«Καταιγίδα» συλλήψεων και επιβολής βαρύτατων προστίμων έχει ξεσπάσει μετά την αυστηροποίηση του νομοθετικού πλαισίου το καλοκαίρι. Δεκάδες καταδικαστικές αποφάσεις, μπλοκαρίσματα δικτύων, και εντατικές αστυνομικές εφόδους, οι Αρχές έχουν καταφέρει αποφασιστικό πλήγμα στην πειρατική τηλεόραση που στοιχίζει εκατοντάδες εκατομμύρια στο ΑΕΠ της χώρας.
Η «Λερναία Ύδρα» των περίπου 700.000 παράνομων χρηστών στη χώρα μας, με τον αριθμό να μειώνεται μετά τα πλήγματα που δέχονται οι «πειρατές» το τελευταίο διάστημα, σε πραγματικές, αλλά και διαδικτυακές περιοχές.
Τα πρώτα στοιχεία που συγκέντρωσε το BD, δείχνουν ότι η στρατηγική καταστολής έχει αλλάξει κλίμακα, από όταν τέθηκε σε πλήρη εφαρμογή το νέο, αυστηρότερο νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, αλλάζοντας ριζικά το τοπίο στην ελληνική αγορά οπτικοακουστικού περιεχομένου.
Ορυμαγδός δικαστικών ποινών στα κεφάλια των πειρατών
Σύμφωνα με στοιχεία , μέσα στο 2025 έχουν ήδη πραγματοποιηθεί 15 στοχευμένες αστυνομικές επιχειρήσεις κατά οργανωμένων κυκλωμάτων τηλεοπτικής πειρατείας, οδηγώντας σε 22 συλλήψεις. Ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε η μεγάλη επιχείρηση στην Άρτα, όπου αποκαλύφθηκε κύκλωμα με εμπλοκή πρώην διαιτητή της Super League, ενώ περίπου 200 τελικοί χρήστες ταυτοποιήθηκαν και έλαβαν τα πρώτα διοικητικά πρόστιμα.
Αντίστοιχες επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν σε Σαντορίνη, με τη σύλληψη μεγάλου μεταπωλητή και την επιβολή προστίμων σε τουλάχιστον 70 τελικούς χρήστες, καθώς και σε περιοχές όπως Αργοστόλι Κεφαλονιάς, Σαλαμίνα, Κιλκίς και Σητεία Κρήτης.
Σε Αιτωλικό, Θεσσαλονίκη και Σπάρτη, οι έλεγχοι επεκτάθηκαν και σε καταστήματα εστίασης, με συλλήψεις και επιβολή προστίμων ύψους 3.000 ευρώ ανά περίπτωση.
Στο δικαστικό σκέλος, το 2025 έχουν ήδη διεξαχθεί περίπου 25 δίκες, με καταδικαστικές αποφάσεις για πειρατικά δίκτυα και την επιβολή πολλαπλών ποινών φυλάκισης, επιβεβαιώνοντας ότι η πειρατεία δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως «χαμηλής απαξίας» αδίκημα.
Αρμόδιες πηγές επισημαίνουν, ωστόσο, ότι τα στοιχεία αυτά είναι μόνο ενδεικτικά. Εκκρεμούν οι ψηφιακές εξετάσεις και αναλύσεις των κατασχεθέντων πειστηρίων από την Υποδιεύθυνση Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας & Ανάλυσης της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, διαδικασία από την οποία αναμένεται να προκύψουν χιλιάδες επιπλέον ψηφιακά πελατολόγια και νέα εμπλεκόμενα μέλη οργανωμένων κυκλωμάτων. Οι αναλύσεις αυτές, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, μπορεί να διαρκέσουν έως και δύο χρόνια.
Παράλληλα, η ψηφιακή καταστολή κινείται με πρωτοφανείς ρυθμούς. Μέσω της Επιτροπής Διαδικτυακής Προσβολής Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΕΔΠΠΙ) του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ), έχουν πραγματοποιηθεί περίπου 1.000 ip blocking σε πειρατικά τηλεοπτικά δίκτυα, ενώ έχουν εντοπιστεί και μπλοκαριστεί περισσότερες από 8.500 πειρατικές ιστοσελίδες και λογαριασμοί σε social media.
Η τρύπα της πειρατείας στην οικονομία
Η πειρατεία οπτικοακουστικού περιεχομένου εξακολουθεί να προκαλεί σημαντική οικονομική αιμορραγία στην ελληνική αγορά. Σύμφωνα με μελέτη του ΚΕΠΕ, τα ετήσια έσοδα των πειρατικών δικτύων εκτιμώνται στα 192 εκατ. ευρώ, με βάση μια μέση «συνδρομή» 20 ευρώ τον μήνα. Οι περίπου 800.000 πειρατικοί χρήστες που ήταν μέχρι την επιβολή του αυστηρότερου νομοθετικού πλαισίου, κατατάσσουν την Ελλάδα στη δεύτερη θέση στην Ευρώπη στη θέαση πειρατικού περιεχομένου, πίσω μόνο από τη Βουλγαρία.
Με βάση διαφορετικά σενάρια, το ΚΕΠΕ εκτιμά ότι οι απώλειες για τους παρόχους κυμαίνονται από 128 έως 352 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ οι συνολικές επιπτώσεις στην οικονομία είναι ακόμη μεγαλύτερες. Οι απώλειες για το ελληνικό ΑΕΠ μπορεί να φτάσουν τα 416 εκατ. ευρώ, με έως και 5.170 θέσεις εργασίας να χάνονται, ενώ στο πιο ήπιο σενάριο οι απώλειες περιορίζονται στα 150 εκατ. ευρώ και περίπου 1.870 θέσεις εργασίας.
Για το Δημόσιο, οι απώλειες από φόρους και τέλη υπολογίζονται έως 164 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Συνολικά, οι ετήσιες διαφυγόντες εισπράξεις εκτιμώνται κατά μέσο όρο στα 221 εκατ. ευρώ.
Τα βαριά πρόστιμα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο
Για τους τελικούς χρήστες που προβαίνουν σε «πειρατική» συνδρομή, αλλά και για εκείνους που προβάλλουν ή μεταδίδουν δημόσια προστατευόμενο περιεχόμενο επιβάλλονται βαρύτατα πρόστιμα. Επιπλέον, προβλέπεται ταχύτερη διεκπεραίωση της ποινικής διαδικασίας.
Ειδικότερα, οι χρήστες να αντιμετωπίζουν πρόστιμο 750 ευρώ, ενώ αν χρησιμοποιείται η πειρατική σύνδεση για δημόσια προβολή όπως σε bar ή cafe, το πρόστιμο ανεβαίνει στα 1.500 ευρώ. Επίσης, όποιος τελεί τις παραπάνω πράξεις με σκοπό άμεσο ή έμμεσο εμπορικό οικονομικό όφελος υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο 5.000 ευρώ για κάθε παράβαση.Σε περίπτωση υποτροπής, τα διοικητικά πρόστιμα διπλασιάζονται.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο παραβάτης έχει τη δυνατότητα, καταβάλλοντας το διπλάσιο του προστίμου (για παράδειγμα, 1.500 ευρώ για τον τελικό χρήστη), να εξαλείψει το αξιόποινο της πράξης.
Οι κίνδυνοι για τον τελικό χρήστη
Η επιλογή παράνομων υπηρεσιών τηλεοπτικού και οπτικοακουστικού περιεχομένου, όσο ελκυστική κι αν φαίνεται λόγω χαμηλού κόστους, συνοδεύεται από σοβαρούς και συχνά υποτιμημένους κινδύνους για τον τελικό χρήστη. Και αυτοί δεν περιορίζονται μόνο στα διοικητικά πρόστιμα που πλέον επιβάλλονται με αυστηρότερο τρόπο.
Η έκθεση σε απώλεια προσωπικών και οικονομικών δεδομένων αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους, καθώς οι χρήστες πειρατικών υπηρεσιών συχνά παραδίδουν άθελά τους στοιχεία που μπορούν να αξιοποιηθούν από κυκλώματα διαδικτυακού εγκλήματος. Την ίδια στιγμή, η ποιότητα των πειρατικών υπηρεσιών παραμένει χαμηλή και αναξιόπιστη, με συχνές διακοπές, καθυστερήσεις και εικόνα υποδεέστερης ανάλυσης.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί και ο τεχνικός εξοπλισμός που συνοδεύει τις παράνομες συνδέσεις, καθώς λειτουργεί ως «κερκόπορτα» για την είσοδο κακόβουλου λογισμικού στο οικιακό δίκτυο. Μέσω αυτών των συσκευών, οι εγκληματίες μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση στον δρομολογητή, να «μολύνουν» κοινόχρηστες συσκευές και να υποκλέψουν διαπιστευτήρια, προκαλώντας παράλληλα φθορές που οδηγούν σε μειωμένη απόδοση ή ακόμη και δαπανηρές βλάβες.
Ακόμη και χρήστες που δεν διαθέτουν πειρατικές συνδρομές, αλλά παρακολουθούν αγώνες μέσω παράνομων ιστοσελίδων, εκτίθενται σε παρόμοιους κινδύνους. Οι πλατφόρμες αυτές συχνά διακινούν κακόβουλο λογισμικό ή αποκομίζουν έσοδα μέσω επιθετικών διαφημίσεων και πρακτικών pay-per-click, ανοίγοντας σοβαρά κενά ασφαλείας χωρίς ο χρήστης να το αντιλαμβάνεται.