Την ελληνική απάντηση στην παγκόσμια επανάσταση του low-code δίνει η Comsys. Η εταιρεία τεχνολογίας έχει δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο οικοσύστημα ανάπτυξης επιχειρησιακών εφαρμογών με ενσωματωμένη τεχνητή νοημοσύνη (AI), που στοχεύει να βγει και εκτός συνόρων.
Η πλατφόρμα Jaggle.eu, αποτελεί το «παιδί» της Comsys, και επιδιώκει να προσφέρει στις επιχειρήσεις έναν πιο γρήγορο, αποδοτικό και οικονομικό τρόπο δημιουργίας λογισμικού, ενώ παράλληλα σχεδιάζει την επέκτασή της στις αγορές του εξωτερικού, ξεκινώντας από την Κεντρική Ευρώπη.
Η ανάπτυξη της πλατφόρμας ξεκίνησε το 2019, όταν – όπως σημειώνει ο πρόεδρος και ιδρυτής της εταιρείας, Βασίλης Γαλάκος – «ακόμα δεν είχε καθιερωθεί ο όρος low-code». Έκτοτε, η Comsys επένδυσε 10 εκατ. ευρώ σε ίδια κεφάλαια και ανθρώπινο δυναμικό για να υλοποιήσει το Jaggle.eu με εσωτερικούς πόρους.
Κατά την παρουσίαση της πλατφόρμας, ο διευθύνων σύμβουλος, Βαγγέλης Χατζηγεωργίου, επισήμανε ότι το Jaggle.eu «δεν είναι απλώς μια νέα τεχνολογική πρόταση, αλλά μια στρατηγική επιλογή που συνδυάζει το low-code με το AI, προσφέροντας στις επιχειρήσεις τεχνολογική αυτονομία και έλεγχο στην ανάπτυξη των εφαρμογών τους».
Από την πλευρά του, ο CTO της Comsys, Σπύρος Καραθανάσης, παρουσίασε παραδείγματα ζωντανής χρήσης, όπου πλήρεις επιχειρησιακές εφαρμογές δημιουργήθηκαν σε λιγότερο από τον μισό χρόνο που απαιτούν οι παραδοσιακές μέθοδοι.
Η πλατφόρμα που αλλάζει τα δεδομένα στην ανάπτυξη εφαρμογών
Το Jaggle.eu είναι μια enterprise-grade low-code πλατφόρμα που δίνει τη δυνατότητα σε οργανισμούς να αναπτύσσουν εφαρμογές με ταχύτητα, ευελιξία και υψηλό επίπεδο αυτοματοποίησης. Αντί να γράφεται ολόκληρος ο κώδικας από την αρχή, οι ομάδες ανάπτυξης αξιοποιούν έτοιμα εργαλεία, δομικά στοιχεία και drag-and-drop λειτουργίες, μειώνοντας θεαματικά τον χρόνο και το κόστος των έργων.
Η πλατφόρμα δεν απευθύνεται αποκλειστικά σε εξειδικευμένους προγραμματιστές. Επιτρέπει και σε στελέχη χωρίς προηγμένη τεχνική γνώση να δημιουργούν ή να αναβαθμίζουν εφαρμογές, διευρύνοντας έτσι τη συμμετοχή στη διαδικασία ανάπτυξης λογισμικού.
Όπως ανέφεραν στελέχη της εταιρείας, η Comsys διαθέτει ήδη 7-8 ενεργούς πελάτες που χρησιμοποιούν την πλατφόρμα, προερχόμενους από τους κλάδους τηλεπικοινωνιών, ενέργειας και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Το Jaggle.eu παρέχεται τόσο ως εργαλείο ανάπτυξης για εταιρικές ομάδες IT, όσο και ως υπηρεσία υλοποίησης εφαρμογών κατά παραγγελία, που σχεδιάζονται και αναπτύσσονται απευθείας από την ίδια την Comsys.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν το Jaggle.eu είναι η ενσωματωμένη τεχνητή νοημοσύνη, η οποία λειτουργεί ως αναπόσπαστο κομμάτι της πλατφόρμας και όχι ως πρόσθετο εργαλείο. Μέσω λειτουργιών όπως application modelling, auto-documentation, code generation και conversational reporting, το AI επιταχύνει την ανάπτυξη εφαρμογών, μειώνει την πολυπλοκότητα και αυξάνει τη συνοχή και την ακρίβεια των αποτελεσμάτων.
Επιπλέον, η Comsys παρουσίασε δύο εξειδικευμένες λύσεις που βασίζονται στην ίδια τεχνολογική υποδομή:
- Jaggle.Conversational AI, που επιτρέπει στις επιχειρήσεις να δημιουργούν έξυπνες, φυσικές και πολυκαναλικές αλληλεπιδράσεις με τους πελάτες τους, προσφέροντας υποστήριξη σε πολλές γλώσσες και ενισχυμένη ασφάλεια.
- Jaggle.RAG (Retrieval-Augmented Generation), που συνδέει τα συστήματα AI με τις πραγματικές πηγές δεδομένων ενός οργανισμού, παρέχοντας τεκμηριωμένες και αξιόπιστες απαντήσεις σε περιβάλλοντα υψηλών απαιτήσεων.
Το βλέμμα εκτός συνόρων
Η Comsys σχεδιάζει πλέον την επέκταση του Jaggle.eu σε ξένες αγορές, ξεκινώντας από την Κεντρική Ευρώπη, μέσω συνεργατών και όχι μόνο μέσω άμεσης πώλησης, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα. Τα στελέχη της εταιρείας εκτιμούν ότι η απόσβεση της επένδυσης θα επιτευχθεί εντός της επόμενης τριετίας.
Η εταιρεία, που έχει εγκαταστήσει 400 συστήματα σε 22 χώρες και δραστηριοποιείται στους τομείς Contact Center & Digital CX, ενισχύει πλέον δυναμικά τη θέση της στον χώρο του Low-code Application Development, επιδιώκοντας να προσφέρει λύσεις που συνδυάζουν καινοτομία, αξιοπιστία και ευκολία υλοποίησης.
Με το Jaggle.eu, η Comsys επιχειρεί να αποδείξει ότι η ελληνική τεχνολογική καινοτομία μπορεί να σταθεί ισότιμα απέναντι στους διεθνείς παίκτες του κλάδου, προσφέροντας στις επιχειρήσεις έναν νέο τρόπο να δημιουργούν, να αυτοματοποιούν και να εξελίσσουν τις εφαρμογές τους.