Μια ακόμα μεγάλης εμβέλειας κίνηση στον τομέα των ασφαλειών είχαμε χθες, με τη Eurobank να ανακοινώνει την εξαγορά της δραστηριότητας ζωής της Eurolife, έναντι 753 εκατ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας τον κεντρικό ρόλο των τραπεζοασφαλίσεων και της διαχείρισης περιουσίας στην στρατηγική των τραπεζών για την διαφοροποίηση και ενίσχυση των πηγών εσόδων τους.
Είχε προηγηθεί το deal της εξαγοράς της Εθνικής Ασφαλιστικής από την Τράπεζα Πειραιώς, ενώ και η Εθνική Τράπεζα εξετάζει σειρά εναλλακτικών προτάσεων με στόχο την ενίσχυση της θέσης της στον ασφαλιστικό τομέα.
Οι κινήσεις αυτές έρχονται ως αντίδραση στη μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες, πρόκληση που μπορεί να αποτελέσει το «κλειδί» στην αύξηση της κερδοφορίας τους.
Πρόκειται για την ικανότητά τους να διαφοροποιήσουν τις πηγές των εσόδων τους, σε τομείς πέραν της τραπεζικής, ώστε να μείνουν όσο το δυνατόν ανεπηρέαστες από εξελίξεις που επηρεάζουν τα κέρδη τους, όπως η μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ ή οι μειώσεις των προμηθειών από την κυβέρνηση.
Παρά τις προκλήσεις, οι συστημικές τράπεζες κατάφεραν να αυξήσουν τα καθαρά έσοδα από προμήθειες κατά 11% το πρώτο εξάμηνο 2025, φτάνοντας τα 1,133 δισ. ευρώ, χάρη στην ανάπτυξη των τραπεζοασφαλίσεων και της διαχείρισης περιουσίας.
Σε αυτό το περιβάλλον ενίσχυσης των εναλλακτικών καναλιών εσόδων ή και αναζήτησης νέων, αναδεικνύεται μια νέα τάση, αυτή του bancassurance, δηλαδή της σύμπραξης τραπεζικού και ασφαλιστικού κλάδου.
Δεν πρέπει να παραβλέπεται και η διάσταση της επιστροφής στην κανονικότητα δεδομένου ότι οι τράπεζες πριν την κρίση είχαν ισχυρή παρουσία στον τομέα των ασφαλειών, δραστηριότητα που υποχρεώθηκαν να πουλήσουν λόγω της τρόικας.
Όπως σημείωσε ο επικεφαλής της Eurobank, Φωκίων Καραβίας χθες με αφορμή την εξαγορά τμήματος της Eurolife: «Η αποεπένδυση από την Eurolife Holdings το 2016 αποτέλεσε κρίσιμο στοιχείο του σχεδίου αναδιάρθρωσης της Τράπεζας, σε μία περίοδο όπου οι περισσότερες ελληνικές τράπεζες υποχρεώθηκαν να αποεπενδύσουν περιουσιακά στοιχεία, μετά τις σοβαρές συνέπειες της ελληνικής χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Σήμερα, η αποκατεστημένη χρηματοοικονομική ισχύς της Eurobank, της επιτρέπει την επαναπόκτηση ενός στρατηγικής σημασίας περιουσιακού στοιχείου, απαραίτητο για την περαιτέρω ανάπτυξη των εργασιών που σχετίζονται με διαχείριση περιουσίας και bancassurance», τόνισε.
Οι κινήσεις που διαμορφώνουν τον χάρτη της αγοράς
Eurobank
Η συμφωνία της Eurobank με την Fairfax για την απόκτηση της δραστηριότητας ζωής της Eurolife, έναντι καθαρού ποσού 753 εκατ. ευρώ, αποτελεί κίνηση στρατηγικής σημασίας, καθώς ενισχύει σημαντικά την κερδοφορία και το μέγεθος της τράπεζας στην αγορά.
Πλέον, το συνολικό ενεργητικό της Eurobank ξεπερνάει τα 100 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα εδραιώνει τη θέση της ως ο μεγαλύτερος τραπεζικός όμιλος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, αυξάνοντας μάλιστα την απόσταση από τον δεύτερο παίκτη.
Στο πλαίσιο των συναλλαγών η Eurobank θα αποκτήσει το 100% της Eurolife Life, δηλαδή της δραστηριότητας ζωής και θα διατηρεί συμμετοχή 20% στη δραστηριότητα γενικών ασφαλίσεων της Eurolife Holdings. Παράλληλα η συμφωνία προβλέπει την πώληση του 45% της ERB Ασφαλιστικής Κύπρου στην Fairfax. Το καθαρό ύψος της επένδυσης της Eurobank διαμορφώνεται σε 753 εκατ. ευρώ.
Σημειώνεται πως η Eurolife Life κατέχει μερίδιο αγοράς που αγγίζει το 21% και εκτιμάται ότι θα επιτύχει μικτά εγγεγραμμένα ασφάλιστρα περίπου 600 εκατ. το 2025.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση, η εξαγορά θα οδηγήσει σε αύξηση των εσόδων από προμήθειες της Eurobank κατά 12%, με τη συμβολή των εσόδων από τη διαχείριση κεφαλαίων και τις ασφαλιστικές δραστηριότητες να διαμορφώνεται σε ποσοστό άνω του 30%. Επιπλέον, οι συναλλαγές θα οδηγήσουν σε αύξηση κατά περίπου 5% στα βασικά λειτουργικά κέρδη προ προβλέψεων (Core PPI) και κατά 2 λεπτά του ευρώ στα κέρδη ανά μετοχή (EPS).
Παράλληλα βελτιώνουν την απόδοση επί της ενσώματης λογιστικής αξίας (Return on Tangible Book Value) κατά περίπου 100 μονάδες βάσης. Εξαιτίας της υπεραξίας που δημιουργείται, το deal αναμένεται να έχει αρνητική επίδραση στην εκτιμώμενη ενσώματη λογιστική αξία ανά μετοχή, της τάξης του -0,06 ευρώ.
Τράπεζα Πειραιώς
Την πρώτη μεγάλη κίνηση στον τομέα των ασφαλειών πραγματοποίησε η Τράπεζα Πειραιώς αινφιδιάζοντας με την απόκτηση της Εθνικής Ασφαλιστικής, ιστορικής εταιρείας του κλάδου που είχε δημιουργήσει η Εθνική Τράπεζα.
Με ορίζοντα ολοκλήρωσης το τέλος του έτους, το εν λόγω deal, ύψους 600 εκατ. ευρώ, εμπεριέχει την εξαγορά του 90,01% της Εθνικής Ασφαλιστικής από το CVC Capital Partners Fund VII, την αναδιάρθρωση της εταιρείας και την ένταξη των προϊόντων της στο χαρτοφυλάκιο του ομίλου.
Όπως έχει ανέφερε ο επικεφαλής της Πειραιώς, Χρήστος Μεγάλου, η εξαγορά «έχει άμεσα οφέλη καθώς θα ενισχύσει τα Κέρδη ανά Μετοχή κατά περίπου 5% και την Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων κατά περίπου μία ποσοστιαία μονάδα. Παράλληλα, αυξάνει τη δημιουργία προμηθειών σε επίπεδο εφάμιλλο της διεθνούς αγοράς, ενώ ισχυροποιούμε την ανταγωνιστικότητά μας διατηρώντας την αποτελεσματικότητα του λειτουργικού κόστους».
Να σημειωθεί πως η Εθνική Ασφαλιστική καλύπτει όλο το φάσμα των ασφαλιστικών προϊόντων, με μερίδιο αγοράς περίπου 14,5%, σύνολο ενεργητικού 4 δισ. ευρώ και ίδια κεφάλαια 0,4 δισ. το 2023.
Εθνική Τράπεζα
Η Εθνική Τράπεζα, διαθέτοντας ένα μεγάλο πλεόνασμα κεφαλαίων, εξετάζει σειρά επιλογών και επιχειρηματικών κινήσεων προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της και να διευρύνει τις πηγές εσόδων της.
Η εξαγορά από την Πειραιώς της Εθνικής Ασφαλιστικής προκάλεσε ένα σοκ στην τράπεζα, ωστόσο όλες οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ετοιμάζει κίνηση ρελάνς. Το πιθανότερο ωστόσο είναι αυτή να πραγματοποιηθεί στις αρχές του νέου έτους.
Alpha Bank
Η Alpha Bank διατηρεί αποκλειστική συνεργασία με τη Generali, συνάπτοντας μια στρατηγική συμμαχία διάρκειας 20 ετών, με σκοπό και οι δύο οντότητες να διευρύνουν τις υπηρεσίες τους.
Η συνεργασία αξιοποίησε την εξαγορά του ελληνικού βραχίονα δραστηριοτήτων της ΑΧΑ από την Generali, μέσω της οποίας η Generali κατάφερε να ενισχύσει τη στρατηγική της θέση στην χώρα, τόσο στους τομείς των γενικών ασφαλίσεων όσο και των ασφαλίσεων υγείας.
Παράλληλα, η Alpha Bank επένδυσε στην περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικής της θέσης στον τομέα των τραπεζοασφαλιστικών προϊόντων, εξασφαλίζοντας ένα ακόμη δυνατό κανάλι εσόδων.