Ο Όμιλος Volkswagen προχωρά σε ένα φιλόδοξο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 160 δισ. ευρώ έως το 2030, όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Όλιβερ Μπλουμ. Η κίνηση αυτή έρχεται σε μια περίοδο αυξημένων προκλήσεων για την αυτοκινητοβιομηχανία, που αντιμετωπίζει σημαντικές πιέσεις στις βασικές αγορές της, Κίνα και ΗΠΑ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, το νέο επενδυτικό πλάνο αντανακλά τις επιπτώσεις των αμερικανικών δασμών αλλά και τον εντεινόμενο ανταγωνισμό από κινεζικές εταιρείες.
Οι ετήσιες επενδυτικές δαπάνες της Volkswagen, που αναθεωρούνται στο πλαίσιο πενταετούς κυλιόμενου προγράμματος, παρουσιάζουν μείωση σε σχέση με τα 165 δισ. ευρώ για το 2025-2029 και τα 180 δισ. ευρώ για το 2024-2028, με το 2024 να αποτελεί έτος κορύφωσης.
Η επένδυση των 160 δισ. ευρώ για την επόμενη πενταετία θα επικεντρωθεί κυρίως στη Γερμανία και την Ευρώπη, ενισχύοντας προϊόντα, παραγωγή και υποδομές.
Παράλληλα, σημαντικοί πόροι θα διατεθούν για την ανάπτυξη τεχνολογιών όπως οι κυψέλες μπαταριών, το λογισμικό και η αυτόνομη οδήγηση, ενισχύοντας τη δέσμευση του ομίλου στην καινοτομία και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Οι δασμοί στις εισαγωγές από τις ΗΠΑ και ο αυξημένος ανταγωνισμός στην Κίνα έχουν επηρεάσει αρνητικά τα οικονομικά αποτελέσματα του ομίλου, κυρίως στη μάρκα Porsche, η οποία πραγματοποιεί περίπου το 50% των πωλήσεών της σε αυτές τις δύο αγορές.
Ο Όλιβερ Μπλουμ σημείωσε σε συνέντευξή του στη Frankfurter Allgemeine Sonntagszeitung ότι η προτεραιότητα του νέου επενδυτικού πλάνου είναι η ενίσχυση της παρουσίας στη Γερμανία και την Ευρώπη, στους τομείς των προϊόντων, της τεχνολογίας και των υποδομών.
Αναφορικά με το ενδεχόμενο δημιουργίας εργοστασίου Audi στις ΗΠΑ, ο Μπλουμ τόνισε ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την οικονομική στήριξη που θα παράσχει η Ουάσινγκτον.
Παράλληλα, αν και η Porsche δεν αναμένεται να επεκταθεί περαιτέρω στην Κίνα, εξετάζεται το ενδεχόμενο τοπικής παραγωγής και ανάπτυξης μοντέλων αποκλειστικά για την κινεζική αγορά.
Ο Όμιλος Volkswagen, με έδρα το Βόλφσμπουργκ της Γερμανίας, αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές αυτοκινητοβιομηχανίες παγκοσμίως. Από τα τέλη της δεκαετίας του 2000, λειτουργεί ως εισηγμένη οικογενειακή επιχείρηση, υπό τον έλεγχο της Porsche SE και της οικογένειας Porsche και Piëch.
Η Volkswagen διαθέτει ισχυρή παρουσία στην ευρωπαϊκή αγορά για πάνω από δύο δεκαετίες, ενώ το 2024 κατέλαβε τη δεύτερη θέση παγκοσμίως σε πωλήσεις αυτοκινήτων. Περιλαμβάνεται στη 11η θέση της λίστας Fortune Global 500 για το 2024 και αποτελεί τη μεγαλύτερη εταιρεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε έσοδα.
Στο χαρτοφυλάκιο του ομίλου ανήκουν γνωστές μάρκες επιβατικών αυτοκινήτων όπως Audi, Bentley, Cupra, Jetta, Lamborghini, Porsche, Seat, Skoda και Volkswagen.
Επιπλέον, δραστηριοποιείται στις μοτοσικλέτες μέσω της Ducati, στα ελαφρά επαγγελματικά οχήματα με τη Volkswagen Commercial Vehicles και στα βαρέα οχήματα μέσω της Traton (International Motors, MAN, Scania, Volkswagen Truck & Bus).
Η Volkswagen ιδρύθηκε το 1937 στο Βερολίνο και μετέπειτα εγκαταστάθηκε στο Βόλφσμπουργκ, όπου κατασκεύασε το εμβληματικό Beetle. Με την πάροδο των δεκαετιών, ο όμιλος εξαγόρασε πλήθος αυτοκινητοβιομηχανιών, διευρύνοντας το χαρτοφυλάκιό του και ενισχύοντας τη διεθνή του παρουσία.
Η παρουσία της εταιρείας στην Κίνα ενισχύθηκε σημαντικά τη δεκαετία του 2010, με τη χώρα να εξελίσσεται στη μεγαλύτερη αγορά της. Ωστόσο, οι πωλήσεις στην περιοχή σημείωσαν κάμψη τη δεκαετία του 2020.
Το 2015, η Volkswagen βρέθηκε στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος λόγω της αποκάλυψης ότι χρησιμοποίησε συσκευές αναστολής για την παραπλάνηση των περιβαλλοντικών αρχών σχετικά με τις εκπομπές ρύπων, γεγονός που οδήγησε στην επιβολή υψηλών προστίμων.