Σε αναβάθμιση των τιμών – στόχων για Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα και Πειραιώς προχωρά η Eurobank Equities σε νέα έκθεσή της και στον απόηχο της ανακοίνωσης των μεγεθών δ’ τριμήνου 2024, με την Πειραιώς να παραμένει η κορυφαία επιλογή της.
Η σύσταση και για τις τρεις μετοχές είναι «αγορά», ενώ οι τιμές – στόχοι είναι οι ακόλουθες:
- Για την Alpha Bank στα 2,94 ευρώ (από 2,58 ευρώ πριν)
- Για την Εθνική Τράπεζα στα 11,94 ευρώ (από 11,18 ευρώ πριν)
- Για την Πειραιώς στα 7,32 ευρώ (από 6,31 ευρώ πριν).
Η χρηματιστηριακή τονίζει ότι η επικείμενη αναθεώρηση των δεικτών MSCI για την ένταξη της ελληνικής αγοράς στη λίστα παρακολούθησης για πιθανή αναβάθμιση σε καθεστώς ανεπτυγμένης αγοράς, σε συνδυασμό με τις πιθανές ανοδικές αναθεωρήσεις των εκτιμήσεων κερδών από την πλειοψηφία των αναλυτών, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για περαιτέρω ανατιμολόγηση των τραπεζικών μετοχών.

Η Eurobank Equities ευθυγραμμίζεται με τους ξένους και εγχώριους αναλυτές τονίζοντας ότι οι τράπεζες εμφάνισαν ένα ακόμη ισχυρό τρίμηνο το δ' τρίμηνο, ξεπερνώντας τόσο τις δικές της όσο και τις εκτιμήσεις της αγοράς, υποστηριζόμενες από υψηλότερα των αναμενόμενων έσοδα από προμήθειες (+4% σε σχέση με τις εκτιμήσεις) και χαμηλότερες προβλέψεις για επισφάλειες (-5% σε σχέση με τις εκτιμήσεις). Παρά τις συνεχιζόμενες πιέσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους (NII), το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) αποδείχθηκε ανθεκτικό στο 2,65%, υποχωρώντας μόλις κατά 15 μονάδες βάσης σε τριμηνιαία βάση, λόγω ταχύτερης ανατιμολόγησης δανείων σε σχέση με τις καταθέσεις, χαμηλού deposit beta (20% στο σύνολο των καταθέσεων), σταθερών πιστωτικών περιθωρίων (-18 μονάδες βάσης από την αρχή του έτους), αποδόσεων από επανεπενδύσεις ομολόγων και ισχυρής πιστωτικής επέκτασης (8 δισ. σε τριμηνιαία βάση και περίπου 14 δισ. για το σύνολο του 2024). Ως αποτέλεσμα, τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν μόλις κατά 2,5% σε τριμηνιαία βάση, σε ευθυγράμμιση με τις προσδοκίες.
Η ποιότητα του ενεργητικού συνέχισε να βελτιώνεται, ενώ τα έσοδα από προμήθειες παρέμειναν ισχυρά—υποστηριζόμενα από τη δανειοδοτική δραστηριότητα και μια αύξηση 18% στα υπό διαχείριση κεφάλαια (AuMs) από την αρχή του έτους, ενισχύοντας περαιτέρω τη λειτουργική δυναμική. Η αποδοτικότητα παρέμεινε βασικό πλεονέκτημα, με τον δείκτη κόστους προς έσοδα του κλάδου (C/I) στο 37%, οδηγώντας τα καθαρά κέρδη του δ' τριμήνου στα 1,2 δισ. (-7,0% σε τριμηνιαία βάση) και ανεβάζοντας τα προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη του έτους σε περίπου 4,9 δισ., με απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTE) περίπου 16,8%. Η Εθνική Τράπεζα και η Eurobank ηγήθηκαν με RoTE περίπου 19%, ακολουθούμενες από την Πειραιώς με 18% και την Alpha Bank με 12%.
Παρότι η πίεση στο NII μπορεί να συνεχιστεί το 2025 (-5% σε ετήσια βάση), η αυξανόμενη ζήτηση για πίστωση (μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης 2024–27 >8%) αναμένεται να οδηγήσει σε ανάκαμψη του NII κατά περίπου 2% το 2026, με το NII του 2027 να διαμορφώνεται περίπου 2% πάνω από τα επίπεδα του 2024. Τα έσοδα από προμήθειες μη τραπεζικών υπηρεσιών (CAGR ~7%) θα συμβάλουν επίσης στη σταθερότητα των εσόδων. Παράλληλα, η νομισματική χαλάρωση και το ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον θα στηρίξουν την εξομάλυνση του κόστους κινδύνου (CoR) προς τις 40–50 μονάδες βάσης. Ακόμη και λαμβάνοντας υπόψη μια εκτιμώμενη πτώση της RoTE κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2027, οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν σε καλή θέση για να αποφέρουν ισχυρές αποδόσεις άνω του 13%, σε ευθυγράμμιση με τους περιφερειακούς ανταγωνιστές τους.
Ισχυρά κεφάλαια – Εξαγορές και συγχωνεύσεις
Η ισχυρή κεφαλαιακή δημιουργία συνεχίζει να ενισχύει τα αποθέματα, επιτρέποντας μεγαλύτερη ευελιξία στην κατανομή κεφαλαίων. Και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες στοχεύουν πλέον σε δείκτες διανομής μερισμάτων 50% ή και υψηλότερους από τη χρήση 2025, με την Εθνική Τράπεζα να καθοδηγεί για 60%. Οι επαναγορές μετοχών ενσωματώνονται όλο και περισσότερο στη στρατηγική διανομής, με την Alpha να σχεδιάζει να επιστρέψει έως και το 75% της διανομής της χρήσης 2024 μέσω αγορών ιδίων μετοχών, ακολουθούμενη από την Eurobank (43%) και την Εθνική (30%), ενώ η Τράπεζα Πειραιώς αποτελεί εξαίρεση, επιλέγοντας 100% διανομή μετρητών.
Παράλληλα, όλες οι τράπεζες έχουν λάβει προληπτικά μέτρα για την επιτάχυνση της μείωσης των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTC), στοχεύοντας σε δείκτες DTC προς CET1 από 15% έως 34% έως τα τέλη του 2027 και πλήρη «διαγραφή» έως το 2032–34.
Επιπλέον, η πρόσφατη δραστηριότητα εξαγορών & συγχωνεύσεων αναμένεται επίσης να ενισχύσει την απόδοση RoTE με διαχειρίσιμο κεφαλαιακό αντίκτυπο: Η εξαγορά της AstroBank από την Alpha Bank θα κοστίσει περίπου 40 μονάδες βάσης στο CET1, ενώ η εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής από την Πειραιώς θα απορροφήσει περίπου 100–150 μονάδες βάσης.
Αναμένονται αποδόσεις προς τους μετόχους 6–7% το 2024, αυξανόμενες στο 7–10% για την περίοδο 2025–26, τοποθετώντας τις ελληνικές τράπεζες ανταγωνιστικά έναντι των ευρωπαϊκών ομολόγων τους (~7,5%).