Τίτλοι τέλους έπεσαν χθες για το πλαφόν στο μικτό περιθώριο κέρδους που ίσχυε από την εποχή της πανδημίας για βασικά είδη διατροφής αλλά και τα καύσιμα. Μετά από σχεδόν πέντε χρόνια συνεχόμενων παρατάσεων, το μέτρο καταργήθηκε, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την πλήρη απελευθέρωση της τιμολογιακής πολιτικής προμηθευτών και επιχειρήσεων λιανικής.
Η κατάργηση του πλαφόν σηματοδοτεί την επιστροφή σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς, με τις επιχειρήσεις πλέον να μπορούν να διαμορφώνουν ανεμπόδιστα το περιθώριο κέρδους τους. Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς αυτό που αναμένεται να αυξηθεί είναι ο ανταγωνισμός.
Παράλληλα, το υπουργείο Ανάπτυξης έχει διαμηνύσει σε όλους τους τόνους ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί παραμένουν ενεργοί, προκειμένου να διασφαλίζεται η νομιμότητα και να αποτρέπονται φαινόμενα αθέμιτης κερδοφορίας.
Όπως τόνισε μιλώντας στο BD, ο κ. Απόστολος Πεταλάς γενικός διευθυντής της Ένωσης Σούπερ Μάρκετ Ελλάδας, «η διάταξη για το πλαφόν στο μεικτό περιθώριο κέρδους ουσιαστικά είναι μία διάταξη που η κατάργησή της μόνο θετικά στοιχεία μπορεί να έχει στον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων, είτε αυτό αφορά εταιρείες που προμηθεύουν με καταναλωτικά προϊόντα, είτε το λιανεμπόριο».
Μάλιστα όπως σημείωσε, η διάταξη αυτή θεσπίστηκε πριν πέντε χρόνια στην περίοδο της πανδημίας και τότε ήταν μία σωστή διάταξη. Από τότε μέχρι και σήμερα, όμως, «η διάταξη αυτή έχει δημιουργήσει πάρα πολύ μεγάλο πρόβλημα στον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων μεταξύ τους».
Τα παρακάτω παραδείγματα είναι χαρακτηριστικά της κατάστασης που επικρατούσε μέχρι και σήμερα:
- Δύο επιχειρήσεις που παράγουν μακαρόνια είχαν διαφορετικά περιθώρια κέρδους, η μία είχε μεικτό περιθώριο κέρδους 30% και η άλλη είχε 5%. Αισχροκέρδεια θα έκανε η πρώτη αν έκανε το 30%, 31%, αλλά και η δεύτερη αν έκανε το 5%, 6%. Διότι και οι δύο ήταν υποχρεωμένες να λειτουργούν από τότε μέχρι και χθες με το μεικτό περιθώριο που είχαν το 2021.
- Επίσης αν μία αλυσίδα σούπερ μάρκετ ήθελε να κάνει μία σημαντική μείωση στις τιμές των γαλακτοκομικών και να το χρηματοδοτήσει σε ένα βαθμό αυξάνοντας τις τιμές σε άλλα προϊόντα, π.χ. στα απορρυπαντικά, δεν μπορούσε να το κάνει, δεδομένου ότι οτιδήποτε αύξανε στα απορρυπαντικά ήταν αισχροκέρδεια με βάση τον νόμο. Οπότε δεν μπορούσε να προχωρήσει και στις μειώσει τιμών στα γαλακτοκομικά.
«Ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων, των προμηθευτών και των λιανεμπόρων θα είναι καλύτερος από εδώ και πέρα και για τους καταναλωτές που θέλουν να βρουν επιλογές θα είναι πολύ περισσότερες οι επιλογές», τόνισε ο κ. Πεταλάς.
Όσον αφορά τους φόβους των καταναλωτών για πιθανές αυξήσεις από σήμερα στα προϊόντα, ο γενικός διευθυντής της Ένωσης Σούπερ Μάρκετ Ελλάδας επισήμανε: «Όταν λειτουργεί ο ανταγωνισμός κάθε εταιρεία για να αυξήσει την τιμή ενός προϊόντος θα πρέπει να λάβει υπόψιν της και τον καταναλωτή και τον ανταγωνιστή της. Κατά συνέπεια, αν σηκώσει τις τιμές ο καταναλωτής θα το καταλάβει, αλλά θα έχει και μια εναλλακτική λύση κάπου να βρει καλύτερη τιμή. Αυτό σημαίνει ο ανταγωνισμός. Επομένως η αύξηση των τιμών δεν είναι θέμα διατάξεων, είναι θέμα ανταγωνισμού και ο ανταγωνισμός γίνεται πιο έντονος πλέον».
Οι τελευταίοι έλεγχοι για το πλαφόν
Ήδη, στο πλαίσιο των τελευταίων ελέγχων πριν από την άρση του μέτρου, η Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς (ΔΙΜΕΑ) απέστειλε αιτήματα σε επιχειρήσεις λιανεμπορίου και προμηθευτές για την παροχή αναλυτικών στοιχείων τιμολόγησης του Μαΐου 2025. Η συλλογή αυτών των δεδομένων αφορά την επαλήθευση τήρησης του πλαφόν μέχρι και την τελευταία ημέρα ισχύος του, βάσει του περιθωρίου που ίσχυε έως την 31η Δεκεμβρίου 2021.
Αν και το πλαφόν αποσύρεται, η ανάλυση των στοιχείων συνεχίζεται. Ο έλεγχος αποσκοπεί στον εντοπισμό πιθανών παραβάσεων, με το ισχύον νομικό πλαίσιο να προβλέπει πρόστιμα και δημοσιοποίηση στοιχείων για παραβάτες όταν το πρόστιμο ξεπερνά τις 50.000 ευρώ.
Όσον αφορά τον κλάδο των καυσίμων η αγορά ειδικά στη φάση του πολέμου Ισραήλ – Ιράν λειτούργησε χωρίς σοβαρές παρενέργειες, με αυξήσεις πολύ μικρότερες από τις αντίστοιχες στις διεθνείς τιμές. Φυσικά αυτή η συγκράτηση των τιμών, είχε να κάνει και με τους ελέγχους, που διέταξε το υπουργείο Ανάπτυξης αμέσως μόλις αυξήθηκαν οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου.