Τρεις μήνες αργότερα από ό,τι είχε αρχικώς εκτιμηθεί θα παραδοθούν οι πέντε νέοι σταθμοί του μετρό Θεσσαλονίκης. Όταν πριν πέντε μήνες, μαζί με τα πολυαναμενόμενα εγκαίνια της βασικής γραμμής, ο πήχης για την παράδοση στους πολίτες της επέκτασης προς Καλαμαριά τέθηκε στην πρώτη επέτειο λειτουργίας του μετρό στην πόλη, λογαριάζαμε τελικά χωρίς τον ξενοδόχο.
Η καθυστέρηση ήταν ορατή εδώ και κάποιους μήνες, αφού το έργο της επέκτασης δεν είχε συμβασιοποιηθεί ενιαία, με αποτέλεσμα πριν τη γραμμή του τερματισμού να πρέπει να «κουμπώσουν» μεταξύ τους πολύπλοκα συστήματα. Κατά την επίσκεψή του στο μετρό Θεσσαλονίκης, πριν λίγες ημέρες, ο νέος υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, Χρίστος Δήμας, προσδιόρισε τον Φεβρουάριο του 2026 ως τον μήνα ορόσημο για την παράδοση της επέκτασης στην κυκλοφορία.
Για να φτάσουμε ως εκεί, όμως, θα χρειαστεί να διακοπεί η λειτουργία και της βασικής γραμμής, το πιθανότερο τμηματικά, για ένα διάστημα που αθροιστικά θα ανέλθει σε 30 με 40 ημέρες, ώστε βασικό δίκτυο και επέκταση να μπορούν να λειτουργήσουν σαν καλοκουρδισμένη μηχανή.
Αλυσίδα συμπληρωματικών συμβάσεων
Πρόκειται μάλιστα για την πρώτη φορά που θα γίνει μια τόσο απαιτητική διαδικασία ενοποίησης συστημάτων, δοκιμών και πιστοποίησης, αφού επί της ουσίας η νέα γραμμή αποτελεί διακλάδωση και όχι κλασική επέκταση του υφιστάμενου δικτύου. Ο νέος κλάδος θα ξεκινά από τον σταθμό της 25ης Μαρτίου για να φτάσει ως τη Μίκρα, με ενδιάμεσους σταθμούς σε Νομαρχία, Καλαμαριά, Αρετσού και Νέα Κρήνη.
Δεδομένου ότι ακόμα και στο μετρό της Αθήνας, μέχρι σήμερα έχουν γίνει μόνο επεκτάσεις, το εγχείρημα είναι απαιτητικό. Στην περίπτωση, δε, της Θεσσαλονίκης στην εξίσωση μπαίνουν και οι συρμοί χωρίς οδηγό, που αυξάνουν τον βαθμό δυσκολίας.
Σήμερα, τα έργα πολιτικού μηχανικού της επέκτασης, που έχει κύριο ανάδοχο την ΑΚΤΩΡ (νυν όμιλος AKTOR) βρίσκονται σε φάση ολοκλήρωσης, όμως το αγκάθι βρίσκεται στα ηλεκτρομηχανολογικά. Σε αντίθεση με τη βασική γραμμή, όπου παρόλες τις αβελτηρίες που οδήγησαν στην 20ετή καθυστέρηση, το έργο ήταν με το «κλειδί στο χέρι», στην περίπτωση της επέκτασης εφαρμόστηκε η πρακτική των πολλαπλών συμβάσεων που έχει ταλαιπωρήσει ουκ ολίγα δημόσια έργα.
Έτσι, ένα έργο μόλις 4,8 χλμ. έσπασε σε έξι συμβάσεις. Πέρα από την κεντρική σύμβαση, τα συστήματα σηματοδότησης και ελέγχου συρμών να έχουν ανατεθεί στο σχήμα Hitachi Rail – ΑΚΤΩΡ, τα συστήματα χαμηλής τάσης στην ΑΚΤΩΡ, το σύστημα BACSστη Honeywell, η προμήθεια των 15 νέων συρμών στις Hitachi Rail– ΑΚΤΩΡ, καθώς και το ηλεκτρονικό εισιτήριο. Αθροιστικά ο προϋπολογισμός του έργου ανήλθε στα 567 εκατ. ευρώ.
Αυτές οι έξι συμβάσεις, λοιπόν, θα πρέπει να ολοκληρωθούν, να συντονιστούν και να λειτουργήσουν ως ένα ενιαίο έργο, όχι μόνο για την επέκταση της Καλαμαριάς, αλλά και με τα υπόλοιπα 9,6 χλμ. του βασικού κορμού που είναι ήδη στην κυκλοφορία.
Για αυτό και αναμένεται η υπογραφή νέας συμπληρωματικής σύμβασης με τον ανάδοχο, προκειμένου να συντονίσει τις επιμέρους εργολαβίες. Το μεγάλο στοίχημα είναι να «κουμπώσει» τηλεπικοινωνίες, σηματοδότηση, συστήματα αυτοματισμού, e-ticketing, και να ολοκληρώσει εγκαίρως την απαραίτητη πιστοποίηση. Αυτό το τελευταίο στάδιο θεωρείται το πλέον απρόβλεπτο.
Στο κομμάτι της κατασκευής, το «θαύμα» της επιτάχυνσης έχει προηγούμενο, καθώς η ΑΚΤΩΡ κατάφερε, μέσα σε δέκα μήνες από τότε που πήρε τα ηνία ο τότε όμιλος Intrakat, να βάλει το βασικό έργο στις ράγες και να το παραδώσει στο επιβατικό κοινό. Όμως, αυτό δεν είναι αυτονόητο στο κομμάτι της πιστοποίησης.
Μάλιστα, θα πρέπει να πιστοποιηθούν όχι μόνο τα διάφορα συστήματα και συνολικά η επέκταση, αλλά να ακολουθήσει η πιστοποίηση του μετρό ως ενιαίας πια γραμμής 18 σταθμών. Με τον πρώτο συρμό από τους συνολικά 15 της συμπληρωματικής προμήθειας να αναμένεται εντός Απριλίου και σταδιακά ως το καλοκαίρι ακόμα πέντε, θα πρέπει και αυτοί να μπουν σε φάση δοκιμών.
Με την ολοκλήρωση της προμήθειας, το σύστημα του μετρό Θεσσαλονίκης θα μετρά συνολικά 33 συρμούς, εκ των οποίων οι 9 θα διατεθούν στην επέκταση Καλαμαριάς. Στην πλήρη ανάπτυξη, θα λειτουργούν 40 συρμοί ανά ώρα ανά κατεύθυνση, δηλαδή με χρονοαπόσταση 90 δευτερολέπτων. Θα εξυπηρετούνται καθημερινά 313.000 επιβάτες, θα κυκλοφορούν στους δρόμους της πόλης 57.000 λιγότερα ΙΧ, επιφέροντας αντίστοιχα μείωση των εκπομπών CO2 κατά 212 τόνους ημερησίως.