Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) προειδοποιεί για σοβαρές ελλείψεις σε νέα τεστ και θεραπείες που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της αυξανόμενης διάδοσης βακτηριακών λοιμώξεων με αντοχή στα φάρμακα.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, η μικροβιακή αντοχή (AMR), ειδικά η αυξανόμενη ανθεκτικότητα των βακτηρίων στα αντιβιοτικά, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες απειλές για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως. Εκτιμάται ότι ευθύνεται για περισσότερους από ένα εκατομμύριο θανάτους ετησίως.
Σε δύο νέες εκθέσεις του ΠΟΥ, επισημαίνεται ότι η καταχρηστική και υπερβολική χρήση αντιβακτηριακών φαρμάκων σε ανθρώπους, ζώα και φυτά αποτελεί τον κύριο παράγοντα ενίσχυσης της αντοχής. Το φαινόμενο εμφανίζεται εντονότερα σε χώρες με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
Ο οργανισμός προβλέπει ότι έως το 2050, 39 εκατομμύρια θάνατοι θα αποδίδονται στην αντοχή στα αντιμικροβιακά φάρμακα.
Η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ΠΟΥ, Γιουκίκο Νακατάνι, τόνισε πως η μικροβιακή αντοχή «επιδεινώνεται, όμως ο αριθμός νέων θεραπειών και η ανάπτυξη νέων μέσων διάγνωσης είναι ανεπαρκείς για να καταπολεμηθεί η διάδοση των βακτηριακών μολύνσεων που είναι ανθεκτικές στα φάρμακα».
Όπως υπογραμμίζει, «χωρίς αύξηση των επενδύσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη και χωρίς στοχευμένες προσπάθειες ώστε τα νέα προϊόντα και τα υφιστάμενα προϊόντα να φθάνουν σ' αυτούς που τα έχουν περισσότερο ανάγκη, οι ανθεκτικές στα φάρμακα λοιμώξεις θα συνεχίσουν να διαδίδονται».
Ο ΠΟΥ ορίζει την AMR ως την αδυναμία μικροοργανισμών (βακτήρια, ιοί και παράσιτα) να ανταποκριθούν στα αντιμικροβιακά φάρμακα, περιλαμβανομένων των αντιβιοτικών, των αντιιικών και των αντιμυκητιασικών.
Το 2023, ο οργανισμός είχε καταγράψει 97 αντιβακτηριακά φάρμακα σε φάση κλινικής ανάπτυξης, ωστόσο ο αριθμός αυτός μειώθηκε στα 90, γεγονός που αποδίδεται σε «διπλή κρίση: σπανιότητας και έλλειψης καινοτομίας».
Από τα 90 φάρμακα που βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης, μόνο 15 μπορούν να χαρακτηριστούν ως καινοτόμα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΠΟΥ.
Στο στάδιο της προκλινικής έρευνας, περίπου 232 προγράμματα βρίσκονται σε εξέλιξη. Ωστόσο, το 90% των 148 επιχειρήσεων που συμμετέχουν είναι μικρές δομές με λιγότερους από 50 εργαζόμενους, γεγονός που αναδεικνύει τον «εύθραυστο χαρακτήρα» του οικοσυστήματος ιατρικής έρευνας και ανάπτυξης.
Ο ΠΟΥ καλεί για ενίσχυση των επενδύσεων και υιοθέτηση νέων μοντέλων χρηματοδότησης, με στόχο τη στήριξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην έρευνα αντιβακτηριακών και διαγνωστικών μεθόδων.
Τέλος, ο οργανισμός παροτρύνει τους ερευνητές να δημοσιοποιούν τα δεδομένα τους σχετικά με την αντιβακτηριακή δραστηριότητα, ώστε να ενισχυθεί η συνεργασία, να προσελκυστούν επενδύσεις και να επιταχυνθεί η καινοτομία στον τομέα.