Η βραχυχρόνια μίσθωση έχει μετατραπεί σε ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα της ελληνικής οικονομίας και καθώς η χώρα καταγράφει νέα ρεκόρ στη χωρητικότητα και τη ζήτηση Airbnb, το δίπολο «οικονομικό όφελος – κοινωνικό κόστος» γίνεται πιο επίκαιρο από ποτέ.
Είναι γεγονός πως τα καταλύματα τύπου Airbnb έχουν προσφέρει πολλά σε ανθρώπους μεσαίου εισοδήματος, που από το υστέρημά τους αναβάθμισαν μικρούς χώρους, οι οποίοι κατά περιπτώσεις δεν πληρούσαν τα κριτήρια για μόνιμη κατοικία αλλά ήταν ιδανικά για σύντομες παραμονές, και έτσι κατάφεραν να αυξήσουν το εισόδημά τους.
Παράλληλα, η ύπαρξη εναλλακτικής διαμονής από τις παραδοσιακές ξενοδοχειακές μονάδες αυξάνει τον ανταγωνισμό και βοηθάει να διατηρηθούν οι τιμές σε ένα χαμηλότερο επίπεδο από ότι αν είχαν το μονοπώλιο.
Από την άλλη, αστικά κέντρα και περιοχές με έντονο τουριστικό ενδιαφέρον βρίσκονται πλέον σε φάση κορεσμού, τροφοδοτώντας τη στεγαστική κρίση και οδηγώντας κυβερνήσεις ανά την Ευρώπη σε περιορισμό των Airbnb.
Δεν είναι λίγες οι γειτονιές που προσφέρουν ελάχιστες κατοικίες στη μακροχρόνια μίσθωση, γιατί οι ιδιοκτήτες προτιμούν να διοχετεύουν τα ακίνητά τους στη βραχυχρόνια, αποκλείοντας έτσι τους μόνιμους κατοίκους και αλλοιώνοντας τον χαρακτήρα των περιοχών.
Τι δίνει στην ελληνική οικονομία η βραχυχρόνια μίσθωση
Ο κλάδος της βραχυχρόνιας μίσθωσης έχει αφήσει θετικό αποτύπωμα στην οικονομία, δημιουργώντας δραστηριότητα συνολικού ύψους 3,25 δισ. ευρώ, ενώ υποστήριξε περισσότερες από 100.000 θέσεις εργασίας το 2023. Ως αποτέλεσμα, η συνεισφορά στο ΑΕΠ της χώρας εκείνη τη χρονιά εκτιμάται μεταξύ 4,5% και 5,4%.
Σύμφωνα με τον Ανδρέα Χίου, Πρόεδρο της Επιτροπής Βραχυχρόνιας Μίσθωσης του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, το Airbnb δεν έδωσε μόνο ζωή σε ανεκμετάλλευτους και εγκαταλελειμμένους χώρους, έδωσε μια νέα πνοή σε περιοχές της Ελλάδας πέρα από αυτές όπου τυπικά επένδυαν οι ξενοδόχοι, συνεισφέροντας έτσι στην ανάπτυξη τοπικών οικονομιών που μέχρι τότε βρισκόντουσαν στην αφάνεια.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η ορεινή Κρήτη, η ορεινή Πελοπόννησος και η Ήπειρος, που η βραχυχρόνια μίσθωση τις βοήθησε να βγουν στο προσκήνιο, ιδίως στην εποχή μετά την πανδημία που η ανάγκη των τουριστών για εναλλακτικές επιλογές μακριά από κορεσμένους προορισμούς αυξήθηκε σημαντικά.
Η διασπορά των εσόδων που προέρχονται από τον τουρισμό ενίσχυσε τις τοπικές επιχειρήσεις και έφερε νέες θέσεις εργασίας στις εν λόγω περιοχές, τοποθετώντας τες και πάλι στον «χάρτη».
Όπως ανέφερε ο κ. Χίου στο πλαίσιο του 3rd Athens Property Conference '25, η βραχυχρόνια μίσθωση έχει αναβαθμίσει και υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας, όπως για παράδειγμα το Κουκάκι, που μετά την οικονομική κρίση είχε «ερημώσει».
Μάλιστα, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, οι κατοικίες που προσφέρονται αποκλειστικά για τέτοιου είδους μισθώσεις αντιστοιχούν στο μόλις 0,4% του συνολικού στεγαστικού αποθέματος της χώρας.
Επιπλέον, η συνολική διαθεσιμότητα κατοικιών επηρεάζεται ελάχιστα από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, όταν συγκρίνεται με τα 2,28 εκατομμύρια άδεια σπίτια που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα.
Γιατί περιορίζονται τα καταλύματα τύπου Airbnb
Παρά τα φαινομενικά λίγα ακίνητα που μισθώνονται στη βραχυχρόνια μίσθωση, αξίζει να αναφερθεί πως η γεωγραφική διασπορά τους δεν είναι ισότιμη, αλλά είναι σημαντικά ενισχυμένη στα τουριστικά κέντρα.
Έτσι, ακόμη και αν τα Airbnb αντιστοιχούν στο του συνολικού στεγαστικού αποθέματος της χώρας, σε μέρη όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και στα τουριστικά νησιά το ποσοστό αυτό είναι σαφώς υψηλότερο.
Επιπλέον, η υπερπροσφορά καταλυμάτων κάθε είδους ενέχουν τον κίνδυνο του υπερτουρισμού, με περιοχές να «βουλιάζουν» από τουρίστες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Σαντορίνη, η οποία πλέον βάζει «φρένο» σε ξενοδοχειακές επενδύσεις, καθώς οι υποδομές του νησιού δεν μπορούν να στηρίξουν περισσότερο τουρισμό.
Δεν είναι τυχαίο που μεγάλες πόλεις έχουν περιορίσει τα Airbnb στα κέντρα τους. Από τη Βαρκελώνη και το Παρίσι μέχρι το Βερολίνο και τη Λισαβόνα, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κινούνται προς έναν συνδυασμό ρυθμιστικών περιορισμών, φορολογικών εργαλείων και αυστηρών ελέγχων, με στόχο τη διατήρηση, την αποσυμφόρηση και τη μείωση των τιμών τόσο για την ενοικίαση κατοικιών όσο και για πωλήσεις.
Στην Αθήνα συνεχίζεται και το 2026 το πάγωμα των νέων αδειών για βραχυχρόνια μίσθωση στις τρεις «κόκκινες» περιοχές του δήμου Αθηναίων, ενώ υπάρχει η πιθανότητα να επεκταθεί το μέτρο και άλλες περιοχές της χώρας με έντονο οικιστικό πρόβλημα.
Σήμερα, ισχύει η απαγόρευση έκδοσης νέων Αριθμών Μητρώου Ακινήτων (ΑΜΑ) στα τρία πρώτα δημοτικά διαμερίσματα της πρωτεύουσας για βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου Airbnb. Αυτό αφορά τις παρακάτω περιοχές:
- 1ο Δημοτικό Διαμέρισμα: Πλάκα, Κολωνάκι, Κουκάκι, Σύνταγμα, Ομόνοια, Μοναστηράκι, Εξάρχεια, Ιλίσια, Νεάπολη.
- 2ο Δημοτικό Διαμέρισμα: Μετς, Νέος Κόσμος, Άγιος Αρτέμιος, Παγκράτι.
- 3ο Δημοτικό Διαμέρισμα: Βοτανικός, Μεταξουργείο, Γκάζι, Πετράλωνα, Ρουφ.
Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια στροφή των τουριστών σε πιο οικονομικά μοντέλα διακοπών: Τόσο οι Έλληνες όσο και οι τουρίστες λόγω της μείωσης του εισοδήματος, πλέον έχουν στραφεί προς την κατανάλωση γευμάτων μέσα στα σπίτια τους ή στα τουριστικά καταλύματα, είτε πρόκειται για ξενοδοχεία είτε για ενοικιαζόμενα δωμάτια και πλατφόρμες τύπου Airbnb.
Φέτος η τάση αυτή ήταν πιο έντονη από κάθε άλλη χρονιά, κάτι που φάνηκε και στην αύξηση των πωλήσεων των σούπερ μάρκετ τόσο στα νησιά όσο και την Κρήτη, περιοχές με υψηλή τουριστική κίνηση.
Τέλος, η αλόγιστη αύξηση των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης κατά περιπτώσεις αποκλείει τους μόνιμους κατοίκους από τις γειτονιές τους, αφού περιορίζει το οικιστικό απόθεμα ολόκληρων περιοχών και ανεβάζει αισθητά τις τιμές κατοικιών και καταστημάτων, φτιάχνοντας μέρη «μόνο για τουρίστες».
Τα σημερινά ρεκόρ της βραχυχρόνιας μίσθωσης
Το τέταρτο τρίμηνο του 2025 ξεκίνησε ανοδικά για την αγορά της βραχυχρόνιας μίσθωσης στην Ελλάδα, η οποία φαίνεται πως θα διατηρήσει τη δυναμική της σε όλη τη διάρκεια του έτους, ακολουθώντας την τάση των συνεχόμενων ρεκόρ που ξεκίνησε το 2023 και κορυφώθηκε το 2024.
Μάλιστα, παρά την είσοδο στην χειμερινή περίοδο, οι διαθέσιμες κλίνες σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, τύπου Airbnb, συνεχίζουν να βρίσκονται πάνω από το ορόσημο του ενός εκατομμυρίου, που επιτεύχθηκε για πρώτη φορά τον φετινό Απρίλιο.
Όπως αναφέρεται στη σχετική έκθεση του ΙΝΣΕΤΕ «η συνολική πορεία του 2025 επιβεβαιώνει τη διαρκή διεύρυνση της χωρητικότητας, με το όριο του 1 εκατ. κλινών να διατηρείται σταθερά από τον Απρίλιο και μετά».
Σύμφωνα με τα στοιχεία, ο αριθμός των διαθέσιμων καταλυμάτων βρίσκεται σε τροχιά αποκλιμάκωσης λόγω εποχικότητας, όμως παραμένει σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
Παράλληλα, η συνολική εικόνα των δέκα πρώτων μηνών του 2025 υποδηλώνει ότι, παρά τις περιοδικές διακυμάνσεις στις αρχές του έτους, η μέση διάρκεια παραμονής στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης σταθεροποιείται σε υψηλά επίπεδα, ενισχύοντας τη θετική πορεία της τελευταίας διετίας.