ΓΔ: 1454.98 1.38% Τζίρος: 124.03 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 17:25:02 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΓΟΡΑΣ
fysiko aerio,
Φωτο: Shutterstock

Έρχεται νέα ανοδική κίνηση το 2023 στις τιμές αερίου και πετρελαίου

Η ING εκτιμά ότι δεν θα κρατήσει πολύ το διάλειμμα πτώσης τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, ενώ το πετρέλαιο θα ξεπεράσει τα 100 δολάρια λόγω ελλειμμάτων στην προσφορά.

Η αποκλιμάκωση της τιμής του φυσικού αερίου αποτελεί μία χαρμόσυνη είδηση για οικονομίες, νοικοκυριά και επιχειρήσεις και οφείλεται τόσο στην αύξηση των αποθεμάτων στην Ευρώπη όσο και στον ασυνήθιστα, για την εποχή, ζεστό καιρό που περιορίζει τη ζήτηση. 

Όμως αυτή η καλή εικόνα δεν πρόκειται να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως σημειώνει σε έκθεσή της η ING, εκτιμώντας ότι τόσο οι τιμές του φυσικού αερίου όσο και αυτές πετρελαίου θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία εντός του επόμενου έτους. 

Σύμφωνα με τους αναλυτές ενεργειακών αγορών του ολλανδικού ομίλου, η κλίμακα και ο ρυθμός της υποχώρησης των ευρωπαϊκών τιμών του φυσικού αερίου ήταν εκπληκτικά. Οι προθεσμιακές τιμές για το ολλανδικό TTF μειώθηκαν κατά 79% τον Οκτώβριο, με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο του 2021. Θεωρητικά πρόκειται για μία περίεργη κίνηση κατά τη διάρκεια μιας συνεχιζόμενης ενεργειακής κρίσης, η οποία γίνεται πιο έντονα αισθητή στην Ευρώπη. Ωστόσο, ο ηπιότερος από το συνηθισμένο καιρός σε μεγάλα τμήματα της Ευρώπης σήμαινε ότι η ζήτηση για θέρμανση ήταν χαμηλότερη από το συνηθισμένο, ενώ η αποθήκευση φυσικού αερίου στην ΕΕ συνέχισαν να γεμίζουν. 

Βάσει στοιχείων του Gas Infrastructure Europe οι ευρωπαϊκές αποθήκες φυσικού αερίου έχουν γεμίσει κατά σχεδόν 95%, δηλαδή πολύ πάνω από τον αρχικό στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να έχουν γεμίσει οι αποθήκες κατά 80% μέχρι την 1η Νοεμβρίου. Είναι επίσης πάνω από τον μέσο όρο 5 ετών που είναι περίπου 89%.

Είναι σαφές ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2022 οι ισχυρές μεταφορές LNG και η «βουτιά» της ζήτησης βοήθησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση να δημιουργήσει αποθέματα με καλό ρυθμό, παρά τη σημαντική πτώση των ρωσικών ροών αερίου από αγωγούς, οι οποίες έχουν μειωθεί περίπου κατά 50% από την αρχή του 2022. 

Ενώ η αδυναμία των τιμών παρέχει κάποια ανακούφιση στους καταναλωτές, η ανησυχία είναι κατά πόσον αυτές οι χαμηλότερες τιμές θα τονώσουν και πάλι τη ζήτηση. Οι ευρωπαίοι παραγωγοί λιπασμάτων έχουν ήδη αρχίσει να επαναφέρουν την περιορισμένη παραγωγική ικανότητα μετά την πρόσφατη αδυναμία των τιμών. Εάν δούμε ότι αυτό θα συμβεί σε μεγαλύτερη κλίμακα, οι προσπάθειες της Ευρώπης να γεμίσει τις αποθήκες της το επόμενο έτος θα είναι πιο δύσκολες. Υπάρχουν ακόμη ανησυχίες για την Ευρώπη μακροπρόθεσμα, ιδίως μέχρι το 2023 και το 2024. 

«Σφιχτή» η αγορά φυσικού αερίου το 2023 

Ο ρυθμός αύξησης των αποθεμάτων κατά τη διάρκεια της περιόδου «γεμίσματος» του 2023 θα είναι πολύ πιο μέτριος σε σύγκριση με αυτό που είδαμε φέτος, δεδομένης της μείωσης της ρωσικής προσφοράς. Εάν οι ρωσικές ροές φυσικού αερίου παραμείνουν ως έχουν σήμερα, οι ετήσιες ροές το επόμενο έτος θα εξακολουθούν να είναι μειωμένες κατά 60% σε ετήσια βάση. Και σαφώς, υπάρχει ο κίνδυνος αυτές οι εναπομείνασες ροές να σταματήσουν πλήρως. 

Η δυνατότητα της ΕΕ να στραφεί πλήρως σε άλλες πηγές είναι απλά αδύνατη. Υπάρχουν περιορισμοί ως προς το πόσο περισσότερο LNG μπορεί να εισάγει η Ευρώπη. Υπάρχουν αναφορές ότι τα πλοία μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου σχηματίζουν ουρές για θέσεις στις μονάδες αεριοποίησης. Αυτό αναδεικνύει την έλλειψη δυναμικότητας επαναεριοποίησης στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή. 

Επίσης, ένας βασικός ανοδικός κίνδυνος για την Ευρώπη είναι η αύξηση των κινεζικών εισαγωγών LNG. Ο μεγαλύτερος εισαγωγέας στον κόσμο έχει δει ασθενέστερη ζήτηση μέχρι στιγμής φέτος λόγω των επιπτώσεων των αποκλεισμών που σχετίζονται με το Covid και των υψηλότερων τιμών. Οι κινεζικές εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου κατά το 9μηνο του 2022 μειώθηκαν κατά 21% σε ετήσια βάση. 

Ως αποτέλεσμα, η Ευρώπη είναι πιθανό να μπει στο χειμώνα με περιορισμένες ποσότητες στις αποθήκες της, γεγονός που θα καταστήσει την περιοχή ευάλωτη αυτή τη στιγμή του επόμενου έτους. Προκειμένου να περάσει άνετα ο φετινός χειμώνας, θα πρέπει να δούμε συνεχή πτώση της ζήτησης. Αυτό θα πρέπει να είναι είτε αποτέλεσμα των δυνάμεων της αγοράς (οι τιμές θα πρέπει να διαπραγματεύονται υψηλότερα για να μειωθεί η ζήτηση) είτε αποτέλεσμα των περικοπών της ζήτησης που επιβάλλει η ΕΕ. 

Ενώ η Ευρώπη θα μπορέσει να ξεπεράσει τον φετινό χειμώνα αν συνεχιστούν οι τρέχουσες ροές ρωσικού αερίου, είναι πολύ πιο δύσκολο αν οι υπόλοιπες ροές ρωσικού αερίου σταματήσουν εντελώς. Ως εκ τούτου, θα υπάρξει άνοδος στις τρέχουσες προθεσμιακές τιμές του 2023, ιδίως στις τιμές προς το τέλος του έτους. Αν και πολλά θα εξαρτηθούν από το πόσα αποθέματα θα αντλήσει η ΕΕ αυτό το χειμώνα, κάτι που προφανώς θα εξαρτηθεί από τη ζήτηση θέρμανσης κατά την κορύφωση του χειμώνα.

Άνοδος για το πετρέλαιο λόγω ΟΡΕC+

Οι προοπτικές για την αγορά πετρελαίου έχουν αλλάξει σημαντικά από τον περασμένο μήνα και αυτό είναι αποτέλεσμα των περικοπών της προσφοράς του ΟΠΕΚ+ που ανακοινώθηκαν στις αρχές Οκτωβρίου. Ο ΟΠΕΚ+ συμφώνησε να μειώσει τους στόχους παραγωγής του κατά 2 εκατ. βαρέλια/ημέρα από τα επίπεδα παραγωγής του Αυγούστου. Οι περικοπές αυτές θα ξεκινήσουν τον Νοέμβριο και θα διαρκέσουν μέχρι το τέλος του 2023. Ωστόσο, δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος των μελών του ΟΠΕΚ+ παράγει πολύ κάτω από τα επίπεδα-στόχους τους, οι πραγματικές περικοπές θα είναι πολύ μικρότερες. Η ING εκτιμά ότι η παραγωγή θα μειωθεί κατά περίπου 1,1 εκατ. βαρέλια/ημέρα. 

Αυτές οι περικοπές του ΟΠΕΚ+ έρχονται σε μια εποχή με μεγάλη αβεβαιότητα γύρω από τη ρωσική προσφορά. Το μπλόκο της ΕΕ για το ρωσικό θαλάσσιο αργό πετρέλαιο τίθεται σε ισχύ στις 5 Δεκεμβρίου, ακολουθούμενη από την απαγόρευση για τα ρωσικά διυλισμένα προϊόντα στις 5 Φεβρουαρίου. Μέχρι τώρα, η ρωσική προσφορά έχει κρατηθεί καλά χάρη κυρίως στην Ινδία, την Κίνα και μια χούφτα μικρών αγοραστών που αύξησαν το μερίδιό τους στις αγορές ρωσικού πετρελαίου, αλλά είναι δύσκολο να δούμε ότι έχουν περιθώρια να αυξήσουν σημαντικά αυτές τις αγορές. Ως εκ τούτου, όταν τεθούν σε ισχύ αυτές οι απαγορεύσεις, θα υπάρξει  πιο σημαντική μείωση της ρωσικής προσφοράς. Η βασική υπόθεση των αναλυτών είναι  ότι η ρωσική προσφορά θα μειωθεί κατά λίγο περισσότερο από 2 εκατ. βαρέλια/ημέρα το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους. 

Πριν από την τελευταία ανακοίνωση για τη μείωση της προσφοράς του ΟΠΕΚ+, η εκτίμηση ήταν ότι  η αγορά πετρελαίου θα ήταν πλεονασματική έως τα μέσα του 2023. Ωστόσο, με την αγορά να χάνει περίπου 1,1 εκατ. βαρέλια ημερησίως, αναμένεται τώρα να είναι ελλειμματική καθ' όλη τη διάρκεια του έτους. Αυτό ισχύει ακόμη και αφού ληφθεί υπόψη η βραδύτερη αύξηση της ζήτησης το επόμενο έτος, δεδομένων των μακροοικονομικών αντιξοοτήτων.  Με βάση αυτά τα δεδομένα η ING εκτιμά ότι το brent θα διαπραγματεύεται κατά μέσο όρο στα 104 δολάρια το βαρέλι το 2023. 

Πάντως σημειώνει στην ανάλυσή της ότι «υπάρχουν αρκετοί κίνδυνοι σε αυτή την άποψη. Αυτοί περιλαμβάνουν ένα χειρότερο από το αναμενόμενο μακροοικονομικό περιβάλλον, τον πρόωρο τερματισμό των περικοπών προσφοράς από τον ΟΠΕΚ+ ή τη μη τήρηση των περικοπών από τα μέλη του και προφανώς την αποκλιμάκωση του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Προς το παρόν, πιστεύουμε ότι είναι απίθανο να αρθούν οι κυρώσεις των ΗΠΑ κατά του Ιράν, οπότε δεν βλέπουμε καμία αλλαγή στην ιρανική προσφορά μέχρι το 2023».

Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΓΟΡΕΣ

Νέα εποχή στις αγορές ενέργειας: Τι άλλαξε με τον πόλεμο στην Ουκρανία

Μόνιμες αλλαγές φέρνει η ρωσική εισβολή, καθώς οι μεγάλοι καταναλωτές της Δύσης θέτουν στο περιθώριο το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Πώς επιχειρούν οι κυβερνήσεις της Ευρώπης να καλύψουν τα κενά.
ΑΓΟΡΕΣ

Τα σενάρια για το πετρέλαιο: Πιθανή άνοδος ακόμη και στα 110 δολ.

Παρά την πτώση που έχει προκαλέσει η εμφάνιση της μετάλλαξης Όμικρον, η Goldman Sachs εκτιμά ότι η τιμή του μαύρου χρυσού μπορεί να φθάσει έως και τα 110 δολάρια το 2023, καθώς θα υπάρξει συνέχεια στην αυξημένη ζήτηση με περιορισμό της προσφοράς.
Πετρέλαιο, τιμές, αγορές
ΑΓΟΡΕΣ

Αμείωτο το επενδυτικό ενδιαφέρον για μετοχές ευρωπαϊκών πετρελαϊκών ομίλων

Όπως τονίζουν οι αναλυτές ο κλάδος έχει ελκυστικές αποτιμήσεις, προσφέρει υψηλή μερισματική απόδοση και παράλληλα φροντίζει να επενδύει και σε πιο «πράσινες» μορφές ενέργειας.