συγκέντρωσης πληροφοριών σχετικά με τις πηγές των κεφαλαίων τους και τις πηγές του πλούτου τους, καθώς και την επαλήθευση των πληροφοριών που αφορούν τους αιτούντες με τις πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους οι αρμόδιες αρχές.