Αισιόδοξη εικόνα για την πορεία ανάκαμψης της Ευρωζώνης παρουσίασε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, σε σημερινές δηλώσεις της. Η στάση αυτή εγείρει ερωτήματα σχετικά με το αν έχει τερματιστεί ο καθοδικός κύκλος των επιτοκίων.
Στην τελευταία συνεδρίαση για το 2025, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ διατήρησε αμετάβλητο το βασικό επιτόκιο στο 2%. Παράλληλα, προχώρησε σε τρίτη διαδοχική αναθεώρηση προς τα πάνω των προβλέψεων για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης. Ειδικότερα, ενώ τον Ιούνιο εκτιμούσε αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,3% για το 2025, πλέον προβλέπει 1,4%. Για το 2026, από οριακή συρρίκνωση (-0,1%) αναμένει πλέον άνοδο 1,2%.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, η επικεφαλής της ΕΚΤ ανέφερε ότι η οικονομία της Ευρωζώνης επέδειξε ανθεκτικότητα. Το τρίτο τρίμηνο κατέγραψε αύξηση 0,3%, με ώθηση από την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Οι εξαγωγές ενισχύθηκαν, κυρίως λόγω των χημικών προϊόντων.
Η ανάπτυξη προήλθε κυρίως από τον τομέα των υπηρεσιών, ιδιαίτερα στην πληροφορική και επικοινωνία, ενώ βιομηχανία και κατασκευές παρέμειναν σταθερές.
Η αγορά εργασίας παραμένει ισχυρή, με την ανεργία στο 6,4% τον Οκτώβριο – κοντά σε ιστορικά χαμηλά – και την απασχόληση να αυξάνεται κατά 0,2% το τρίτο τρίμηνο. Ωστόσο, η ζήτηση εργασίας επιβραδύνθηκε, με τα κενά θέσεων να βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από την πανδημία.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η εγχώρια ζήτηση θα αποτελέσει βασικό μοχλό ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Τα πραγματικά εισοδήματα αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω, ενώ το ποσοστό αποταμίευσης θα μειωθεί σταδιακά, στηρίζοντας την κατανάλωση.
Επιπλέον, οι επιχειρηματικές επενδύσεις και οι δημόσιες δαπάνες σε υποδομές και άμυνα προβλέπεται να ενισχύσουν περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα.
Παράλληλα, το δύσκολο περιβάλλον για το παγκόσμιο εμπόριο εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να περιορίζει τον ρυθμό ανάπτυξης της Ευρωζώνης φέτος και το επόμενο έτος.
Σχετικά με τους κινδύνους για την ανάπτυξη, η Κριστίν Λαγκάρντ επισήμανε πως, αν και οι εμπορικές εντάσεις έχουν υποχωρήσει, το ασταθές διεθνές περιβάλλον ενδέχεται να διαταράξει τις αλυσίδες εφοδιασμού, να επιβραδύνει τις εξαγωγές και να επηρεάσει αρνητικά κατανάλωση και επενδύσεις.
Η επιδείνωση του κλίματος στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης και χαμηλότερη ανάπτυξη.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις, με κυριότερη τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, παραμένουν σημαντική πηγή αβεβαιότητας. Ωστόσο, οι δαπάνες για άμυνα και υποδομές, μαζί με μεταρρυθμίσεις για ενίσχυση της παραγωγικότητας, ενδέχεται να οδηγήσουν σε υψηλότερη ανάπτυξη από την αναμενόμενη. Η βελτίωση της εμπιστοσύνης μπορεί να ενισχύσει τις ιδιωτικές δαπάνες.
Όσον αφορά τις προοπτικές του πληθωρισμού, η επικεφαλής της ΕΚΤ σημείωσε ότι παραμένουν πιο αβέβαιες από το σύνηθες, λόγω του διαρκώς ασταθούς διεθνούς περιβάλλοντος. Ο πληθωρισμός θα μπορούσε να είναι χαμηλότερος αν η αύξηση των αμερικανικών δασμών περιορίσει τη ζήτηση.
Επιπλέον, ένα ισχυρότερο ευρώ θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη μείωση του πληθωρισμού. Η αυξημένη μεταβλητότητα στις χρηματοπιστωτικές αγορές ενδέχεται να μειώσει τη ζήτηση και τον πληθωρισμό.
Αντιθέτως, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αυξηθεί αν οι διαταραχές στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού οδηγήσουν σε υψηλότερες τιμές εισαγωγών και περιορίσουν την προσφορά πρώτων υλών. Επίσης, βραδύτερη αποκλιμάκωση των μισθολογικών πιέσεων ενδέχεται να καθυστερήσει τη μείωση του πληθωρισμού στον τομέα των υπηρεσιών.
Η αύξηση των δαπανών για άμυνα και υποδομές θα μπορούσε επίσης να ενισχύσει τον πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα.
Τέλος, ακραία καιρικά φαινόμενα και η εξελισσόμενη κλιματική κρίση ενδέχεται να οδηγήσουν σε υψηλότερες τιμές τροφίμων από τις αρχικές εκτιμήσεις.