Κάλεσμα για ενίσχυση της ενδοευρωπαϊκής συνεργασίας και μήνυμα αισιοδοξίας για τον ρόλο της Ελλάδας στο νέο οικονομικό και τεχνολογικό περιβάλλον απηύθυνε η Σοφία Κουνενάκη - Εφραίμογλου, αντιπρόεδρος της ΕΕΝΕ, Α’ αντιπρόεδρος του ΕΒΕΑ και εκτελεστική αντιπρόεδρος στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, κατά την 9η Ετήσια Οικονομική Διάσκεψη της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών (ΕΕΝΕ) στην ενότητα «Ενισχύοντας την Ενδοευρωπαϊκή Συνεργασία - Εξωστρέφεια 2030».
Η κ. Εφραίμογλου τόνισε ότι «ζούμε σε μια εποχή ταχύτατων τεχνολογικών, γεωπολιτικών και ενεργειακών μετασχηματισμών που δεν γνωρίζουν σύνορα», ενώ υπογράμμισε πως η Ευρώπη καλείται να επαναβιομηχανοποιηθεί με όρους γνώσης και καινοτομίας για να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της έναντι των ΗΠΑ και της Ασίας.
Η αντιπρόεδρος της ΕΕΝΕ επεσήμανε τη σημασία των συντονισμένων ευρωπαϊκών λύσεων και μιας νέας κουλτούρας συνεργασίας, εμπιστοσύνης και δημιουργίας. Όπως ανέφερε, «η εξωστρέφεια δεν είναι απλώς εξαγωγές· είναι κουλτούρα διαλόγου, ανταλλαγής τεχνογνωσίας και συμμετοχής σε κοινές ευρωπαϊκές λύσεις».
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ανάγκη επένδυσης στις δεξιότητες και την επανεκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού, στοιχείο που θεωρεί κρίσιμο για την επιτυχή τεχνολογική μετάβαση. Σύμφωνα με την ίδια, «όσο πιο ανοιχτές είναι οι επιχειρήσεις στη γνώση και στις συμπράξεις, τόσο πιο ισχυρές γίνονται απέναντι στις κρίσεις».
Αναφερόμενη στην ελληνική οικονομία, σημείωσε ότι έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια, ωστόσο παραμένουν προκλήσεις όπως το εμπορικό ισοζύγιο αγαθών, η συμμετοχή της μεταποίησης στο ΑΕΠ, οι επιχειρηματικές δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη και ο ψηφιακός μετασχηματισμός. Αυτά, όπως είπε, αποτελούν κοινές ευρωπαϊκές προκλήσεις που απαιτούν απαντήσεις μέσα από δίκτυα καινοτομίας, εκπαιδευτικά προγράμματα και επενδύσεις σε πράσινες υποδομές.
Η κ. Εφραίμογλου παρουσίασε συγκεκριμένες πολιτικές προτάσεις της ΕΕΝΕ, όπως μηδενικό οριακό μη μισθολογικό κόστος για την επιμόρφωση των εργαζομένων, μειωμένη οριακή φορολόγηση επενδυτικών κερδών, ταχύτερες αποσβέσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και δικαιότερους κανόνες ρευστότητας για τις επιχειρήσεις.
Όπως επεσήμανε, οι προτάσεις αυτές ευθυγραμμίζονται με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές, ενισχύουν την παραγωγικότητα και μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς δημοσιονομικό κόστος.
Στην ολοκλήρωση της τοποθέτησής της, η αντιπρόεδρος της ΕΕΝΕ υπογράμμισε ότι η εξωστρέφεια αποτελεί όχι μόνο οικονομική στρατηγική, αλλά και όραμα για μια Ευρώπη συνεργασίας που ενώνει βιομηχανίες, πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, επενδύοντας στη γνώση και τη βιωσιμότητα, δίνοντας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις πρόσβαση σε κοινά προγράμματα και δίκτυα.
«Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να είναι πρωταγωνίστρια σε αυτή τη νέα πορεία», ανέφερε, επισημαίνοντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας από τη βιομηχανία τροφίμων και φαρμάκου έως την ενέργεια, τη ναυτιλία, τον τουρισμό και την τεχνολογία.
«Το 2030 δεν είναι μακριά· είναι ο ορίζοντας που χτίζουμε σήμερα, με συνεργασία, συνέπεια και αυτοπεποίθηση», κατέληξε, υπογραμμίζοντας ότι η ΕΕΝΕ θα συνεχίσει να συμβάλλει ως δύναμη σκέψης, πρότασης και δράσης για μια πιο ανταγωνιστική, δίκαιη και ανοιχτή Ελλάδα και Ευρώπη.