ΓΔ: 1424.7 0.50% Τζίρος: 25.94 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 12:17:43 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΓΟΡΑΣ
Φωτο: Shutterstock

Κατεβάζει στο 3,5% το ΔΝΤ την πρόβλεψη για την ανάπτυξη στην Ελλάδα

Αρκετά υψηλότερος ο ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, όπου υποχωρεί στο 2,8%. Μήνυμα από το Ταμείο στις κυβερνήσεις: «Στηρίξτε τους ευάλωτους».

Υποχώρηση της ανάπτυξης, ενίσχυση του πληθωρισμού αλλά και του ελλείμματος και χαμηλότερη ανεργία προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την ελληνική οικονομία το 2022, στη νέα έκθεσή του World Economic Outlook (WEO). Πάντως, με προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης 3,5%, η ελληνική οικονομία θα ξεπεράσει αρκετά τον μέσο όρο της ευρωζώνης (2,8%).

Το Ταμείο «κατεβάζει» την εκτίμηση για την ανάπτυξη φέτος στο 3,5% (από 4,6% που ανέμενε στην αντίστοιχη έκθεση τον Οκτώβριο του 2021), ενώ για το 2023 τοποθετεί τον ρυθμό στο 2,6%. Αιτία για την υποβάθμιση, κίνηση που πραγματοποιεί το ΔΝΤ για το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας, αποτελούν οι αρνητικές συνέπειες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η οποία έγινε σε μία περίοδο που η παγκόσμια και φυσικά και η ελληνική οικονομία βρίσκονταν σε περίοδο ανάκαμψης από την πανδημία. 

Θα πρέπει, πάντως,να σημειωθεί ότι το ΔΝΤ είναι πιο αισιόδοξο από το οικονομικό επιτελείο, καθώς το ΥΠΟΙΚ εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα ξεπεράσει οριακά το 3%, ενώ εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί μεταξύ 5,5% και 6%. 

 

Παράλληλα το Ταμείο «ανεβάζει» την εκτίμησή του για τον πληθωρισμό, ο οποίος εκτιμά ότι θα διαμορφωθεί στο 4,5% για το 2022 (από το 0,4% της προηγούμενης εκτίμησης) και να υποχωρεί στο 1,3% το 2023, στέλνοντας το μήνυμα ότι οι οξύτατες πληθωριστικές πιέσεις και ό,τι αυτό συνεπάγεται και στις τιμές βασικών αγαθών δεν θα διοχετευθούν και στο επόμενο έτος. 

Όσο για το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται ότι θα φθάσει στο 6,3% φέτος έναντι 5,1% προηγούμενης πρόβλεψης και θα υποχωρήσει οριακά στο 6,1% το 2023.  Θετικά τα μηνύματα για την αγορά εργασίας, με την ανεργία να τοποθετείται το 2022 στο 12,9% (ενώ στην προηγούμενη έκθεση αναμένονταν ότι θα διαμορφωθεί στο 14,6%), ενώ θα υποχωρήσει ελαφρά στο 12,4% το 2023. 

Υποβάθμιση της παγκόσμιας ανάπτυξης 

Οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας έχουν δεχθεί σημαντικό πλήγμα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, επισημαίνει το ΔΝΤ, υποβαθμίζοντας την εκτίμηση για την παγκόσμια ανάπτυξη στο 3,6% τόσο για φέτος όσο και για το 2023, δηλαδή 0,8% και 0,2% χαμηλότερα αντίστοιχα σε σύγκριση με αυτά που είχε προβλέψει τον Ιανουάριο του 2022. 
 

 

Η Ευρώπη είναι η περιοχή που έχει δεχθεί το πιο σφοδρό πλήγμα, με τη νέα εκτίμηση να τοποθετεί την ανάπτυξη στην ευρωζώνη για φέτος στο 2,8% και στο 2,3% για το 2023, έναντι 3,9% και 2,5% που είχε εκτιμήσει το Ταμείο τον Ιανουάριο, με τη γερμανική οικονομία να δέχεται μεγάλες πιέσεις καθώς αναμένεται η ανάπτυξη να «προσγειωθεί» φέτος στο 2,1% (από 3,8% προηγούμενη πρόβλεψη) αλλά υπάρχει μία έστω και μικρή αναβάθμιση της εκτίμησης για το 2023 στο 2,7% (από 2,5% που ήταν πριν). Για τις ΗΠΑ ο ρυθμός ανάπτυξης υποβαθμίζεται στο 3,7% για φέτος (από 4%) και στο 2,3% για το 2023 (από 2,6%). 

Όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος του ΔΝΤ, Pierre-Olivier Gourinchas ακόμη και πριν από τον πόλεμο, ο πληθωρισμός σε πολλές χώρες είχε αυξηθεί λόγω των ανισορροπιών προσφοράς - ζήτησης και εξαιτίας των αναγκαίων μέτρων στήριξης που χρησιμοποιήθηκαν, γεγονός που οδήγησε σε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Τα νέα lockdown στην Κίνα θα μπορούσαν να προκαλέσουν νέες εμπλοκές στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Στο πλαίσιο αυτό, πέρα από τις άμεσες και τραγικές ανθρωπιστικές επιπτώσεις του, ο πόλεμος θα επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη και θα αυξήσει τον πληθωρισμό. 

Η Ρωσία είναι σημαντικός προμηθευτής πετρελαίου, φυσικού αερίου και μετάλλων και, μαζί με την Ουκρανία, σιταριού και καλαμποκιού. Η μειωμένη προσφορά αυτών των προϊόντων έχει οδηγήσει τις τιμές τους σε απότομη άνοδο. Οι εισαγωγείς εμπορευμάτων στην Ευρώπη, τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική και την υποσαχάρια Αφρική επηρεάζονται περισσότερο. Όμως, η εκτίναξη των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων θα πλήξει τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένης της Αμερικής και της υπόλοιπης Ασίας. 

Ο εκτοπισμός περίπου 5 εκατομμυρίων Ουκρανών σε γειτονικές χώρες, ιδίως στην Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Μολδαβία και την Ουγγαρία, αυξάνει τις οικονομικές πιέσεις στην περιοχή. Η συνολική παραγωγή για τις προηγμένες οικονομίες θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο για να ανακάμψει στην προ της πανδημίας τάση της. Και η απόκλιση που άνοιξε το 2021 μεταξύ των προηγμένων και των αναδυόμενων οικονομιών και των αναπτυσσόμενων οικονομιών αναμένεται να διατηρηθεί, γεγονός που υποδηλώνει κάποια μόνιμα σημάδια από την πανδημία. 

Διατηρούνται οι ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις

 

Ο πληθωρισμός έχει καταστεί σαφής και υπαρκτός κίνδυνος για πολλές χώρες. Ακόμη και πριν από τον πόλεμο, ο πληθωρισμός αυξήθηκε λόγω της εκτίναξης των τιμών των βασικών εμπορευμάτων και των ανισορροπιών μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Πολλές κεντρικές τράπεζες, όπως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, είχαν ήδη προχωρήσει σε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Οι διαταραχές που σχετίζονται με τον πόλεμο ενισχύουν αυτές τις πιέσεις. Εκτιμάται, πλέον, ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει αυξημένος για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, έχει φθάσει στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 40 και πλέον ετών, στο πλαίσιο των στενών αγορών εργασίας.

Αυξάνεται ο κίνδυνος οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό να απομακρυνθούν από τους στόχους της κεντρικής τράπεζας για τον πληθωρισμό, προκαλώντας μια πιο επιθετική απάντηση σύσφιξης από τους φορείς χάραξης πολιτικής. Επιπλέον, οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων μπορεί επίσης να αυξήσουν σημαντικά την προοπτική κοινωνικών αναταραχών στις φτωχότερες χώρες.

Αμέσως μετά την εισβολή, οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες αυστηροποιήθηκαν για τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες χώρες. Μέχρι στιγμής, αυτή η ανατιμολόγηση ήταν ως επί το πλείστον ομαλή. Ωστόσο, παραμένουν αρκετοί κίνδυνοι χρηματοπιστωτικής αστάθειας, οι οποίοι αυξάνουν την προοπτική απότομης σύσφιξης των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών συνθηκών καθώς και εκροών κεφαλαίων. 

Από δημοσιονομικής πλευράς, ο χώρος άσκησης πολιτικής είχε ήδη περιοριστεί σε πολλές χώρες από την πανδημία. Η απόσυρση της έκτακτης δημοσιονομικής στήριξης προβλέπεται να συνεχιστεί. Η άνοδος των τιμών των βασικών εμπορευμάτων και η αύξηση των παγκόσμιων επιτοκίων θα μειώσουν περαιτέρω τον δημοσιονομικό χώρο, ιδίως για τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες που εισάγουν πετρέλαιο και τρόφιμα. Ο πόλεμος αυξάνει επίσης τον κίνδυνο μονιμότερου κατακερματισμού της παγκόσμιας οικονομίας σε γεωπολιτικά μπλοκ με διαφορετικά τεχνολογικά πρότυπα, συστήματα διασυνοριακών πληρωμών και αποθεματικά νομίσματα.

Μια τέτοια "τεκτονική μετατόπιση" θα προκαλούσε μακροπρόθεσμες απώλειες αποτελεσματικότητας, θα αύξανε τη μεταβλητότητα και θα αποτελούσε μείζονα πρόκληση για το βασισμένο σε κανόνες πλαίσιο που διέπει τις διεθνείς και οικονομικές σχέσεις τα τελευταία 75 χρόνια. 

Εύθραυστες εκτιμήσεις και προτεινόμενη πολιτική 

Σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, οι πολιτικές σε εθνικό επίπεδο και οι πολυμερείς προσπάθειες θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο. Οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να προσαρμόσουν αποφασιστικά τις πολιτικές τους για να διασφαλίσουν ότι οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό θα παραμείνουν αγκυρωμένες. Η σαφής επικοινωνία και η μελλοντική καθοδήγηση σχετικά με τις προοπτικές της νομισματικής πολιτικής θα είναι ουσιώδους σημασίας για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου διασπαστικών προσαρμογών. Αρκετές οικονομίες θα πρέπει να εξυγιάνουν τα δημοσιονομικά τους ισοζύγια. 

Αυτό δεν θα πρέπει να εμποδίσει τις κυβερνήσεις από το να παρέχουν καλά στοχευμένη στήριξη στους ευάλωτους πληθυσμούς, ιδίως υπό το πρίσμα των υψηλών τιμών της ενέργειας και των τροφίμων. Η ενσωμάτωση αυτών των προσπαθειών σε ένα μεσοπρόθεσμο πλαίσιο με σαφή, αξιόπιστη πορεία για τη σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία χώρου για την παροχή της αναγκαίας στήριξης. Ακόμη και όταν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής επικεντρώνονται στην άμβλυνση των επιπτώσεων του πολέμου και της πανδημίας, άλλοι στόχοι θα απαιτήσουν την προσοχή τους. Η πιο άμεση προτεραιότητα είναι ο τερματισμός του πολέμου.

Η άνοδος των επιτοκίων και η ανάγκη προστασίας των ευάλωτων πληθυσμών από τις υψηλές τιμές των τροφίμων και της ενέργειας δυσχεραίνουν τη διατήρηση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας. Με τη σειρά της, η διάβρωση του δημοσιονομικού χώρου δυσχεραίνει τις επενδύσεις στη μετάβαση προς το κλίμα, ενώ οι καθυστερήσεις στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης καθιστούν τις οικονομίες πιο ευάλωτες σε κλονισμούς των τιμών των βασικών εμπορευμάτων, γεγονός που τροφοδοτεί τον πληθωρισμό και την οικονομική αστάθεια. Ο γεωπολιτικός κατακερματισμός επιδεινώνει όλες αυτές τις αντισταθμίσεις, αυξάνοντας τον κίνδυνο συγκρούσεων και οικονομικής αστάθειας και μειώνοντας τη συνολική αποτελεσματικότητα. 

Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΔΝΤ: Καλύτερες προβλέψεις για Ελλάδα, υπερτριπλάσια ανάπτυξη από ευρωζώνη

Στο 2,6% από 1,8% ανεβάζει το Ταμείο την πρόβλεψη για την ανάπτυξη φέτος, έναντι μέσου όρου 0,8% για την ευρωζώνη. Σε ομαλή προσγείωση η παγκόσμια οικονομία μετά τις αυξήσεις επιτοκίων, πιο γρήγορη πτώση στις ανεπτυγμένες χώρες.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΔΝΤ: Στα ύψη το γεωπολιτικό ρίσκο, απειλεί τις αγορές και τις οικονομίες

Η αυξημένη ένταση στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αλλά και μία ακόμη σειρά ανάλογου τύπου γεγονότων θέτουν σημαντικές προκλήσεις. Ποιες λύσεις προτείνει το Ταμείο.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΔΝΤ: Όαση ανάπτυξης η Ελλάδα το 2023 στην επιβράδυνση της ευρωζώνης

Το Ταμείο προβλέπει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 1,8% στη χώρα μας, έναντι μέσου όρου μόλις 0,5% στην ευρωζώνη και ύφεσης στη Γερμανία και την Ιταλία. Από 9,2% φέτος, ο πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει στο 3,2% το 2023. Υποβαθμίζονται οι προβλέψεις για την παγκόσμια ανάπτυξη.