Αρνητικές τιμές εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην ελληνική αγορά χονδρικής για το ρεύμα, στο πλαίσιο ενός φαινομένου που επεκτείνεται σε όλη την Ευρώπη.
Η παραγωγή ηλιακής ενέργειας εκτοξεύεται την άνοιξη λόγω των μεγαλύτερων και ηλιόλουστων ημερών. Αυτό, σε συνδυασμό με την πτώση της ζήτησης θέρμανσης, ωθεί τις τιμές σε αρνητικό έδαφος, κάτι που σημαίνει ότι οι παραγωγοί πληρώνουν τους καταναλωτές για να διοχετεύσουν το ρεύμα τους στο δίκτυο.
Για σήμερα, Πρωτομαγιά, μεγάλη πτώση έως τα επίπεδα των -50 ευρώ/MWh καταγράφηκε στην αγορά του Χρηματιστηρίου Ενέργειας.
Ενδεικτικά, η τιμή θα είναι αρνητική για επτά ώρες, από τις 11 το πρωί ως τις 5 το απόγευμα.
Η μέση τιμή ημέρας βρίσκεται στα 40,98 ευρώ/MWh, παρουσιάζοντας πτώση της τάξεως του 37% σε σχέση με χθες. Η μέγιστη τιμή ημέρας βρίσκεται στα 99 ευρώ και η ελάχιστη στα -50 ευρώ.
Στο μείγμα παραγωγής 61,3% έχουν οι ΑΠΕ, 19,7% το αέριο, 9,6% οι εισαγωγές, 2,6% ο λιγνίτης και 2,3% τα υδροηλεκτρικά.
Υπενθυμίζεται ότι το σχέδιο της ΡΑΑΕΥ για άρση της αναστολής των αρνητικών προσφορών - στην οποία είχε προχωρήσει στις αρχές του 2021 - είναι να γίνει σε πρώτη φάση σε συγκρατημένα επίπεδα.
Έτσι θα ελεγχθούν οι επιπτώσεις που θα υπάρξουν στο κόστος εξισορρόπησης. Σε αυτό το πλαίσιο, προκρίνει αρχικά να τεθεί στα -50 ευρώ ανά MWh το κατώφλι στις προσφορές.
Αρνητικές τιμές στην Ευρώπη
Τις τελευταίες ημέρες, όλο και αυξάνονται οι αρνητικές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη.
Στοιχεία από την Epex δείχνουν ότι στο Βέλγιο προχθές οι τιμές έπεσαν έως και -€266 ανά μεγαβατώρα. Παράλληλα, στην Ολλανδία, οι τιμές έπεσαν στα -189,90 ευρώ και στη Γερμανία υποχώρησαν στα -129,81 ευρώ.
Η αυξημένη παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή υποδομή αποθήκευσης και τις περιορισμένες διασυνδέσεις, έχει ως αποτέλεσμα την πιο συχνή εμφάνιση αρνητικών τιμών στην αγορά.
Σύμφωνα με τη Fitch Ratings, το φαινόμενο αυτό αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, παρόλο που προβλέπεται σταδιακή πρόοδος στην αποθήκευση ενέργειας και στις διεθνείς διασυνδέσεις. Την ίδια στιγμή, η ενίσχυση της ψηφιοποίησης, της τεχνητής νοημοσύνης και της ηλεκτροκίνησης εκτιμάται ότι θα αυξήσει τη ζήτηση, βοηθώντας μελλοντικά στη σταθεροποίηση της αγοράς.
Το 2024, οι ώρες με αρνητικές τιμές στην Ευρώπη έφτασαν τις 4.838, σχεδόν διπλάσιες από το 2023, γεγονός που υπογραμμίζει τη ραγδαία μεταβολή του ενεργειακού τοπίου και την ανάγκη για ευέλικτες προσαρμογές τόσο από τις επιχειρήσεις όσο και από τους καταναλωτές.