Την εκτίμηση ότι το 2024 θα κλείσει με αύξηση πωλήσεων εντός των προσδοκιών για την εγχώρια αγορά καλλυντικών, κάνει στο BD ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Βιομηχάνων & Αντιπροσώπων Αρωμάτων & Καλλυντικών (ΠΣΒΑΚ), κ. Θεόδωρος Γιαρμενίτης.
«Η χρονιά εξελίχθηκε με θετικό πρόσημο σε γενικές γραμμές μέχρι στιγμής, επαληθεύοντας την εκτίμηση μας για την αναπόδραστη σύνδεση της αγοράς των καλλυντικών με τον τουρισμό, αλλά και τα ξενοδοχειακά spa καθώς και τα κέντρα αισθητικής», επισημαίνει ο κ. Γιαρμενίτης, υπογραμμίζοντας ότι έχει επί της ουσίας προεξοφληθεί η προσδοκώμενη άνοδος του τζίρου κατά 5,7% το 2024, συγκριτικά με πέρσι.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει κύκλο εργασιών πάνω από το 1,3 δισ. ευρώ, ποσό ικανοποιητικό, το οποίο προσεγγίζει το 1,4 δισ. ευρώ που ήταν τα υψηλά του 2009. Περαιτέρω, για το 2025 εκτιμάται ότι η αγορά θα αναπτυχθεί σε ποσοστό 4%, ενώ για το το 2026 η εξέλιξη των πωλήσεων αναμένεται θετικότερη, σε ποσοστό +7%. Σε ό,τι αφορά τις ανατιμήσεις, εκτιμάται ότι φέτος κυμάνθηκαν στα επίπεδα του 4,5%, υποχωρώντας ελαφρά από το 7% του 2023.
Σε κάθε περίπτωση, ο πρόεδρος του ΠΣΒΑΚ επισημαίνει τη σημαντική ανάπτυξη που καταγράφεται στις πωλήσεις προϊόντων περιποίησης στα κομμωτήρια, καθώς οι θεραπείες για τα μαλλιά βρίσκονται σε άνθηση διεθνώς, αλλά και τη δυναμική που διαπιστώνεται φέτος στα no name καλλυντικά ευρείας διανομής, εξέλιξη που προσανατολίζει αρκετές εγχώριες βιομηχανίες να απαντήσουν στην αυξανόμενη ζήτηση για ποιοτικά καλλυντικά σε προσιτές τιμές. Περαιτέρω, επισημαίνει ότι μικρότεροι παίκτες και ανεξάρτητα brands εισέρχονται δυναμικά στην αγορά, κερδίζοντας την προτίμηση των καταναλωτών, με προτάσεις που εστιάζουν στην καινοτομία, την εξειδίκευση και την προσωπική εμπειρία.
Πρόκειται για προϊόντα που δίνουν έμφαση στο slow beauty κι αντικατοπτρίζουν την ατομικότητα των καταναλωτών, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για τον κλάδο των καλλυντικών. Φέτος πάντως, τα προϊόντα μακιγιάζ καταγράφουν τη δυναμικότερη άνοδο ως προς τον τζίρο, με θετική μεταβολή 11,1%, ενώ ακολουθούν τα είδη περιποίησης προσώπου, (+6,7%), τα αντιηλιακά και η περιποίηση σώματος (+6,1%) και τα αρώματα (+5,7%).
Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές, ο κ. Γιαρμενίτης διατυπώνει την εκτίμηση ότι ο τζίρος θα διατηρηθεί φέτος στα περσινά επίπεδα, με την συνολική του αξία να προσεγγίζει τα 500 εκατ. ευρώ, ενώ υπογραμμίζει την αυξανόμενη δυναμική που παρουσιάζει η Ασία συνολικά για τα ελληνικά ποιοτικά καλλυντικά.
Προσεγγίζοντας το τέλος του έτους, ο ίδιος σημειώνει ακόμη τις καλές επιδόσεις που καταγράφηκαν την περίοδο της Black Friday και της Cyber Monday, χάριν και στις γενναιόδωρες προσφορές των περισσότερων εταιρειών καλλυντικών, προϊδεάζοντας για μία θετική εορταστική περίοδο.
Οι εξελίξεις στη διεθνή αγορά
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε διεθνές επίπεδο, προβλέπεται σταθερά ανοδική πορεία της διεθνούς αγοράς καλλυντικών με ρυθμό 6% ετησίως μέχρι το 2028, έτος κατά το οποίο η McKinsey εκτιμά ότι η αξία της θα προσεγγίσει τα 590 δισ. δολάρια. ΗΠΑ και Ευρώπη ωστόσο εκτιμάται ότι θα αναπτυχθούν με χαμηλότερο ποσοστό, συγκριτικά με άλλες περιοχές όπως η Λατινική Αμερική, η Αφρική και η Μέση Ανατολή. Το 2023 πάντως η διεθνής αγορά των καλλυντικών αναπτύχθηκε με ρυθμό 10%, ποσοστό που επετεύχθη και στις ώριμες αγορές των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης συγκριτικά με το 2022, με τον τζίρο να υπολογίζεται σε 446 δισ. δολάρια.
Την ίδια στιγμή ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη αυτή οφείλεται κατά βάση στην αύξηση των τιμών των καλλυντικών, γεγονός που ώθησε αρκετούς καταναλωτές να κάνουν πιο μετριασμένες αγορές, προσπαθώντας να συνδυάσουν ποιότητα και προσιτή τιμή. Εκτιμάται πλέον ότι, εφόσον ο πληθωρισμός έχει περίπου τεθεί υπό έλεγχο στις περισσότερες ώριμες αγορές, οι τιμές στα προϊόντα περιποίησης θα σταθεροποιηθούν φέτος και το 2025.
Αξίζει να σημειωθεί τέλος η περίπτωση της Κίνας, η οποία αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα, καταγράφοντας ανάπτυξη μόλις της τάξεως του 3% το 2023, υπολειπόμενη των προσδοκιών κι εν πολλοίς οφειλόμενη στην αύξηση των τιμών των καλλυντικών. Η επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας σε συνδυασμό με την χαμηλή καταναλωτική εμπιστοσύνη αναφέρονται από τους αναλυτές ως οι σημαντικότερες παράμετροι για αυτήν την εξέλιξη, με τις εκτιμήσεις να παραμένουν συντηρητικές και για το τρέχον έτος.